«Μέχρι πρόσφατα, κάθε εργαζόμενος μπορούσε να καλέσει στο 15512 και ανώνυμα να υποβάλει την καταγγελία του. Εδώ και λίγες μέρες, η γραμμή αυτή έχει καταργηθεί και οι εργαζόμενοι παραπέμπονται στη νέα γραμμή του Υπουργείου Εργασίας, το 1555, το οποίο λειτουργεί σαν ένα ενιαίο τηλεφωνικό κέντρο μέσα από ιδιωτικούς παρόχους» κατήγγειλε στο ραδιόφωνο του TPP, ο πρώην ειδικός γραμματέας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), Πάνος Κορφιάτης, εξηγώντας τα πολλά προβλήματα που δημιουργεί αυτή η αλλαγή, με την κατάργηση της ειδικής γραμμής που δεχόταν χιλιάδες καταγγελίες εργαζομένων κάθε χρόνο. Ερωτηματικά προκαλεί το έργο των 12 εκατ. ευρώ για το τηλεφωνικό κέντρο του Υπουργείου Εργασίας, ενώ δεν είναι η πρώτη φορά που οι αλλαγές της κυβέρνησης Μητσοτάκη φαίνεται ότι προσπαθούν να δέσουν τα χέρια των επιθεωρητών του Σώματος.
συνέντευξη στους Θάνο Καμήλαλη και Κωνσταντίνο Πουλή
Μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΤPP, o Πάνος Κορφιάτης, που δημοσιοποίησε με ανάρτησή του πριν λίγες μέρες το ζήτημα της κατάργησης της ειδικής γραμμής, εξήγησε πως «αυτό που θεωρώ εγώ ότι είναι προβληματικό, είναι καταρχήν ότι πρόκειται για μία υπηρεσία, η οποία έχει τη γνωστή μορφή εξυπηρέτησης πελατών που έχουν τα τηλεφωνικά κέντρα. Επομένως ένας εργαζόμενος που θα πάρει να υποβάλει μία καταγγελία, δεν θα μιλήσει με κάποιον επιθεωρητή, δεν θα μιλήσει με κάποιον άνθρωπο που έχει γνώση της εργατικής νομοθεσίας. Θα μιλήσει με ένα υπάλληλο, ο οποίος έχει να διαχειριστεί την καθημερινότητά του, από ασφαλιστικά ζητήματα, μέχρι ζητήματα εργασιακής νομοθεσίας και κάθε άλλο ζήτημα που έχει στο χαρτοφυλάκιό του το Υπουργείο Εργασίας. Άρα, δεν θα βρει κάποιον να μιλήσει, που θα μπορεί να πάρει κρίσιμες πληροφορίες για τον έλεγχο και δεν θα μπορεί να πάρει σημαντικές πληροφορίες για την εργατική νομοθεσία. Γιατί αυτό ήταν κρίσιμο στοιχείο της γραμμής 15512, στελεχωνόταν από επιθεωρητές, για να μπορούν να απαντάνε σε εξειδικευμένα ερωτήματα, που δεν έχουν εύκολες απαντήσεις. Γι αυτό και οι ίδιοι πολλές φορές έπρεπε να τα ψάχνουν αυτά».
Όπως σημείωσε πρώην ειδικός Γραμματέας του ΣΕΠΕ, «μιλάμε για 3.000 με 5.000 καταγγελίες τον χρόνο, είτε μέσω της τηλεφωνικής γραμμής είτε ηλεκτρονικά, αλλά κυρίως μέσω της γραμμής».
Πρόσθεσε στη συνέχεια πως «υπάρχει και ακόμα μία διάσταση, την οποία πρέπει να τονίσουμε. Οι επιθεωρητές του ΣΕΠΕ μπορούν και δέχονται καταγγελίες, γιατί από τον καταστατικό νόμο του ΣΕΠΕ είναι δεσμευμένοι για το απόρρητο όλων των πληροφοριών που είναι στη διάθεσή τους κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Τώρα, με τις διαδικασίες σε ιδιώτες, προφανώς αυτοί δεν καλύπτονται από καμία αντίστοιχη πρόβλεψη. Έχουμε ένα πρόβλημα δηλαδή και δεοντολογίας και πραγματικό, ότι θα παίρνεις μία ιδιωτική εταιρεία στην ουσία, να καταγγείλεις παραβάσεις που γίνονται στην αγορά, από άλλους ιδιώτες. Αυτό ανοίγει ένα πάρα πολύ μεγάλο ζήτημα, πέρα από το προφανές, της σύγκρουσης συμφερόντων».
