Για τις «καινοτομίες» του ΥΠΑΙΘ (εκπαιδευτικοί όμιλοι – ενδοσχολικοί συντονιστές – μέντορες)
Ανακοίνωση της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης
Δημοσιεύτηκε με ΦΕΚ (4509/Β/25-8-2022) η απόφαση του ΥΠΑΙΘ που προβλέπει τη συγκρότηση εκπαιδευτικών ομίλων στις σχολικές μονάδες και τον ορισμό ενδοσχολικών συντονιστών και μεντόρων, με την τετριμμένη φράση που χρησιμοποιεί εδώ και 3 χρόνια, αυτή της ενδυνάμωσης του εκπαιδευτικού έργου.
Μετά λοιπόν την «ενδυνάμωση» με την αύξηση των μαθητών/τριων στις τάξεις, τα σχολικά κτήρια να είναι από ασυντήρητα έως ακατάλληλα, τους/τις εκπαιδευτικούς μισθολογικά εξαντλημένους/ες και επαγγελματικά εξουθενωμένους/ες να προσπαθούν να ανταποκριθούν στον συνεχώς αυξανόμενο γραφειοκρατικό φόρτο (με αντίκτυπο στον παιδαγωγικό τους ρόλο), έρχεται φέτος ξανά το ΥΠΑΙΘ να «ενδυναμώσει» ακόμα περισσότερο το έργο μας! Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ επικαλείται αντίστοιχους θεσμούς που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ξεχνά όμως ότι στις χώρες που υλοποιούνται αντίστοιχοι θεσμοί οι εκπαιδευτικοί είναι απαλλαγμένοι από γραφειοκρατικό φόρτο καθώς τα σχολεία είναι στελεχωμένα με προσωπικό γραμματειακής υποστήριξης και ότι οι εκπαιδευτικοί που αναλαμβάνουν τέτοιους ρόλους αμείβονται είτε με επιμίσθιο, είτε με μείωση διδακτικού ωραρίου είτε και με τα δύο.
Η θεώρηση της ηγεσίας του Υπουργείου ότι συγκροτούν μεταρρυθμίσεις με πρόσημο την καινοτομία συναντούν-δυστυχώς για αυτήν- την αλήθεια της ιστορικής διαδρομής της εκπαίδευσης όπου η εισαγωγή καινοτομιών δεν αποτέλεσε ποτέ ζήτημα υπογραφής μιας υπουργικής απόφασης. Ήταν αντίθετα οι συνθήκες δημοκρατικού διαλόγου και ανοιχτής διαβούλευσης που αποτέλεσαν το όχημα της έμπνευσης για τους/τις εκπαιδευτικούς και οδήγησαν σε μεταρρυθμίσεις και θεσμικές πλαισιώσεις ανθεκτικές στο πέρασμα του χρόνου. Στον αντίποδα δηλαδή με την εξαιρετικά αντιθεσμική -με συστηματική βάση- επιλογή της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας να μην προχωρά σε ουσιαστικό διάλογο ή έστω ενημέρωση των εμπλεκομένων μερών.
Σε αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης και σε αυτήν την «μεταρρύθμιση» απουσιάζουν επιδεικτικά, για μία ακόμα φορά, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ο σχεδιασμός του προγράμματος, η παραγωγή του κατάλληλου επιμορφωτικού και υποστηρικτικού υλικού, η διασφάλιση κινήτρων – προϋποθέσεων για την ανάληψη του ρόλου από έμπειρους/ες εκπαιδευτικούς αλλά και ο απαραίτητος διάλογος.
