Ο νέος εργασιακός χάρτης διά χειρός Χατζηδάκη δεν σταματάει στο ελαστικό οκτάωρο…

      Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ο νέος εργασιακός χάρτης διά χειρός Χατζηδάκη δεν σταματάει στο ελαστικό οκτάωρο…

Ωράριο εργασίας – λάστιχο, με μείωση αποδοχών για τους εργαζόμενους, ανεξέλεγκτες απολύσεις, θεσμικός περιορισμός των συνδικάτων με ουσιαστική αφαίρεση της δυνατότητας να υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας και ποινικοποίηση των απεργιών.

Αυτή η σύνοψη των διατάξεων του εργασιακού νομοσχεδίου που θα κατατεθεί στη Βουλή αμέσως μετά το Πάσχα περιγράφει σε σημαντικό βαθμό το πισωγύρισμα και την αποκαθήλωση δημοκρατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων δεκαετιών. Με τον υπουργό Εργασίας Κ. Χατζηδάκη να βαφτίζει τη βαρβαρότητα των νέων διατάξεων “ριζοσπαστικό εκσυχρονισμό” της αγοράς εργασίας. Πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησαν οι δανειστές την περίοδο 2011 – 2015.

Η κατάργηση του οκταώρου

“Δίνουμε μεγαλύτερη ευελιξία στον εργαζόμενο, χωρίς να μειώνουμε το εισόδημά του”, ισχυρίζεται σε διαδοχικές τηλεοπτικές εμφανίσεις του ο Κ. Χατζηδάκης. Ωστόσο, βλέποντας τις τελευταίες ημέρες ότι ο πρώτος “επικοινωνιακός” γύρος δεν κατάφερε να αποκρύψει την κατάργηση του οκταώρου και την επιβολή εβδομάδας 50 ωρών εργασίας, καταφεύγει σε συσκότιση της πραγματικότητας και με “διατεταγμένα” δημοσιεύματα ανακατεύει την τετραήμερη εργασία (που υιοθετείται “πιλοτικά” στην Ισπανία) με τη δεκάωρη ημερήσια εργασία και το ωράριο – λάστιχο που θέλει να επιβάλει προκειμένου να γίνει πραγματικότητα το από εικοσαετίας σχέδιο του ΣΕΒ.

Η πραγματικότητα ωστόσο είναι εντελώς διαφορετική. Με το εργασιακό νομοσχέδιο, επιχειρήσεις και εργοδότες θα μπορούν να απασχολούν επιπλέον δύο ώρες το προσωπικό τους πέραν του οκταώρου σε τουλάχιστον εξάμηνη βάση, συμψηφίζοντας τον επιπλέον χρόνο των δύο ωρών ως ακολούθως: Με συμψηφισμό, δηλαδή με μείωση του ωραρίου από τις οκτώ στις έξι ώρες το επόμενο εξάμηνο, με χορήγηση ρεπό ή με επιπλέον άδεια.

Ακόμα και τα Νέα την Τρίτη διαπίστωσαν ότι το ωράριο εργασίας γίνεται “λάστιχο”. Μετά δύο ημέρες ανακάλυψαν ότι το δεκάωρο μπορεί να συνδυαστεί με εργασιακή εβδομάδα τεσσάρων ημερών. Φιλότιμη η προσπάθεια να παρουσιαστεί ως «φιλεργατικό» το νομοσχέδιο, αλλά η πραγματικότητα δεν μπορεί να κρυφτεί ούτε να αναστραφεί

Περισσότερες υπερωρίες, χαμηλότερες αμοιβές

Για έξι συνεχόμενους μήνες οι εργαζόμενοι θα υποχρεώνονται σε δεκάωρη εργασία και θα αμείβονται για οκτώ ώρες, ενώ οι επιχειρήσεις και εργοδότες, το ίδιο διάστημα (της δεκάωρης εργασίας) και το επόμενο (με μειωμένο ωράριο, που θα χορηγούνται άδειες ή ρεπό), θα έχουν τη δυνατότητα επιπλέον υπερωριών, καθώς με το νομοσχέδιο αυξάνονται στο υπερδιπλάσιο οι υπερωρίες που θα μπορεί να επιβάλει σε ετήσια βάση ο εργοδότης.