Ενώ συνέχισε εξηγώντας ότι «ανοίγει το ζήτημα της εμπιστοσύνης του κόσμου. Ήταν που ήταν δύσκολο να πείσεις έναν άνθρωπο να εμπιστευτεί την καταγγελία του, πόσο μάλλον τώρα, που ξέρουμε ότι αυτή η καταγγελία θα πάει σε έναν ιδιωτικό πάροχο, χωρίς να μπορεί να συμβουλεύσει με υπευθυνότητα τον εργαζόμενο και χωρίς να διασφαλίζει το απόρρητο της επικοινωνίας».
Το ακριβό και πολυδιαφημιζόμενο call center
Η κατάργηση της γραμμής είχε ανακοινωθεί «στα ψιλά» από το Υπουργείο Εργασίας, το οποίο το καλοκαίρι ανέφερε πως «η πρώτη δοκιμαστική φάση λειτουργίας του νέου ενιαίου τηλεφωνικού κέντρου ξεκινά σήμερα και αφορά στην τηλεφωνική εξυπηρέτηση των πολιτών από τον e-ΕΦΚΑ, τον ΟΑΕΔ και τον ΟΠΕΚΑ. Τον Σεπτέμβριο, και με την ολοκλήρωση της δοκιμαστικής περιόδου εντός του Αυγούστου, θα ενταχθεί στο τηλεφωνικό κέντρο και το σύνολο των υπηρεσιών του υπουργείου Εργασίας (ΕΡΓΑΝΗ, ΣΕΠΕ κ.λπ.)».
Πρόκειται μάλιστα για ένα έργο με διόλου ευκαταφρόνητο κόστος των 12 εκατ. μαζί με τον ΦΠΑ, με διάρκεια 12 μηνών, που, αν και εστάλησαν προσκλήσεις σε άλλες μεγάλες εταιρείες του κλάδου, τελικά ανατέθηκε στη μόνη εταιρεία που συμμετείχε τη Deloitte Business Solutions A.E. Αποτέλεσμα της μίας και μοναδικής προσφοράς, είναι η έκπτωση με την οποία δόθηκε το έργο να είναι μόλις 3,27% σε σχέση με την αρχική προκήρυξη. Εντύπωση προκαλεί ότι, όπως έχει σημειώσει και η «Εφημερίδα των Συντακτών», ενώ χωρίζεται σε 7 υποέργα, το 1/4 από το συνολικό ποσό (περίπου 3,4 εκατομμύρια ευρώ) είναι για το υποέργο «Ενέργειες Ενημέρωσης και Δημοσιότητας Εργού» που σχετίζεται με διαφημιστικές δαπάνες. Για υπέρογκα και αδικαιολόγητα ποσά κάνει λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ σε κοινοβουλευτική ερώτησή του, ζητώντας όλα τα απαραίτητα έγγραφα. «Σε ανάλογες προσπάθειες, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για τη δημιουργία ενός call center της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΟΠΕΚΑ που υλοποιεί όλα τα προνοιακά προγράμματα, το εκτιμώμενο κόστος δεν ξεπερνούσε το 1 εκ» υποστηρίζει η αξιωματική αντιπολίτευση.