Εκπαιδευτικοί όμιλοι
Η «καινοτομία» των εκπαιδευτικών ομίλων μόνο καινοτομία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο από τις σχολικές δραστηριότητες (πολιτιστικά προγράμματα, περιβαλλοντικά προγράμματα, προγράμματα αγωγής υγείας κλπ) που οι εκπαιδευτικοί αναλάμβαναν εδώ και χρόνια, με αυξημένη όμως γραφειοκρατία. Θέση της Ομοσπονδίας (απόφαση 3.10 του 20ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ) είναι ότι απαιτείται «μια νέα αντίληψη για το σχολείο του αύριο με την ουσιαστική ενσωμάτωση των πεδίων του πολιτισμού, της άθλησης, της μουσικής και της τέχνης στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Η επιλογή αυτή θα σημάνει ενίσχυση του ρόλου του σχολείου, θα ενδυναμώσει τη σχέση του με την κοινωνία αλλά και θα αποτελέσει τη διέξοδο με τρόπο ουσιαστικό και δημιουργικό στις προοπτικές επαγγελματικής ενασχόλησης του κόσμου της εκπαίδευσης καθώς το σχολείο θα διευρύνει τη λειτουργία, το πρόγραμμα και την παρουσία του. Αυτός ο μετασχηματισμός του σχολείου δεν θα στηριχθεί σε όρους εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης της εργασίας ούτε στην επιβάρυνση των εκπαιδευτικών με διοικητικά καθήκοντα αλλά σε μια νέα θεώρηση διεύρυνσης της διαθεματικής λειτουργίας του σχολείου με όρους σεβασμού στο δικαίωμα στην εργασία αλλά και στις συνθήκες εργασίας και ζωής με πρόσημο και σημείο αναφοράς τον άνθρωπο». Το ΥΠΑΙΘ όμως θεωρεί ότι μπορεί να κάνει «καινοτομίες» παραβιάζοντας εργασιακά δικαιώματα και αρνούμενο να χρηματοδοτήσει και να δώσει οποιοδήποτε κίνητρο για την υλοποίηση των «μεταρρυθμίσεών» του. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστική ενσωμάτωση του πολιτισμού, της τέχνης, επιστημονικών δραστηριοτήτων κλπ στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι η επαναφορά της δίωρης μείωσης ωραρίου για όσους/ες εκπαιδευτικούς αναλαμβάνουν υπεύθυνοι/ες σχολικών δραστηριοτήτων (πολιτιστικά προγράμματα, περιβαλλοντικά προγράμματα, προγράμματα αγωγής υγείας κλπ) αλλά και η ουσιαστική χρηματοδότηση για την υλοποίησή τους. Άλλωστε, τόσο στα Πρότυπα-Πειραματικά όσο και στα εκκλησιαστικά σχολεία οι εκπαιδευτικοί που αναλαμβάνουν ομίλους έχουν μείωση διδακτικού ωραρίου κατά 2 ώρες. Οι εκπαιδευτικοί έχουμε τεράστια εμπειρία από πολιτιστικές, επιστημονικές, αθλητικές πρωτοβουλίες με την ενεργό συμμετοχή των μαθητών/τριών μας. Χιλιάδες συνάδελφοι δε φείδονται χρόνου και μόχθου προκειμένου να δώσουν ζωντάνια σε ένα σχολείο στεγνό, αποκρουστικό πολλές φορές για τους μαθητές/τριες.
Ενδοσχολικός/η συντονιστής/στρια – μέντορας
Οι ενδοσχολικοί/ές συντονιστές/στριες αναλαμβάνουν να «συντονίζουν» το έργο εκπαιδευτικών όμοιων ειδικοτήτων ή τάξεων. Κάτι δηλαδή που γίνεται έτσι κι αλλιώς στο πλαίσιο της συνεργασίας των εκπαιδευτικών, της καθημερινής συζήτησης και του διαλόγου στα σχολεία στο πλαίσιο της παιδαγωγικής ευθύνης που έχουν. Φυσικά, αυτό για το ΥΠΑΙΘ είναι το προκάλυμμα, γιατί αναφέρεται ρητά πως καθήκον των ενδοσχολικών συντονιστών/στριών είναι η επόπτευση του προγραμματισμού της διδακτέας ύλης, η σύνταξη προγραμματισμού και αποτίμησης των ενεργειών, οι μηνιαίες συνεδριάσεις και οι τουλάχιστον 3 διδασκαλίες που τις παρακολουθούν οι εκπαιδευτικοί των τάξεων/ ειδικοτήτων. Δηλαδή μια μορφή εκπαιδευτικού «αυθεντίας» ο οποίος θα «αναφέρει» στον διευθυντή/προϊστάμενο.
