Με ανακοίνωσή τους ο Σύλλογος Τεχνικών & Υγειονομικών Επιθεωρητών καταγγέλλουν απίστευτα πράγματα, όπως ότι, με προφορική εντολή καλούνται να “βοηθούν” την ΕΑΔ σε ελέγχους σε εργασιακούς χώρους και να συνυπογράφουν πρόστιμα στους εργαζόμενους που ενώ είναι δηλωμένοι ως τηλεργαζόμενοι, βρίσκονται στους χώρους εργασίας και όχι στους εργοδότες.
Διαβάστε την ανακοίνωση του συλλόγου:
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ – ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΣΕ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΑΝΤΙ ΣΕ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ
Δυστυχώς πολύ γρήγορα δικαιωθήκαμε.
Πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, ενημερωθήκαμε ότι τα μικτά κλιμάκια που ορίστηκαν με εντολή του Διοικητή της ΕΑΔ (αποτελούμενα από ελεγκτές της ΕΑΔ και Επιθεωρητές Εργασίας συνεπικουρούμενοι από αστυνομικά όργανα), με πρωτοβουλία των ελεγκτών της ΕΑΔ, διαπίστωσαν παραβιάσεις των κανόνων περιορισμού της κυκλοφορίας σε εργαζόμενους οι οποίοι, ενώ ήταν δηλωμένοι στον πίνακα εκείνων που θα εργάζονταν με τηλεργασία, ευρέθησαν να εργάζονται στο φυσικό εργασιακό χώρο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες σε αυτά, Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, να συνυπογράψουν στο έντυπο του προστίμου προς τους εργαζόμενους, όπως σαφώς αναγράφεται στην γραπτή εντολή ελέγχου του Διοικητή της ΕΑΔ.
Αντίστοιχη εντολή περί συνυπογραφής σε πρόστιμα που θα επιβάλλονται σε εργαζόμενους, ΠΡΟΦΟΡΙΚΑ όμως μόνο, είχε δοθεί και από την Γενική Γραμματέα του Υπουργείου Εργασίας κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης που πραγματοποίησε την 21/11/2020 με τους διευθυντές του ΣΕΠΕ, παρότι της είχε έντονα επισημανθεί η αντίφαση, επιβολής προστίμου σε εργαζόμενο από Επιθεωρητή Εργασίας -τόσο ως προς το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα περί των αρμοδιοτήτων των Επιθεωρητών, όσο και στην ουσία της πράξης αυτής- καθώς και η καταστρατήγηση της Αρχής Ευθύνης του Εργοδότη που απορρέει από κάτι τέτοιο.
Στις περιπτώσεις δε, όπου Επιθεωρητές απευθύνθηκαν στο γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή και ενώ ευρίσκονταν σε εξέλιξη έλεγχος κατόπιν εντολής του Διοικητή της ΕΑΔ, όντας σε δύσκολη θέση εξαιτίας της υποχρέωσής τους να συνυπογράψουν τα πρόστιμα που επιβάλλει η ΕΑΔ σε εργαζόμενους, η απάντηση που τους δόθηκε, πάντα προφορικά, ήταν να συνυπογραφούν.
Με άλλα λόγια, ο Γενικός Επιθεωρητής, η Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας και φυσικά ο Υπουργός Εργασίας, με την πολυετή εμπειρία τους στο χώρο και όντας οι πλέον αρμόδιοι να διευκρινίσουν με σαφήνεια και ακρίβεια τέτοια ζητήματα, κρίνουν ότι «τόσο απλά θέματα», είναι δυνατόν να διευθετηθούν με ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ εντολές/οδηγίες προς τους Επιθεωρητές.
Ας έρθουμε όμως στην ουσία της υπόθεσης, παραθέτοντας τα πραγματικά γεγονότα και ας δούμε αν όντως υφίστανται παραβάσεις της νομοθεσίας και αν υφίστανται από ποιους :
· Οι εργαζόμενοι δέχθηκαν εντολή από τους εργοδότες τους να προσέλθουν στην εργασία τους για να εργαστούν.
· Προκειμένου να συμβεί αυτό και οι εργαζόμενοι να παρευρίσκονται νόμιμα στον χώρο εργασίας, ο εργοδότης εξέδωσε και τους παρείχε άδεια μετακίνησης για λόγους εργασίας, από το Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ
· Οι εργαζόμενοι όφειλαν λοιπόν να παρευρίσκονται στον χώρο εργασίας τους σύμφωνα με την εντολή του εργοδότη τους, τηρώντας όλα τα προβλεπόμενα μέτρα για την προστασία από τον ιό Sars Cov 2, τα οποία και τηρούσαν.
· Ο εργοδότης όφειλε να έχει καταρτίσει ονομαστικό πίνακα των εργαζομένων που ευρίσκονται σε καθεστώς τηλεεργασίας και να τον επικαιροποιεί κάθε φορά που θα προέκυπταν αλλαγές των προσώπων που θα εργάζονταν με φυσική παρουσία στο χώρο εργασίας.
· Οι εργαζόμενοι δεν έχουν δυνατότητα πρόσβασης στον πίνακα εργαζομένων με τηλεργασία από το σπίτι τους, καθώς ο πίνακας αναρτάται στην επιχείρηση.