«Το τότε πρόστιμο 1,6 εκατ. στην Πειραιώς σήμερα θα ήταν 109.000»
Συνεχίζοντας, στη συνέντευξή του ο Πάνος Κορφιάτης αναφέρθηκε στην πρόσφατη καταγγελία του Συλλόγου Υπαλλήλων στις Υπηρεσίες της Τράπεζας Πειραιώς κατά του ΣΕΠΕ, που όπως υποστηρίζει ο Σύλλογος «επί τρεις εβδομάδες κώφευε σε σειρά έγγραφων καταγγελιών». «Χρειάστηκε να προχωρήσουμε σε έγγραφη διαμαρτυρία – καταγγελία στον Υπουργό Εργασίας, κοινοποιούμενη στο σύνολο των κοινοβουλευτικών κομμάτων, προκειμένου να κινητοποιηθεί μόλις χθες το αντίστοιχο τμήμα και να πραγματοποιηθεί τελικά επιτόπιος έλεγχος σε κεντρική υπηρεσία της Τράπεζας Πειραιώς, όπου βρέθηκαν δεκάδες εργαζόμενοι εκτός ωραρίου» ανέφεραν επίσης οι εργαζόμενοι στην Τράπεζα.
«Οι εργαζόμενοι είναι οι ίδιοι, στο ΣΕΠΕ. Κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Επομένως αυτά τα χρόνια κάτι άλλο έχει αλλάξει, σε περιπτώσεις όπου θα γίνονταν έλεγχοι με συνοπτικές διαδικασίες» σχολίασε ο πρώην Ειδικός Γραμματέας του ΣΕΠΕ, θυμίζοντας το πρόστιμο που είχε επιβληθεί από το Σώμα στην Πειραιώς, ύψους 1,63 εκατ. ευρώ, τον Μάιο του 2017, επί ηγεσίας Νάσου Ηλιόπουλου.
Κατήγγειλε μάλιστα πως απλά επειδή κάποια πράγματα δεν γίνονται τυχαία, το ίδιο πρόστιμο, που ήταν νομίζω 1,6 εκατ., αν επιβαλλόταν τώρα, θα ήταν κάτι περισσότερο από 100 χιλιάδες, νομίζω 109.000 ευρώ. Αυτό έγινε, γιατί ένα από τα πρώτα πράγματα που συνέβησαν με την αλλαγή κυβέρνησης, ήταν να αλλάξει η Υπουργική Απόφαση που όριζε τα πρόστιμα του ΣΕΠΕ και να πάμε σε πολύ χαμηλότερες ποινές, στοχευμένα, για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους συστηματικά παραβατικούς εργοδότες».
Εξηγώντας πώς θα μπορούσε να έχει συντελεστεί μία αλλαγή τέτοιου μεγέθους, ανέφερε πως «άλλαξε η κλίμακα. Από ένα πρόστιμο που θα υπολογιζόταν με βάση τις 7.500 ευρώ και θα μπορούσε να πολλαπλασιαστεί, πάμε σε ένα πρόστιμο των 1.000 ευρώ. Σταμάτησε η διάκριση ανάμεσα στον αριθμό εργαζομένων ανά επιχείριση. Δηλαδή το περίπτερο της γειτονιάς και η μεγαλύτερη επιχείρηση στη χώρα αντιμετωπίζονται ισότιμα. Θεωρεί δηλαδή ο νομοθέτης ότι την ίδια αποτρεπτική ισχύ έχει το ίδιο πρόστιμο σε ένα συνοικιακό μαγαζί και στην Τράπεζα Πειραιώς για παράδειγμα. Και ταυτόχρονα ενώ ένα πρόστιμο, πχ. 7.500, αν διαπιστωνόταν για δεύτερη φορά στην ίδια επιχείρηση, διπλασιαζόταν, πλέον η προσαύξηση είναι μεταξύ 10% και 15%, ανάλογα την περίπτωση».
«Μιλάμε για πλήρη αοδιάρθρωση του συστήματος που έχει στη διάθεσή του το ΣΕΠΕ και ένα μήνυμα στην αγορά εργασίας, ότι αν είναι για κάποια χρόνια να παραβιάζεις τη νομοθεσία και να έρθει ένας έλεγχος του ΣΕΠΕ και να πληρώσεις ένα τόσο χαμηλό πρόστιμο, ε μπορεί και να συμφέρει η παραβατικότητα» υπογράμμισε.