Στην ουσία πρόκειται για μια πρόχειρη αντιγραφή του – έτσι κι αλλιώς αντιδραστικού – αγγλικού μοντέλου δομής και αξιολόγησης, το οποίο εφαρμόζεται σε σχολεία γίγαντες που λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και έχουν μεγάλη οικονομική και ιεραρχική διαστρωμάτωση στο προσωπικό του σχολείου (εκπαιδευτικοί-μέντορες-συντονιστές/στριες-διευθυντές/ντριες). Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα της παιδαγωγικής και μαθησιακής διαδικασίας προϋποθέτει ένα δημοκρατικό συνεργατικό κλίμα μεταξύ των εκπαιδευτικών, οι οποίοι/ες μέσω του ισότιμου παιδαγωγικού διαλόγου μπορούν να αντιμετωπίζουν κάθε πρόβλημα που προκύπτει και να δημιουργούν συνθήκες δημοκρατίας, παιδαγωγικής ελευθερίας, ανάπτυξης και δημιουργικότητας για τα παιδιά του σχολείου τους. Οι σχέσεις ιεραρχίας και εξάρτησης που δημιουργούν οι «καινοτομίες» του ΥΠΑΙΘ αποδυναμώνουν τον παιδαγωγικό ρόλο των εκπαιδευτικών και του συλλόγου διδασκόντων/ουσών και αποβαίνουν σε βάρος της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου.
Το ΥΠΑΙΘ αναφέρει πως ρόλος του «μέντορα» είναι «να εμπνεύσει, να προσανατολίσει και να υποστηρίξει κάθε νεοδιοριζόμενο ή πρόσφατα τοποθετημένο στη σχολική μονάδα μόνιμο, αναπληρωτή ή ωρομίσθιο εκπαιδευτικό, με προϋπηρεσία έως πέντε (5) έτη». Ωστόσο, μετά από 12 χρόνια αδιοριστίας η πλειοψηφία των νεοδιοριζόμενων, αλλά και των αναπληρωτών/τριών, έχει ήδη 5 χρόνια προϋπηρεσία. Η στήριξη των νέων συναδέλφων γινόταν ανέκαθεν από τον σύλλογο διδασκόντων/ουσών, τα πιο έμπειρα μέλη του, με ένα πνεύμα συναδελφικότητας, προσαρμογής των συναδέλφων στα νέα του καθήκοντα. Θέση της Ομοσπονδίας (απόφαση 3.6 του 20ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ) είναι ότι απαιτείται διαρκής, βιώσιμη και ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε διάφορες μορφές όπως, μεταξύ άλλων: 1. Ουσιαστική αρχική (Πανεπιστημιακή) εκπαίδευση των εκπαιδευτικών με μαθήματα παιδαγωγικής, διδακτικής και σχολικής ψυχολογίας και έμφαση στην πρακτική τους άσκηση, καθώς πάνω σε αυτή θα στηριχτεί η οποιαδήποτε μετέπειτα επιμόρφωσή τους. 2. Ταχύρρυθμη εισαγωγική επιμόρφωση σε νεοδιόριστους/ες εκπαιδευτικούς, που θα στοχεύει στην εναρμόνιση των γνώσεων με την εκπαιδευτική πραγματικότητα και στην ενημέρωση για υπηρεσιακά, επιστημονικά και παιδαγωγικά θέματα. 3. Επιμορφωτική υποστήριξη και συστηματική βοήθεια των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια ομαλή και επιτυχημένη επαγγελματική εξέλιξη.