Ρωτάμε λοιπόν τους αρμόδιους.
1. Με βάση τα παραπάνω, από πού προκύπτει παράβαση για τους εργαζόμενους και ποια είναι αυτή; Η μοναδική παράβαση που υφίσταται σε όλη την διαδικασία είναι η μη τήρηση εκ μέρους του εργοδότη της υποχρέωσης για επικαιροποίηση του πίνακα εργαζομένων που ευρίσκονται σε καθεστώς εξ’ αποστάσεως εργασίας. Με ποιο σκεπτικό λοιπόν οι ελεγκτές της ΕΑΔ διαπιστώνουν παραβάσεις, επιβάλουν πρόστιμα στους εργαζόμενους και επιπλέον απαιτούν από τους Επιθεωρητές Εργασίας να τα συνυπογράψουν;
2. Οι ελεγκτές της ΕΑΔ έχουν αποκτήσει αρμοδιότητά για τον έλεγχο της εφαρμογής εργατικής νομοθεσίας σε ζητήματα εργασιακών σχέσεων; Εάν ναι, για ποιο λόγο διατίθενται επιθεωρητές του ΣΕΠΕ να συνδράμουν στον έλεγχό τους; Εάν όχι, για ποιο λόγο διατίθενται στην ΕΑΔ κατά βάσιν Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, οι οποίοι δεν έχουν αρμοδιότητα σε ζητήματα εργασιακών σχέσεων (πχ έλεγχος παραβάσεων που αφορούν τις καταστάσεις προσωπικού κλπ), καταλήγοντας επί του πρακτέου να μην γίνεται ολοκληρωμένος και ενδελεχής έλεγχος για την τηλεργασία;
Επειδή σας έχουμε προειδοποιήσει έγκαιρα:
· για τις συνέπειες της, εφαρμογής της προχειρογραμμένης ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ.71342/6.11.2020, η οποία αντιλαμβάνεται τους εργαζόμενους ως φυσικά και μόνο πρόσωπα, αποκόπτοντάς τους από την ιδιότητα τους ως εργαζόμενους και που καταλήγει να τους επιρρίπτονται ευθύνες που θα αναλογούσαν στην εργοδοσία,
· για την αντίφαση που υπάρχει στα άρθρα 6 και 9 της συγκεκριμένης ΚΥΑ όπου προβλέπεται, στο μεν πρώτο η επιβολή προστίμων από τα ελεγκτικά όργανα σε φυσικά πρόσωπα, στο δε δεύτερο ότι οι ελεγκτικοί οργανισμοί θα λειτουργήσουν εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Επιθεωρητές Εργασίας έχουν αρμοδιότητα για επιβολή προστίμων μόνο σε εργοδότες και όχι σε εργαζόμενους,
· για την απαράδεκτη εντολή ελέγχου του Διοικητή της ΕΑΔ περί συνυπογραφής όλων των μελών του κλιμακίου τη στιγμή που, αφενός το κύριο αντικείμενο των ελεγκτών της ΕΑΔ δεν είναι ο έλεγχος της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας και άρα δεν διαθέτουν και το ανάλογο επίπεδο γνώσεων και εμπειρίας, αφετέρου οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι επί του θέματος, οι Επιθεωρητές του ΣΕΠΕ, διατυπώνουν εξ’ αρχής τις ενστάσεις τους και αγνοούνται σκανδαλωδώς,
· για τον μη σαφή καθορισμό των αρμοδιοτήτων των συμμετεχόντων στα ελεγκτικά κλιμάκια
· για την έλλειψη σαφών και εξειδικευμένων οδηγιών για τη διενέργεια των ελέγχων,
ζητάμε, από την διοίκηση του ΣΕΠΕ, την Γενική Γραμματέα Εργασίας και την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας εν γένει, έστω και τώρα, να αναλογιστεί το μέγεθος των ευθυνών της, να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, να αναλάβουν τις ευθύνες τους και
να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε:
1. Να καθοριστούν σαφή όρια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων των συμμετεχόντων στα μικτά κλιμάκια ελέγχου με τους ελεγκτές της ΕΑΔ
2. Να δοθούν ΓΡΑΠΤΩΣ, σαφείς και ξεκάθαρες οδηγίες για το πλαίσιο των ελέγχων αλλά και τον τρόπο επιβολής των κυρώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τον Ν. 3996/11, το ΠΔ 134/17, τον ΚΝΥΑΕ (Ν. 3850/10) και εν γένει τα προβλεπόμενα από την εργατική νομοθεσία, ιδίως σε ότι αφορά στα περί του έργου και την αποστολή του ΣΕΠΕ και τις αρμοδιότητες των Επιθεωρητών Εργασίας.
3. Να υπάρξουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις στην ΚΥΑ που επιβάλλει τα μέτρα για την προστασία από την διασπορά του ιού, όπως δεσμεύτηκε η Γενική Γραμματέας Εργασίας στην πρόσφατη τηλεδιάσκεψη με τους Διευθυντές του Σ.ΕΠ.Ε.