Ανακοίνωση από τη ΓΣΕΕ:
Δικαίωση των πολύχρονων αγώνων των ευρωπαϊκών και ελληνικών συνδικάτων για αξιοπρεπή διαβίωση και κοινωνική δικαιοσύνη συνιστά η πρόσφατη συμφωνία ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο ως προς τους κανόνες καθορισμού ενός πανευρωπαϊκού πλαισίου για τη διαμόρφωση επαρκών κατώτατων μισθών και με παράλληλη ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της προστασίας των εργαζομένων σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Η ειρωνεία είναι ότι η εξέλιξη αυτή έρχεται δέκα χρόνια μετά την επιβολή του δεύτερου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής στη χώρα μας με το οποίο, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, μειώθηκε κατά 22% ο κατώτατος μισθός οδηγώντας στη φτωχοποίηση ένα μεγάλο μέρος της μισθωτής εργασίας, ενώ παράλληλα αποδομήθηκε όλα το σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας.
Για τη ΓΣΕΕ και τον κόσμο της εργασίας η συμφωνία είναι σημαντική διότι η νομοθετική της υλοποίηση θα αναδείξει την αξιοπρεπή εργασία σε κύριο προσδιοριστικό παράγοντα της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ΓΣΕΕ μάλιστα από το 2020 είχε προτείνει αλλαγή της προσέγγισης αξιολόγησης της επάρκειας του κατώτατου μισθού, πρόταση που υιοθετείται με τη συμφωνία ώστε η αξιολόγηση να γίνεται βάσει της εκτίμησης του αξιοπρεπούς μισθού διαβίωσης σύμφωνα με τη μεταβολή των δεικτών της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας, και σε αντιστοιχία με τις βασικές αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Μέρος της συμφωνίας είναι επίσης και το πάγιο αίτημα των συνδικάτων για την ενίσχυση των υπηρεσιών επιθεώρησης εργασίας και τη λήψη μέτρων για την προώθηση της συμμόρφωσης των εργοδοτών με τη νομοθεσία περί κατώτατου μισθού, την αντιμετώπιση της εργοδοτικής παραβατικότητας και τον περιορισμό των άτυπων μορφών εργασίας.
Είναι επίσης πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η συμφωνία συμπεριλαμβάνει και την ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας ως ουσιαστικό παράγοντα της προστασίας των εργαζομένων. Ο στόχος να επιτευχθεί μέσω σχεδίων δράσης και διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ποσοστό κάλυψης από συλλογικές συμβάσεις εργασίας για το 80% των εργαζομένων είναι καθοριστικός για την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας και της δημοκρατίας. Δεδομένου ότι στη χώρα μας σήμερα το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι κάτω από το 26%, ο στόχος της συμφωνίας προβάλλει τις επείγουσες προτεραιότητες και τις θεσμικές αλλαγές που άμεσα πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση της επαναρρύθμισης της αγοράς εργασίας στη χώρα μας. Κοινωνικός διάλογος, συλλογικές διαπραγματεύσεις και συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνδιαμορφώνουν μια προοπτική ανάπτυξης που είναι ανθρωποκεντρική, συμπεριληπτική, ανθεκτική και βιώσιμη.
Η σημασία της συμφωνίας αυτής ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού και του ποσοστό συλλογικής προστασίας των εργαζομένων αποκτά μεγαλύτερη κοινωνική βαρύτητα και πολιτική επενέργεια καθώς συνάδει πλήρως με τη στρατηγική της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης της Ατζέντας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την αειφόρο ανάπτυξη το 2030, στην υλοποίηση της οποίας έχει δεσμευτεί και η Ελλάδα.
Το πολιτικό σύστημα επιβάλλεται να σπεύσει να βοηθήσει στην προσπάθεια να επανέλθει ο κατώτερος μισθός στην διαπραγμάτευση εργοδοτών- εργαζομένων με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Να μην ισχυρίζεται κανένας ότι αυτά τα πράγματα δε γίνονται. Ας κοιτάξουν τι έγινε, στην διπλανή μας από άποψη κρίσης Ισπανία. Εκεί με μια μεγάλη συμφωνία εργοδοτών- εργαζομένων- Κυβέρνησης, επαναρρυθμίστηκαν το ατομικό και το συλλογικό εργατικό δίκαιο.
