- Στο ν/σ ξεδιπλώνεται όλη η νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζει η Ν.Δ. (και) στον ευαίσθητο τομέα της Παιδείας: οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών παύουν να ρυθμίζονται από το υπ. Παιδείας, το οποίο δεν θα εκδίδει διοριστήρια, οι τίτλοι σπουδών δεν μπορεί να είναι ισότιμοι με αυτούς των δημόσιων σχολείων, καταργούνται οι διετείς συμβάσεις, απελευθερώνονται οι απολύσεις, τα ωράρια ελαστικοποιούνται εις βάρος των αποδοχών, ο συνδικαλισμός στραγγαλίζεται, οι σχολάρχες «λύνουν και δένουν», η εργασιακή «γαλέρα» γίνεται το αύριο των εκπαιδευτικών…
Χωρίς σημαντικές αλλαγές -πλην μιας που αφορά τις συμβάσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών- κατατέθηκε χθες στη Βουλή το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, αυξημένο κατά κάμποσα άρθρα συγκριτικά με το κείμενο της δημόσιας διαβούλευσης, άρθρα άσχετα με το κυρίως περιεχόμενο του νομοσχεδίου. Ηδη από τη δημόσια διαβούλευση οι ενστάσεις που καταγράφηκαν ήταν πολλές και δικαιολογημένες καθώς το προς ψήφιση νομοσχέδιο θίγει τον πυρήνα των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και μεταλλάσσει τα ιδιωτικά σχολεία σε αμιγείς επιχειρήσεις, απομακρύνοντάς τα από τους σκοπούς της εκπαίδευσης.
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου συναντάμε φράσεις όπως «αποκατάσταση της ισορροπίας», «διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων» και «αποτροπή της εργασιακής και προσωπικής αβεβαιότητας», ωστόσο στη συνέχεια ξεδιπλώνεται όλη η νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζει η Νέα Δημοκρατία (και) στον ευαίσθητο τομέα της Παιδείας και η οποία κάνει λάστιχο εργασιακά τους υπηρετούντες εκπαιδευτικούς.
Εξαρτημένη εργασία
Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί μετατρέπονται σε υπαλλήλους επιχειρήσεων, με τις εργασιακές σχέσεις τους να ρυθμίζονται από το υπουργείο Εργασίας και όχι από το υπουργείο Παιδείας. Τεράστιο προβληματισμό προκαλεί το άρθρο 10 σύμφωνα με το οποίο: «Οι διδάσκοντες στα ιδιωτικά και στα ισότιμα σχολεία εκπαιδευτικοί προσλαμβάνονται και απασχολούνται δυνάμει συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και υπάγονται ως προς τα ζητήματα πρόσληψης, απασχόλησης και λύσης των εργασιακών τους σχέσεων στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της κοινής εργατικής νομοθεσίας».
Μέχρι τώρα, αρμόδιο για την πρόσληψη αλλά και την απόλυση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είναι το υπουργείο Παιδείας, το οποίο εν προκειμένω φαίνεται να υποχωρεί πλήρως από την υποχρέωση έκδοσης διοριστηρίων, τα οποία εξασφαλίζουν την εργασιακή εξομοίωση δημοσίων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών αλλά και τη δυνατότητα έκδοσης ισότιμων τίτλων σπουδών από τα ιδιωτικά σχολεία. Εφόσον λοιπόν τίθεται ζήτημα διοριστηρίων, αυτομάτως αυτό σημαίνει ότι οι τίτλοι σπουδών που θα χορηγούν τα ιδιωτικά σχολεία δεν θα είναι ισότιμοι με αυτούς των δημόσιων σχολείων και επομένως θα πρέπει να πιστοποιούνται μέσω εξετάσεων από δημόσιο φορέα.
Με το ίδιο άρθρο καταργούνται οι συμβάσεις διετούς ισχύος, απελευθερώνοντας έτι περαιτέρω τις απολύσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ανά πάσα στιγμή. Θυμίζουμε ότι η διετία ήταν κλειστή και οι συμβάσεις των εκπαιδευτικών δεν μπορούσαν να καταγγελθούν γι’ αυτό το διάστημα. Ενδεικτικά πέρυσι, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, οι συμβάσεις του 70-75% των ιδιωτικών εκπαιδευτικών μετατράπηκαν σε αορίστου χρόνου. Με τη νέα ρύθμιση, μένει να δούμε σε τι ποσοστό οι εργαζόμενοι θα καταφέρνουν να κλείνουν έστω και μία διετία σε ένα ιδιωτικό σχολείο.
Και εθελοντισμός!
Αλλά και το άρθρο 3 για τις δράσεις που θα λαμβάνουν χώρα μετά το πέρας του ωρολόγιου προγράμματος και τη δυνατότητα που δίνεται στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων να λειτουργήσουν φροντιστήρια και Κέντρα Ξένων Γλωσσών δυσχεραίνει επιπλέον την κατάσταση για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, με την Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) να προειδοποιεί ότι σε αυτές τις δράσεις, οι σχολάρχες θα υποχρεώνουν το εκπαιδευτικό προσωπικό της μονάδας να απασχολείται «εθελοντικά», υπό την απειλή της ελεύθερης απόλυσης.
