Συνάδελφοι/ -ισσες,
Αυτές τις ημέρες έχουν παραλάβει το κείμενο της ατομικής σύμβασης που θα κληθούν να υπογράψουν, οι συνάδελφοι που πρόκειται να μετακινηθούν στην Nbg-Pay, τη νέα εταιρεία που προέκυψε από την απόσχιση του acquiring της Δ/νσης Καρτών. Οι όροι που περιλαμβάνονται στην σύμβαση είναι παράνομοι, αυθαίρετοι και καταχρηστικοί. Αναφέρουμε, όλως ενδεικτικά:
- Η αποζημίωση για υπερεργασία, εργασία τα Σάββατα, νυχτερινή εργασία, αλλά και εργασία Κυριακές και αργίες, συμψηφίζεται με τον μισθό του/της υπαλλήλου. Επομένως η Εταιρεία δεν θα πληρώνει επιπλέον αμοιβή για εργασία πέραν του ωραρίου.
- Η ετήσια άδεια θα χορηγείται σύμφωνα με τις ανάγκες της Εταιρείας.
- Ο εργαζόμενος υποχρεώνεται να αποδεχθεί τον Κώδικα Δεοντολογίας της Εταιρείας και να συμμορφώνεται με τις τυχόν πολιτικές της Εταιρείας, χωρίς να τα έχει διαβάσει (!)
- Ουδεμία αναφορά ή παραπομπή υπάρχει στην συμφωνία που έχει υπογραφεί μεταξύ ΣΥΕΤΕ και Εθνικής Τράπεζας.
Ύστερα από την παρέμβαση του Σωματείου μας και του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, δόθηκε το κείμενο της ατομικής σύμβασης και στους συναδέλφους που εργάζονται μέσω της Icap OutsourcingSolutions. Επιπλέον των παραπάνω ειδεχθών όρων, στη σύμβαση αυτών των εργαζομένων συμπεριλαμβάνεται και ο όρος ότι δεν αναγνωρίζεται η προϋπηρεσία τους στην ΕΤΕ και πως οι πρώτοι 12 μήνες θα είναι δοκιμαστική περίοδος!
Το Σωματείο μας έχει κάνει, ήδη, παρέμβαση στη Γενική Δ/νση Ανθρώπινου Δυναμικού και έχει καταθέσει αίτημα συνάντησης με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΤΕ για να τον ενημερώσει σχετικά.
Απαιτούμε να αλλάξουν, άμεσα, όλοι οι προαναφερόμενοι παράνομοι και καταχρηστικοί όροι της σύμβασης και να γίνει σεβαστή η συμφωνία ΣΥΕΤΕ – Εθνικής Τράπεζας.
Απορρίπτουμε την τακτική της Τράπεζας και της θυγατρικής της Nbg-pay προς τους συναδέλφους, εργαζόμενους μέσω ICAP, από τους οποίους ζητείται να παραιτηθούν οικειοθελώς από την ICAP και να υπογράψουν αβλεπί τη νέα σύμβαση. Η τακτική αυτή είναι σαφέστατος εκβιασμός και μας ανησυχεί ιδιαιτέρως καθώς -πέραν των αυτονοήτων- προϊδεάζει και για το δικό μας μέλλον.
Έστω και την τελευταία στιγμή θα πρέπει να τροποποιηθούν τα κείμενα των ατομικών συμβάσεων, ώστε να συμφωνούν, κατ’ ελάχιστον, με το ισχύον Εργατικό Δίκαιο.
Η απάντηση ότι, ούτως ή άλλως, αν αυτά είναι παράνομα, θα μπορέσει να βρει ο εργαζόμενος το δίκαιο του στα δικαστήρια, δεν μπορεί να είναι απάντηση επιχειρήσεων που θέλουν να λέγονται υπεύθυνες, και επιδιώκουν τη βιωσιμότητά τους.
Αθήνα, 8-12-22
Το Δ.Σ.