Εδώ έχουμε καταστρέψει και το δίκαιο και τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Γι’ αυτό αγωνίζεται σήμερα ο κόσμος της εργασίας με τα συνδικάτα του και θα συνεχίσουμε.
Δήλωση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστα Αρβανίτη:
Συμφωνία – Ορόσημο για τον Ευρωπαϊκό Κατώτατο Μισθό
Σε μια συμφωνία – ορόσημο για το μέλλον της Εργασίας στην ΕΕ κατέληξαν οι διαπραγματευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, φέρνοντας πιο κοντά τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος καθορισμού του ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού.
Είναι χαρακτηριστικό πως στην πρώτη γραμμή της υπό διαμόρφωση Ευρωπαϊκής νομοθεσίας οι θεσμοί βάζουν δύο εξαιρετικής σημασίας χαρακτηριστικά, κεντρικά αιτήματα των εργαζόμενων: την άμεση διασύνδεση των μισθών με ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης αλλά και την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στην πραγματικότητα γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση της φτώχειας των μισθωτών και την ενίσχυση του ρόλου των συνδικαλιστικών φορέων ως εκπροσώπων του κόσμου της Εργασίας στην διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Ακόμη σημαντικότερη όμως είναι η πρόνοια για μια «μεταβατική διαδικασία», στο τέλος της οποίας τα κράτη-μέλη ακολουθώντας αυτόνομες πολιτικές θα πρέπει να έχουν εξασφαλίσει ποσοστό κάλυψης των εργαζόμενων με συλλογικές συμβάσεις εργασίας 80%. Με άλλα λόγια, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να περιορίσουν το ποσοστό των εργαζόμενων που δεν προστατεύονται από μια ισχυρή συμφωνία με αμοιβές πάνω από το όριο του καθορισμένου κατώτατου μισθού σε ποσοστό που δεν θα ξεπερνά το 20% του εργατικού δυναμικού.
Η υιοθέτηση σημαντικού μέρους των προτάσεων των Ευρωπαϊκών συνδικάτων, όπως και η θεσμική κατοχύρωση του κεντρικού τους ρόλου στη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης, στέλνει διπλό μήνυμα: αφενός προς τους εργαζόμενους της ΕΕ να μην απεμπολήσουν τη δύναμη της οργάνωσης και της συλλογικής δράσης, και αφετέρου προς τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν το συνδικαλιστικό κίνημα με θεσμικό σεβασμό, ως ισότιμο κοινωνικό εταίρο και όχι με αυταρχικές αντεργατικές νομοθετήσεις όπως η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Με τη σημαντική αυτή συμφωνία η ΕΕ των 27 κάνει ένα σημαντικό βήμα απομάκρυνσης από τις μονεταριστικές πολιτικές της φιλελεύθερης χυδαιότητας που οδήγησαν στις μνημονιακές ακρότητες όπως εφαρμόστηκαν στη χώρα μας. Με απλά λόγια: Η Ευρώπη επιχειρεί ένα βήμα αποκήρυξης των μνημονίων και των πολιτικών που επέβαλαν και που κάποιοι στην Ελλάδα μας πουλούσαν ως «σωτηρία» για τον τόπο και τους εργαζόμενους!
Ένα βήμα που θα παλέψουμε να ολοκληρωθεί τους επόμενους μήνες με τους λιγότερους δυνατούς συμβιβασμούς, προκειμένου η οδηγία να πάρει σάρκα και οστά και να γίνει κομμάτι της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Αλλά και ένα βήμα που θα αγωνιστούμε για να έχει συνέχεια με ακόμη περισσότερες και δικαιότερες πολιτικές για τους εργαζόμενους.
Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που στην Ελλάδα μια κυβέρνηση σε αποδρομή προσπαθεί, όπως κάνει σταθερά τρία χρόνια τώρα, να επαναφέρει από το παράθυρο μνημονιακές ρυθμίσεις χωρίς μνημόνιο! Ενώ η ΕΕ δειλά – δειλά προσπαθεί να αλλάξει πολιτικές και να πείσει οτι έχει πάρει τα μηνύματα των καιρών, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δέσμια επικίνδυνων εμμονών και ακόρεστων ελίτ, τραβά τη χώρα στο μνημονιακό χτες, και τους εργαζόμενους στη φτώχεια.
Και στα Εργασιακά η Κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι μια κυβέρνηση εκτός τόπου και χρόνου που πρέπει να φύγει το συντομότερο.