Ακόμη ένα εξαιρετικά βλαπτικό σημείο είναι το άρθρο 9 του νομοσχεδίου, το οποίο προβλέπει ότι: «Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, εφόσον επιθυμούν να εργασθούν λιγότερες ώρες από αυτές του διοριστηρίου τους, υποβάλλουν σχετική αίτηση προς τον ιδιοκτήτη της σχολικής μονάδας». Αλήθεια, πόσο πιθανό είναι κάποιος εκπαιδευτικός να θελήσει από μόνος του να εργαστεί λιγότερες ώρες και επομένως να αμειφθεί λιγότερο; Κάτι τέτοιο θα σήμαινε «επαγγελματική αυτοχειρία», όπως πολύ εύστοχα έχει επισημάνει η ΟΙΕΛΕ, η οποία κάνει λόγο για «εκβιαζόμενη συναίνεση» μείωσης των ωρών.
Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ότι όσοι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί δεν συμπληρώνουν το ωράριο του διοριστηρίου τους θα απασχολούνται λιγότερες ώρες και θα υποστούν ανάλογη μείωση των αποδοχών τους. Κι όλα αυτά χωρίς την επιδίωξη συναίνεσης, αλλά με απόφαση του εκάστοτε σχολάρχη, ο οποίος μην ξεχνάμε ότι κατανέμει τις ώρες του προγράμματος κατά βούληση, κάτι το οποίο θα οδηγήσει με βεβαιότητα σε μείωση των αποδοχών.
Παράλληλα, οι σχολάρχες μπορούν να διαθέτουν ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς κατά το δοκούν, σε συστεγαζόμενες ή όμορες σχολικές μονάδες της ίδιας βαθμίδας δικής τους ιδιοκτησίας για την κάλυψη λειτουργικών και υπηρεσιακών αναγκών. Εν ολίγοις, πρόκειται για μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας των υπηρετούντων εκπαιδευτικών με κατάργηση του διοριστηρίου.
Σε όλα αυτά πρέπει να συνυπολογιστεί και η δυνατότητα αυθαίρετης αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών (άρθρο 2) με κριτήρια που θα ορίζουν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες, αλλά και ο στραγγαλισμός των Συλλόγων Διδασκόντων, οι συνεδριάσεις των οποίων θα εποπτεύονται ουσιαστικά από τους ιδιοκτήτες του εκάστοτε σχολείου, που πλέον έχουν τη δυνατότητα να παρίστανται σε αυτές (άρθρο 5) ακόμη και αν δεν είναι οι ίδιοι διδάσκοντες.
Μπορεί το νομοσχέδιο να φέρει τον τίτλο «Εκσυγχρονισμός της ιδιωτικής εκπαίδευσης», αλλά κατά βάση πρόκειται για μετατροπή της ιδιωτικής εκπαίδευσης σε εμπορική δραστηριότητα, των ιδιωτικών σχολείων σε καλολαδωμένες μηχανές παραγωγής βαθμών/πτυχίων και κατανάλωσης χρημάτων/διδάκτρων.
Η δυνατότητα που αποκτούν οι σχολάρχες να λειτουργούν τα σχολεία καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, ακόμη και μετά την επίσημη λήξη του σχολικού έτους (άρθρο 6), η απαλλαγή των ιδιοκτητών από την υποχρέωση να δηλώνουν κάθε είδους πρόσθετη εκπαιδευτική δραστηριότητα πέραν του ωρολόγιου προγράμματος, τον αριθμό των λειτουργούντων τμημάτων, των μαθητών και των διδασκόντων και η παράλληλη λειτουργία φροντιστηρίων, Κέντρων Ξένων Γλωσσών μέχρι και Κέντρων Διά Βίου Μάθησης (!) εντός των σχολικών μονάδων (άρθρο 3) δημιουργούν ένα καθεστώς αέναης και ανατροφοδοτούμενης, θα λέγαμε, επιχειρηματικής δραστηριότητας με μόνο σκοπό τα υπερκέρδη των σχολαρχών.
Αλλες διατάξεις
Πέραν όμως των ρυθμίσεων που αφορούν την ιδιωτική εκπαίδευση, η υπουργός ενέταξε και άλλες διατάξεις, όπως η διδασκαλία των πανελλαδικώς εξεταζόμενων Ειδικών Μαθημάτων (σχέδιο, μουσική, ξένες γλώσσες κ.λπ.) στο πλαίσιο της υποβαθμισμένης ενισχυτικής διδασκαλίας, μετά την αφαίρεσή τους από τα ωρολόγια προγράμματα, και η λειτουργία Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης για το σχολικό έτος 2020-2021, ρυθμίσεις που αφορούν τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας του Ινστιτούτου Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων «Διόφαντος», τη δημιουργία Μητρώου στο οποίο θα ενταχθεί το ωρομίσθιο εκπαιδευτικό προσωπικό και τα συμβουλευτικά όργανα των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας αλλά και διατάξεις που αφορούν τροποποιήσεις του Οργανισμού του υπουργείου Παιδείας ώστε να ενταχθούν σε αυτόν ζητήματα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Η συζήτηση επί του νομοσχεδίου, που θα γίνει σε τέσσερις συνεδριάσεις, ξεκινάει αύριο, Πέμπτη 23 Ιουλίου, στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Εισηγήτρια εκ μέρους της Ν.Δ. είναι η βουλευτής Φωτεινή Πιπιλή και εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο βουλευτής και τομεάρχης Παιδείας Νίκος Φίλης. Θα ακολουθήσουν οι τοποθετήσεις των εμπλεκόμενων φορέων (ΟΙΕΛΕ, Σύνδεσμος Ιδιωτικών Σχολείων κλπ) την Παρασκευή, με τη διαδικασία να ολοκληρώνεται στην Ολομέλεια της Βουλής ώς τις 30 Ιουλίου.
Αναδημοσίευση από Efsyn