Το σύνθημα για τη μετά Covid εποχή μπορεί να είναι «ξαναπιάνουμε δουλειά», αλλά τους εργαζόμενους τους έχουν ζώσει τα φίδια, αφού μετά τις ανακοινώσεις για το τσουνάμι των εργασιακών μέτρων, που τους επιφυλάσσει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη, ο δεύτερος σκόπελος λέγεται αύξηση του κατώτατου μισθού.
Το υπουργείο Εργασίας μάλιστα παρότι αρχικά ήταν διστακτικό, ακόμη και να εκκινήσει την τετράμηνη διαδικασία – τελικώς το προχώρησε γνωρίζοντας μάλλον ότι πρόκειται για μια συμβολική και όχι ουσιαστική κίνηση με σκοπό να καταγραφούν οι απόψεις όλων των εμπλεκόμενων κοινωνικών εταίρων, αλλά και φορέων και επιστημονικών ινστιτούτων, στην συγκεκριμένη συγκυρία. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η πλειονότητα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (17), παρά την πανδημία, προχώρησαν σε αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου του 2021.
Κοινή εργοδοτική γραμμή
Τι δείχνουν οι θέσεις που αντάλλαξαν οι εργοδοτικές οργανώσεις εν όψει της προφορικής διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό του έτους 2021 τη Δευτέρα 24 Μαΐου; Το προφανές: Οι εργοδοτικές οργανώσεις έχουν χαράξει κόκκινη γραμμή χρησιμοποιώντας το γνωστό τους όπλο ότι δηλαδή η όποια τυχόν αύξηση στον κατώτατο των 650 ευρώ (ή 558,22 ευρώ το πληρωτέο ποσό στον εργαζόμενο) θα ενεργοποιήσει …απολύσεις.
Στη συνάντηση, την οποία συντονίζει ειδική τριμελής επιτροπή με επικεφαλής τον πρόεδρο του ΟΜΕΔ, καθηγητή Δ. Παπαδημητρίου, μετέχουν ο πρόεδρο της ΓΣΕΕ, Γ. Παναγόπουλος, και οι επικεφαλής των εργοδοτικών οργανώσεων Δ. Παπαλεξόπουλος (ΣΕΒ), Γ. Καββαθάς (ΓΣΕΒΕΕ), Γ. Καρανίκας (ΕΣΕΕ), Γ. Ρέτσος (ΣΕΤΕ) και Αθ. Σαββάκης (ΣΒΕ).
Η σκληρή ΕΣΕΕ
Πιο άτεγκτη εμφανίζεται η οργάνωση των εμπόρων, η ΕΣΕΕ, η οποία αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο με τη θέση των ευρωπαϊκών εργοδοτικών οργανώσεων για το σχέδιο Οδηγίας που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο σχετικά με «επαρκείς κατώτατους μισθούς», ώστε στο εγγύς μέλλον όλοι οι εργαζόμενοι να έχουν τα απαραίτητα μέσα διαβίωσης. Η ΕΣΕΕ υπενθυμίζει ότι η ευρωπαϊκή εργοδοτική οργάνωση των επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων (SMEunited) όχι μόνο αμφισβητεί τη νομική βάση της πρότασης της Ε.Ε., αλλά και τον ορισμό «επαρκείς μισθοί».
Ταυτοχρόνως φαίνεται να ασπάζεται τη θέση της ευρωπαϊκής οργάνωσης περί «γραφειοκρατικού κόστους παρακολούθησης του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους και τους εργοδότες» καθώς και τις ενστάσεις της για αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα των ΜΜΕ. Στο ίδιο πλαίσιο παραθέτει και τη «μεγάλη επιφύλαξη για μεταβολές στον κατώτατο μισθό» από την ευρωπαϊκή οργάνωση εμπορίου Eurocommerce.
«Ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού μοιάζει να μη λαμβάνει υπόψη της την ίδια την πραγματικότητα» λέει η ΕΣΕΕ, τονίζοντας ότι δεν ελήφθη υπόψη και η δική της θέση «όπως άλλωστε και των άλλων εργοδοτικών οργανώσεων» το 2018, όταν, όπως υποστηρίζει, «προκρίθηκαν άλλα κριτήρια υπό το πρίσμα των τότε πολιτικών εξελίξεων».
Ωστόσο, παραδέχεται ότι «ο επιχειρηματικός κόσμος κατόρθωσε να ανταποκριθεί», παρότι αυτό το αποδίδει εν γένει «στις θετικές προσδοκίες για την ανοδική πορεία της οικονομίας».