Και για τους δύο αυτούς θεσμούς, το ΥΠΑΙΘ δε δίνει κανένα κίνητρο στους/στις εκπαιδευτικούς τους/τις οποίους/ες καλεί, σε μία απαράδεκτη και αυταρχική λογική υποχρεωτικότητας, να αναλάβουν επιπλέον καθήκοντα και γραφειοκρατικό φόρτο χωρίς κανένα επιμίσθιο ή απαλλαγή από άλλα καθήκοντα. Είναι μία ακόμα φορά που το ΥΠΑΙΘ θεσμοθετεί την απλήρωτη εργασία. Ταυτόχρονα, δε θεσμοθετεί καμία επιμόρφωση για τους θεσμούς αυτούς, αδιαφορώντας για το αν οι εκπαιδευτικοί δύνανται να φέρουν σε πέρας τέτοιους ρόλους. Είναι προφανές ότι και αυτές οι «καινοτομίες» του ΥΠΑΙΘ δεν είναι τίποτα άλλο από μία καθαρά επικοινωνιακή κίνηση, η οποία είναι έτσι κι αλλιώς ανεφάρμοστη στην ουσία της.
Το ΥΠΑΙΘ συνεχίζει την προσπάθεια αποδυνάμωσης του Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών, χρίζοντας τους/τις διευθυντές/ντριες παντοδύναμα μονοπρόσωπα όργανα που μπορούν να ορίζουν όποιον/α θέλουν σε θέσεις ευθύνης εντός του σχολείου χωρίς καμία εμπλοκή του Συλλόγου. Δημιουργούνται έτσι σχέσεις εξάρτησης, ανταγωνισμού, αναξιοκρατίας και αδιαφάνειας εντός του σχολικού περιβάλλοντος, οι οποίες επηρεάζουν την ανέλιξη των συναδέλφων και συνδέονται εμμέσως και με την ατομική αξιολόγηση. Πάγια θέση της Ομοσπονδίας είναι ότι «Ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών πρέπει να είναι το κυρίαρχο όργανο σε όλα τα θέματα που αφορούν τη σχολική μονάδα, καθώς η δημοκρατική λειτουργία σε όλες τις εκπαιδευτικές διαδικασίες προάγει την παιδαγωγική αναβάθμιση των σχολείων και διαμορφώνει τις συνθήκες για ένα πιο ενεργό ρόλο των εκπαιδευτικών στις πολλαπλές απαιτήσεις της μάθησης, της γνώσης, της διαπαιδαγώγησης» (απόφαση 3.5 20ου Συνεδρίου ΟΛΜΕ).
Αυτό το θεσμικό πλαίσιο καμία σχέση δεν έχει με τις πραγματικές ανάγκες των μαθητών/τριών και των εκπαιδευτικών. Όλα αυτά τα χρόνια ο Σύλλογος Διδασκόντων, τόσο στην αρχή και στο τέλος, όσο και κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, συνεδριάζει, συζητά, προσπαθεί να λύνει ζητήματα που προκύπτουν, πάντα συλλογικά και προς όφελος των μαθητών/τριών. Τέτοιες «καινοτομίες» όχι μόνο δεν δυναμώνουν το παιδαγωγικό κλίμα, αλλά δημιουργούν εκπαιδευτικούς πολλών ταχυτήτων, διαρρηγνύουν το συναδελφικό κλίμα και αυξάνουν τον γραφειοκρατικό φόρτο, απαξιώνουν και στην πράξη καταργούν τον Σύλλογο Διδασκόντων/ουσών με τη μεταφορά πλήθους αρμοδιοτήτων στη διεύθυνση του σχολείου.
Καλούμε το ΥΠΑΙΘ να αποσύρει την συγκεκριμένη απόφαση και να καλέσει σε ουσιαστικό διάλογο τις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες.
Καλούμε τους/τις συναδέλφους, να μην διεκδικήσουν αυτές τις θέσεις εθελοντικά καθώς θεωρούμε απαράδεκτο να παρακινούνται οι συνάδελφοι να καταλαμβάνουν πρόσθετες θέσεις ευθύνης με δεδομένο το ήδη επιβαρυμένο διοικητικό και παιδαγωγικό έργο που ασκούν, μάλιστα χωρίς μείωση ωραρίου και επιμίσθιο.
Καλούμε τις ΕΛΜΕ να παρεμβαίνουν άμεσα σε όσες περιπτώσεις υπάρξουν υποχρεωτικοί ορισμοί συναδέλφων.