Επομένως οι εργαζόμενοι θα εργάζονται περισσότερες ώρες εργασίας και θα έχουν μικρότερες απολαβές, καθώς το ελαστικό ωράριο σε συνδυασμό με την αύξηση του πλαφόν υπερωρίας θα μειώσει το κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις εις βάρος των εργαζομένων.

Συγκεκριμένα, το ετήσιο πλαφόν των υπερωριών διπλασιάζεται και θα φτάνει τις 150 ώρες, όταν σήμερα το ανώτατο όριο είναι 48 ώρες (π.χ. για τους εργαζόμενους στις βιομηχανίες), αλλά και τις 120 ώρες για τους εργαζόμενους στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.

Επιπλέον, σύμφωνα με τη σχετική διάταξη που περιλαμβάνεται στο εργασιακό νομοσχέδιο, στις επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται το συμβατικό ωράριο εργασίας έως 40 ώρες την εβδομάδα, ο εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται πέντε επιπλέον ώρες την εβδομάδα κατά την κρίση του εργοδότη. Μάλιστα οι συγκεκριμένες επιπλέον ώρες υπερεργασίας (από 41η έως και 45η) αμείβονται με 20% προσαύξηση του ημερομισθίου, που δεν συνυπολογίζονται στα όρια υπερωριακής απασχόλησης. Για όσους εργάζονται έξι ημέρες την εβδομάδα, η υπερεργασία φτάνει τις οκτώ ώρες επιπλέον την εβδομάδα και συνολικά τις 48.

Ελεύθερες και ανεξέλεγκτες οι απολύσεις

Ο νέος εργασιακός χάρτης διά χειρός του υπουργού Εργασίας δεν σταματάει στο ελαστικό οκτάωρο, τον υπερδιπλασιασμό των φθηνών υπερωριών και τις χαμηλότερες αμοιβές για τους εργαζόμενους, αλλά απλώνεται και στις ελάχιστες διατάξεις που ισχύουν ακόμα και προστατεύουν τους εργαζόμενους από εργοδοτικές αυθαιρεσίες.

Με διάταξη στο εργασιακό νομοσχέδιο που αποκάλυψε η ΑΥΓΗ την περασμένη Παρασκευή, ο κ. Χατζηδάκης καταφέρνει ίσως το πλέον σοβαρό πλήγμα στα δικαιώματα των εργαζομένων, χειρότερο ακόμα και από την επιβολή των απλήρωτων υπερωριών και την κατάργηση του οκταώρου.

Με διάταξη στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι καταργείται η επαναπρόσληψη του εργαζόμενου, στην περίπτωση που έχει κριθεί δικαστικά ως άκυρη η απόλυσή του, ενώ περιορίζονται σημαντικά οι αποζημιώσεις που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις.

Συγκεκριμένα, η διάταξη προβλέπει επιπλέον αποζημίωση, αντί της ισχύουσας σήμερα υποχρεωτικής επαναπρόσληψης για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, στην περίπτωση που η απόλυσή τους κριθεί άκυρη από τα δικαστήρια.

Ακόμα, η «έξτρα» αποζημίωση που θα καταβάλει η επιχείρηση στον εργαζόμενο (μισθοί υπερημερίας) προκειμένου να μην τον επαναπροσλάβει περιορίζονται σημαντικά (θα κυμαίνονται από 3 έως 24 επιπλέον μισθούς), ενώ ακόμα και το ποσό που θα λάβει ο εργαζόμενος θα εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης.