Συνοψίζοντας το βασικό και κεφαλαιώδες επιχείρημα της ΕΣΕΕ αλλά και των άλλων εργοδοτικών οργανώσεων είναι ότι εάν αυξηθούν οι κατώτατοι μισθοί, οι επιχειρήσεις και δη «οι micro που απασχολούν το 54% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα» υπό τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας θα αναγκαστούν σε απολύσεις.
Η ΓΣΕΒΕΕ είναι η μόνη εργοδοτική οργάνωση που θέτει την ανάγκη επαναφοράς στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις αλλά δεν προτείνει αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ ο ΣΕΒ προτείνει η αύξηση του «διαθέσιμου εισοδήματος όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό» να προκύψει από «τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ειδικά σε σχέση με τη φορολογία της εργασίας και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.
Η θέση του ΣΕΒ
Τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι άμεσες αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας το 2021 δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, ειδικά μεγάλης κλίμακας» καταλήγει ο ΣΕΒ, δίνοντας έμφαση στους «κλάδους του λιανικού και χονδρικού εμπορίου και των υπηρεσιών εστίασης». Κλάδοι που όπως σημειώνει «επλήγησαν βαθύτατα το 2020 λόγω της πρωτόγνωρης υγειονομικής κρίσης, έχοντας δημιουργήσει το 33,4% των νέων θέσεων της περιόδου 2016-2020, εκ των οποίων το 98% αμειβόμενες με τον κατώτατο μισθό».
Αρνητικός στην αύξηση του κατώτατου μισθού το 2021 εμφανίζεται και ο ΣΕΤΕ, ο οποίος προτάσσει τον κίνδυνο να οδηγήσει προς τα πάνω και τους μέσους μισθούς λόγω και της υψηλής αναλογίας του «που φτάνει στο 80,2% του αντίστοιχου μέσου μισθού στις πολύ μικρές επιχειρήσεις». Αντιθέτως, το γενικό μέσο επίπεδο αναγνωρίζει ότι «βρίσκεται σε σχετικά ασφαλή όρια» -που θεωρείται το 50% του μέσου- «όσον αφορά την επίπτωση του κατώτατου στην παραγωγικότητα της εργασίας, στην ανταγωνιστικότητα και στην ανάπτυξη και κυρίως στην αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας που πρέπει να αποτελούν την απόλυτη προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής».
Από το 2023 και αν…
Το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο υψηλός είναι ο μέσος μισθός; Σύμφωνα με τα στοιχεία των απογραφών του ΕΦΚΑ (Ιανουάριος 2020), ο μέσος μισθός για πλήρη απασχόληση στις κοινές επιχειρήσεις με 10 μισθωτούς και άνω δεν ξεπερνά το «ιλιγγιώδες» ποσό των 1.365,35 ευρώ μικτά (1.056,42 ευρώ καθαρά).
«Το ύψος του συνήθως συμπαρασύρει και τον μέσο μισθό, με σημείο εκκίνησης του επηρεασμού προς τα πάνω το τμήμα των εργαζομένων που βρίσκονται μισθολογικά λίγο περισσότερο από τον κατώτατο μισθό. Άρα, μη λελογισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού μπορεί να λειτουργήσει επιβαρυντικά στο ήδη βεβαρυμένο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων» αναφέρει στο ίδιο πνεύμα ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), συμπληρώνοντας: «Ο κατώτατος μισθός να παραμείνει και την επόμενη χρονιά στο ύψος των 650 ευρώ, αλλά να συνοδεύεται απαραίτητα από φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων και να εξεταστούν πιθανά άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημά τους».
Ποιοι παράγοντες προσδιορίζουν το ύψος του κατώτατου μισθού: Η κατάσταση της οικονομίας με αιχμή τις προοπτικές για ανάπτυξη αλλά και παράγοντες όπως η παραγωγικότητα, οι τιμές, η ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση, τα εισοδήματα και οι μισθοί και το ποσοστό της ανεργίας.
Τελικά πότε ενδέχεται να αλλάξει ο κατώτατος μισθός; Με τα σημερινά δεδομένα και τη στάση εργοδοτών και κυβέρνησης που εστιάζουν αποκλειστικά στην ανασυγκρότηση της οικονομίας, η όποια αναπροσαρμογή αποκλείεται για φέτος αλλά και για το 2022. Δηλαδή ουσιαστικές πιθανότητες υπάρχουν από το 2023 και βλέπουμε…
Πηγή : https://www.sofokleousin.gr