«Η κυβέρνηση έχει υποχρέωση άμεσα να αυξήσει κατά 50 ευρώ τον εισαγωγικό μισθό», λέει ο εργατολόγος Αλέξης Μητρόπουλος • «Ο μισθός εξανεμίζεται στο 20ήμερο», τονίζει ο Γ. Πετρόπουλος, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, η οποία διεκδικεί και επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Ζήτημα υποχρεωτικής αύξησης του κατώτατου (εισαγωγικού) μισθού στον δημόσιο τομέα, για λόγους ίσης μεταχείρισης των δημοσίων υπαλλήλων με τους συναδέλφους τους στον ιδιωτικό τομέα, εγείρει ο πανεπιστημιακός εργατολόγος και πρόεδρος της Ενωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝΥΠΕΚΚ), Αλ. Μητρόπουλος. Στον απόηχο της τελευταίας αύξησης του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα από 1ης Μαΐου 2022, προκύπτουν μεγαλύτερου ύψους κατώτατες μηνιαίες αποδοχές στην ιδιωτική αγορά εργασίας συγκριτικά με τη δημόσια διοίκηση. Με βάση την αρχή της «ίσης αμοιβής για ίση εργασία», εκτιμάται ότι υπάρχει περιθώριο προσφυγής στα αρμόδια δικαστήρια προς αποκατάσταση της υφιστάμενης ανισότητας.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: από 1ης Μαΐου ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί στα 713 ευρώ για τον ιδιωτικό τομέα. Στην περίπτωση που έχει τηρηθεί από πλευράς εργοδοτών η νέα μισθολογική πολιτική, ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνει τις παραπάνω αποδοχές επί 14 μήνες (συμπεριλαμβανομένων των «δώρων»). Αν το σύνολο των αποδοχών του (9.982 ευρώ ετησίως) προσαρμοστεί στο 12μηνο, προκύπτει κατώτατος μισθός ύψους 831 ευρώ.
Διακριτό μισθολόγιο
Ο δημόσιος τομέας έχει διακριτό μισθολόγιο και, επομένως, δεν έχει ενσωματώσει την αύξηση του κατώτατου μισθού. Ο κατώτατος/εισαγωγικός μισθός στον δημόσιο τομέα ανέρχεται στα 780 ευρώ. Ως γνωστόν, από τους δημόσιους υπαλλήλους έχουν κοπεί τα «δώρα» (13ος-14ος μισθός). Επομένως, οι ετήσιες αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων που αμείβονται με τον εισαγωγικό μισθό ανέρχονται σε 9.360 ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω ο εισαγωγικός μισθός στον δημόσιο τομέα υπολείπεται κατά 51 ευρώ του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα (780 ευρώ έναντι 831 ευρώ). «Επειδή κανένας με πλήρες ωράριο δεν μπορεί να αμείβεται κάτω από τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η κυβέρνηση έχει υποχρέωση άμεσα να αυξήσει κατά 50 ευρώ τον εισαγωγικό μισθό στο Δημόσιο για να μην αρχίσουν οι αγωγές», τονίζει -και προειδοποιεί ταυτόχρονα- μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο κ. Μητρόπουλος. Οπως περιγράφει ο ίδιος, η ΕΝΥΠΕΚΚ έχει ήδη δεχθεί από σωματεία του Δημοσίου διαθέσεις για προσφυγές στη Δικαιοσύνη, «αλλά τους έχουμε αποθαρρύνει, για να μη δαπανήσουν χρήματα, εν αναμονή μιας νομοθετικής πρωτοβουλίας. Δεν υπάρχει θέμα παραγραφής ή απώλειας δικαιωμάτων. Η ανισότητα δημιουργήθηκε το 2022», εξηγεί ο εργατολόγος.