«Παραβιάσεις που συντελέστηκαν μέσα στην πανδημία μπαίνουν ως βάση διαπραγμάτευσης σήμερα»
Στον αντεργατικό νόμο Χατζηδάκη, που βαφτίστηκε οργουελικά ως «Προστασία της Εργασίας», η κυβέρνηση διαφήμισε ως αναβάθμιση και ενίσχυση, τη μετατροπή του ΣΕΠΕ σε Ανεξάρτητη Αρχή.
«Η κυβέρνηση έχει προς το παρόν αρκεστεί στο να εξαγγείλει κάποιες κινήσεις για τη στελέχωση του Διοικητικού Συμβουλίου του οργανισμού και δεν έχουμε κάποια περαιτέρω ουσιαστική κίνηση. Όταν όμως μιλάμε για έναν δημόσιο οργανισμό, πρέπει να εστιάζουμε στο τι θα μπορεί να κάνει ο οργανισμός, παρά στο πώς θα λέγεται και τι οργανωτική μορφή θα έχει. Η βασική κριτική που κάναμε και τότε, είναι ότι απλά παίρνουν την υφιστάμενη δομή του ΣΕΠΕ, με τους ίδιους ανθρώπους, με πολύ ελαττωμένο πλαίσιο και εργαλεία ελέγχου λόγω των παρεμβάσεων που έγιναν και το μεταφέρει σε μία μορφή Ανεξάρτητης Αρχής και το θεωρεί όλο αυτό αναβάθμιση. Αναβάθμιση θα ήταν κάτι που θα αύξανε το ανεπαρκές ανθρώπινο δυναμικό, νέες αρμοδιότητες, αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων, όπως το ψηφιακό ωράριο που έχει στη διάθεσή της η ΕΡΓΑΝΗ» σχολίασε ο πρώην ειδικός γραμματέας του ΣΕΠΕ, που αναφέρθηκε εν συντομία και στη συστηματική και συχνά «νομιμοποιημένη» από το κράτος, παραβίαση εργασιακών δικαιωμάτων, στο δυστοπικό τοπίο που διαμόρφωσε η πανδημία.
«Όπου υπάρχει εργοδοτική αυθαιρεσία ξέραμε ότι είναι πιο πιθανό να μη τηρούνται τα μέτρα ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας. Είδαμε, από την πρώτη στιγμή που πάρθηκαν μέτρα για την πανδημία και αφορούσαν την Εργασία, ότι αυτά έγιναν με τελείως διάτρητο τρόπο. Δηλαδή για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα, οι αναστολές γίνονταν εκ των υστέρων, άρα δεν μπορούσε να παρέμβει το ΣΕΠΕ. Είχαμε για πολλούς εργαζόμενους μία μαύρη εργασία που είχε νομιμοποιήσει το ίδιο το κράτος. Για μεγάλο διάστημα επίσης, τα ωράρια και οι υπερωρίες δεν δηλώνονταν, άρα δεν ελέγχονταν. Ξέρουμε ότι η τηλεργασία με τον τρόπο που εφαρμόστηκε οδήγησε πολλούς ανθρώπους να εργάζονται περισσότερο και με χειρότερους όρους»
Απαντώντας επίσης στο σχόλιο για τη «νομοθέτηση της ψηφιακής κάρτας εργασίας» και του «δικαιώματος στην αποσύνδεση», που υποστήριξε ότι ρύθμισε ο Υπουργός Εργασίας, έκανε λόγο για «μία πάρα πολύ μεγάλη παραπληροφόρηση. Καταρχήν δεν προσφέρει τίποτα νέο, σε σχέση με αυτό που υπάρχει ήδη. Τα ωράρια ήδη καταχωρούνται ηλεκτρονικά. Είχαμε δώσει ήδη από τον Ιούνιο του 2019, τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να βλέπουν τα στοιχεία τους στην ΕΡΓΑΝΗ».
«Παραβιάσεις που συντελέστηκαν μέσα στην πανδημία έβαλαν τα θεμέλια ώστε τώρα που μπαίνουμε σε μία νέα φάση, να ξεκινήσουμε με αυτά ως βάση διαπραγμάτευσης. Με ένα πήχη πιο χαμηλά από ότι τον αφήσαμε» τόνισε κλείνοντας ο Πάνος Κορφιάτης.
Αναδημοσίευση από: thepressproject.gr