Ο εργαζόμενος, προσαρμοσμένος στις ανάγκες του ΣΕΒ, θα εργάζεται περισσότερο και θα αμείβεται λιγότερο
του Διονύση Τεμπονέρα
«Η κυβέρνηση δεν σχολιάζει τίποτα πριν την κατάθεση του νέου νομοσχεδίου για τα εργασιακά». Αυτή είναι η απάντηση που λαμβάνουν οι δημοσιογράφοι, σε επικοινωνία με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Πριν την κατάθεση του ασφαλιστικού νόμου 4670/2020, τον περασμένο Φεβρουάριο, που θα φέρει(;) αυξήσεις στις συντάξεις, ήδη υπήρχαν πίνακες, ποσά και ο ίδιος ο υπουργός, σε ρόλο τηλεπαρουσιαστή, δεν σταματούσε να προσφέρει αναλυτικές πληροφορίες.
Τι άλλαξε τώρα;
Μα είναι απλό. Το νομοσχέδιο, που έρχεται είναι σκέτος «οδοστρωτήρας» και επιφυλάσσει για τον εργαζόμενο ρυθμίσεις που καταλήγουν σε ένα απλό «σχήμα».
Ο εργαζόμενος, προσαρμοσμένος στις ανάγκες του ΣΕΒ, θα εργάζεται περισσότερο και θα αμείβεται λιγότερο.
Οι πληροφορίες λένε ότι οι ρυθμίσεις περιλαμβάνουν:
1. Τον συμψηφισμό των υπερωριών με ρεπό ή άδεια, δίχως ο εργαζόμενος να έχει το δικαίωμα να αρνηθεί. Συγκεκριμένα, εξετάζεται να υπάρχει δυνατότητα αναπροσαρμογής του ημερήσιου χρόνου εργασίας, χωρίς όμως να μειώνεται ο συνολικός αριθμός των κανονικών ωρών εργασίας, ανά εβδομάδα.
2. Σχεδιάζεται η αλλαγή του πλαφόν των υπερωριών προς τα πάνω. Το γεγονός αυτό θα καταστήσει τις υπερωρίες σημαντικά φθηνότερες για την επιχείρηση, ενώ ο εργαζόμενος θα είναι υποχρεωμένος, να δουλεύει περισσότερο.
3. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου υπερεργασίας. Η κυβέρνηση θέλει σταδιακά να καταργήσει τη διάκριση ανάμεσα σε υπερωρία και υπερεργασία, ώστε να μειωθεί το κόστος εργασίας για τους εργοδότες.
4. Προωθούνται το ψηφιακό ωράριο και η ηλεκτρονική κάρτα εργασίας. Ενώ θεωρητικά ο σκοπός των ρυθμίσεων αυτών είναι να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια και να καταπολεμηθεί η υποδηλωμένη και αδήλωτη εργασία, ελλοχεύει ο κίνδυνος, στις ψηφιακές αλλαγές του ωραρίου, οι τροποποιήσεις να είναι εφικτές «με ένα κλικ», με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζεται ο εργαζόμενος και, στην κυριολεξία, να φεύγει από το σπίτι του δίχως να ξέρει τι ώρα θα επιστρέψει.
5. Δημιουργείται Εθνικό Μητρώο Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, όπου θα αναρτώνται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας (επιχειρησιακές, κλαδικές και διαιτητικές αποφάσεις) και θα έχει πρόσβαση σε αυτές το σύνολο των εργαζομένων και εργοδοτών της χώρας. Ο κίνδυνος εδώ είναι, με πρόσχημα πάλι τη διαφάνεια, να κινδυνεύσουν ευνοϊκές συλλογικές ρυθμίσεις, που πολλές φορές κινούνται στα «όρια» της νομοθεσίας. Για παράδειγμα, ορισμένες «οικειοθελείς παροχές» σε ορισμένες ΔΕΚΟ, «υπό το φως της δημοσιότητας», θα περικοπούν.
6. Θα ισχύσει η ηλεκτρονική ψηφοφορία των συνδικαλιστών για τη λήψη αποφάσεων, όπως, για παράδειγμα, για τη διεξαγωγή απεργίας. Η καρδιά των σωματείων, η γενική συνέλευση και τα διοικητικά συμβούλια, αποδυναμώνονται ακόμα περισσότερο, απαξιώνοντας τη συνδικαλιστική δράση. Η ρύθμιση αυτή, σε συνδυασμό με τον περιορισμό των συνδικαλιστικών αδειών, θα καταστήσει τους εκπροσώπους των εργαζομένων «αδειανά πουκάμισα», αφού η εντατικοποίηση της εργασίας δεν θα επιτρέπει την ενεργό δράση και την ενασχόληση με τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Η κυβέρνηση «κυοφορεί» νομοσχέδιο-πρόκληση για την εργασία, εκμεταλλευόμενη την πανδημία. Οι υγιείς συνδικαλιστικές δυνάμεις της εργασίας οφείλουν να ανασυγκροτηθούν για να αντιμετωπίσουν τη νεοφιλελεύθερη επέλαση στις εργατικές κατακτήσεις.
* Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι δικηγόρος-εργατολόγος