Νομοθετικά, μετά την 1η Μαΐου 2022, για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση ο κατώτατος μισθός του ιδιωτικού τομέα είναι υψηλότερος από τον εισαγωγικό μισθό του δημόσιου τομέα. Την ίδια στιγμή, όπως έχει επιβεβαιώσει έρευνα του Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ που έχει αναδείξει η «Εφ.Συν.» (βλ. φ. 5/4/2022: «Ο πιο βαρύς πέλεκυς στο Δημόσιο»), οι Ελληνες δημόσιοι υπάλληλοι είναι οι πιο κακοπληρωμένοι στην Ευρώπη: συνοπτικά, την τελευταία 12ετία οι μισθοί στο ελληνικό Δημόσιο έχουν μειωθεί κατά 25,6%, ενώ αντιθέτως, πέρα από τη Γερμανία όπου ο μέσος μισθός των δημοσίων υπαλλήλων έχει αυξηθεί κατά 37,2%, ακόμα και χώρες που εφάρμοσαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής αύξησαν τους μισθούς στο Δημόσιο (Ισπανία και Κύπρος στο 6,3%, Πορτογαλία στο 5,2%).
«Πρακτικά, αυτή τη στιγμή οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο δεν μπορούν να καλύψουν τις μηνιαίες ανάγκες τους. Ο μισθός εξανεμίζεται στο 20ήμερο. Είναι πραγματική ανάγκη η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων», τονίζει στην «Εφ.Συν.» το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, Γ. Πετρόπουλος.
Δημοσιονομικό κόστος
Σύμφωνα με εκτιμήσεις συνδικαλιστικών πηγών του Δημοσίου, το δημοσιονομικό κόστος της εξομοίωσης του εισαγωγικού μισθού στο Δημόσιο με τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα ανέρχεται σε 200-300 εκατ. ευρώ ετησίως. Από πλευράς ΑΔΕΔΥ κυριαρχούν τα αιτήματα για αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων στα επίπεδα του πληθωρισμού -με το δημοσιονομικό κόστος μια τέτοιας παρέμβασης να υπολογίζεται στα 600-700 εκατ. ευρώ- και για επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού, κάτι που σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις ισοδυναμεί με δημοσιονομικό κόστος περίπου 1,2 δισ. ευρώ κατ’ έτος. Τα αιτήματα της ΑΔΕΔΥ έχουν τεθεί στον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, Θ. Σκυλακάκη, αλλά «αυτό που μας απάντησε είναι ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας δεν επιτρέπουν αυξήσεις. Ουδεμία απάντηση πήραμε για το θέμα του εισαγωγικού μισθού», περιγράφουν συνδικαλιστές.
«Μια αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων στα όρια του τρέχοντος πληθωρισμού θα επιστρέψει στην οικονομία, στην αγορά, όπως έχει αποδειχθεί από μελέτες. Ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων δεν καταλήγει σε καταθέσεις, ούτε βέβαια σε φορολογικούς παραδείσους», σχολιάζει ο κ. Πετρόπουλος. Το ποσό που ζητούν οι εκπρόσωποι των δημοσίων υπαλλήλων «θεωρείται δύσκολο από την κυβέρνηση τη στιγμή που μαθαίνουμε από την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) ότι οι απευθείας αναθέσεις από την κυβέρνηση ανέρχονται σε 7,5 δισ. ευρώ. Διεκδικούμε απλά ένα κλάσμα του ποσού αυτού. Και το ότι δεν δίνεται είναι δείγμα της ταξικής μεροληψίας της παρούσας κυβέρνησης απέναντι στους δημοσίους υπαλλήλους. Αυτούς που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της πανδημίας και η προσφορά τους απέναντι στην κοινωνία φάνηκε ξεκάθαρα σε αλλεπάλληλες κρίσεις», τονίζει ο κ. Πετρόπουλος.
■ Η «Εφ.Συν.» απευθύνθηκε στην πλευρά του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Θ. Σκυλακάκη, ζητώντας τις απόψεις του για τα παραπάνω και στοιχεία για το δημοσιονομικό «αποτύπωμα» των αιτημάτων των δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς να λάβει απάντηση, με επίκληση αυξημένου φόρτου εργασίας.
Αναδημοσίευση από efsyn – Στέργιος Ζιαμπάκας