Η απόλυση ως αστική ποινή

Σήμερα, στην περίπτωση απόλυσης που κρίνεται δικαστικά άκυρη, η “έξτρα” αποζημίωση που μπορεί να επιδικαστεί καλύπτει όλους τους μισθούς του εργαζόμενου από την ημέρα της απόλυσής του. Με τη διάταξη Χατζηδάκη, που αναφέρεται σε αποζημίωση απόλυσης ως “αστική ποινή”, τα χρήματα (μισθοί) που θα λάβει ο εργαζόμενος θα αφορούν από 3 έως 24 μήνες.

“Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι ο εργοδότης, ακόμα και αν παράνομα απέλυσε τον εργαζόμενο της επιχείρησης, δεν θα έχει την υποχρέωση επαναπρόσληψης, αλλά θα μπορεί να δώσει ορισμένους μισθούς, ως αστική ποινή, και μόνο στην περίπτωση που το επιτρέπει η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης”, σημειώνει ο δικηγόρος – εργατολόγος Δ. Τεμπονέρας, σχολιάζοντας την επίμαχη διάταξη του εργασιακού νομοσχεδίου.

Επομένως αν η απόλυση πραγματοποιηθεί με την επίκληση οικονομοτεχνικών λόγων εκ μέρους της επιχείρησης ή για λόγους εκδικητικότητας προς τον εργαζόμενο, ο εργοδότης θα επιβαρύνεται μόνο με την καταβολή μερικών μισθών επιπλέον της αποζημίωσης και μόνο αν έχει την οικονομική δυνατότητα να τους καταβάλει. Έτσι, με τη συγκεκριμένη διάταξη όχι μόνο απελευθερώνονται οι απολύσεις αλλά λύνονται τα χέρια των εργοδοτών, εν μέσω πανδημίας, να προχωρήσουν σε ανεξέλεγκτες απολύσεις.

Ακόμα, με άλλη ρύθμιση του εργασιακού νομοσχεδίου, ορίζεται ότι ο εργοδότης θα έχει στη διάθεσή του προθεσμία τεσσάρων μηνών προκειμένου να τηρήσει σωστά τις διατυπώσεις ώστε να μην κηρυχθεί άκυρη η απόλυση του εργαζόμενου. Με άλλα λόγια, ο εργοδότης θα απολύει και θα έχει περιθώριο τέσσερις μήνες να «διορθώσει» την απόλυση, προφανώς ασκώντας τις κατάλληλες πιέσεις στον εργαζόμενο, ώστε να μην προσφύγει στα δικαστήρια (π.χ. υπογράφοντας οικειοθελή παραίτηση), οπότε σταματά η ακυρότητα καταγγελίας και η επιδίκαση μισθών υπερημερίας.

Να σημειωθεί ότι, μετις ισχύουσες διατάξεις, η άκυρη ή η καταχρηστική απόλυση συνεπάγεται την ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας και, επομένως, τη μη λύση της σχέσης εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι η σχέση εργασίας παραμένει ενεργή και ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση καταβολής του συμφωνημένου ή νόμιμου μισθού, αλλά και μισθούς υπερημερίας, την αξίωση για πραγματική απασχόληση και, ενδεχομένως, την αξίωση για δώρα εορτών, αποδοχές και επίδομα αδείας.

Η ανατροπή στις συμβάσεις και η ποινικοποίηση των απεργιών

Ένας από τους διακαείς πόθους του ΣΕΒ, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, ήταν ο περιορισμός των διαπραγματεύσεων στις επιχειρήσεις και η σύναψη “ατομικών συμβάσεων” εργασίας. Αν η μισή δουλειά στο νομοσχέδιο επιτυγχάνεται με τις προβλέψεις για “ατομικές διαπραγματεύσεις” και τη μετατροπή του οκταώρου σε δεκάωρο, η άλλη μισή προβλέπεται με συγκεκριμένες διατάξεις που περιορίζουν δραστικά τη λειτουργία των συνδικάτων, οδηγώντας ακόμα και στον αποκλεισμό τους από την υπογραφή συλλογικής σύμβασης.

Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο Χατζηδάκη με ρητή διάταξη προβλέπει την υποχρέωση συνδικάτων και εργοδοτών να εγγράφονται σε αντίστοιχα μητρώα, προκειμένου να αποκτούν την ικανότητα για συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Τέτοια προϋπόθεση (υποχρεωτικής εγγραφής στο μητρώο) δεν υφίσταται σήμερα και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ΣΣΕ γίνονται από την αντιπροσωπευτικότερη συνδικαλιστική οργάνωση. Με τη συγκεκριμένη διάταξη του εργασιακού νομοσχεδίου, ένα συνδικάτο θα έχει την ικανότητα της διαπραγμάτευσης μόνο με την εγγραφή των εκπροσώπων του στο μητρώο.

Όπως εκτιμούν συνδικαλιστικοί παράγοντες, η συγκεκριμένη διάταξη θα δημιουργήσει γραφειοκρατικά προσκόμματα, περιορίζοντας σημαντικά το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του «συνδικαλίζεσθαι». Επίσης, σημειώνουν, με τη συγκεκριμένη διάταξη καταργείται η παράγραφος 4 του άρθρου 2 του νόμου 1876 του 1990, γνωστού κι ως συνδικαλιστικού νόμου, που προβλέπει ότι αντικείμενο συλλογικών συμβάσεων μπορεί να είναι και διάφορα ζητήματα περί επιχειρηματικής πολιτικής, στο μέτρο που αυτά επηρεάζουν άμεσα τις εργασιακές σχέσεις.

Ακόμα και νομικοί κύκλοι εκτιμούν ότι αν η ικανότητα για συλλογικές διαπραγματεύσεις συνδεθεί με διοικητικές και «γραφειοκρατικού» τύπου διαδικασίες, όπως, για παράδειγμα, η υποχρέωση των οργανώσεων να υποβάλουν οικονομικές καταστάσεις προκειμένου να εγγραφούν στο μητρώο, “ελλοχεύει ο κίνδυνος να αποκλειστούν συνδικαλιστικές οργανώσεις από το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης”.

Κυρώσεις που οδηγούν σε lock out

Με το νομοσχέδιο προωθείται η εκ βάθρων αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου, καθώς προβλέπεται η εξ αποστάσεως συμμετοχή σε γενικές συνελεύσεις, αλλά και η υποχρεωτική εφαρμογή ηλεκτρονικής ψήφου για την πραγματοποίηση απεργίας.

Συγκεκριμένα, στην προειδοποίηση για απεργία θα πρέπει επίσης να αναφέρονται και τα αιτήματα και οι λόγοι που τα θεμελιώνουν, ενώ θα απαγορεύονται οι καταλήψεις χώρων και εισόδων και η άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας, καθώς, εάν γίνονται, η απεργία θα καθίσταται παράνομη. Όσοι μετέχουν σε κατάληψη ή βιαιοπραγούν, θα διαπράττουν ποινικώς κολάσιμη πράξη.

Επίσης προβλέπονται αλλαγές όπως η προϋπόθεση απογραφής στο ήδη νομοθετημένο Γενικό Μητρώο για την άσκηση συνδικαλιστικού δικαιώματος αλλά και η πρόβλεψη ηλεκτρονικής ψηφοφορίας κατά τη γενική συνέλευση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, ιδίως για τη λήψη απόφασης απεργίας.

Ακόμα προβλέπεται σημαντική αύξηση στο 35% για το προσωπικό ασφαλείας που θα πρέπει να εργάζεται σε περίπτωση απεργίας στις επιχειρήσεις που η λειτουργία τους είναι κρίσιμη για το κοινωνικό σύνολο, στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ και στα ΝΠΔΔ. Με άλλα λόγια, η προκήρυξη απεργίας δεν θα “νεκρώνει” τον στενό και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ μια απεργιακή κινητοποίηση μπορεί να σταματάει με δικαστική απόφαση, στην περίπτωση που δεν τηρούνται οι νέοι αυστηροί όροι που θα επιτρέπουν τη διεξαγωγή της.

πηγή– ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