Ψήφισμα ενάντια στην επιχειρούµενη ιδιωτικοποίηση του νερού εξέδωσε το Δημοτικό Συμβούλιο Κηφισιάς, στην συνεδρίαση του την 1η Ιουλίου 2020.
Αναλυτικά στο ψήφισμα αναφέρονται τα παρακάτω:
«Είναι αδήριτη ανάγκη να σταθούµε όλοι µαζί ενάντια στην επιχειρούµενη ιδιωτικοποίηση των δικτύων της ΕΥ∆ΑΠ. Το νερό είναι δηµόσιο αγαθό και δεν πρέπει να µπει στη διαδικασία της πώλησης ή οιασδήποτε εµπορικής εκµετάλλευσης. Ειδικά στην εποχή που ζούµε, στην εποχή της πανδηµίας του κορωνοϊού, που τα βασικά ανθρώπινα αγαθά όπως αυτό της υγείας αποδείχθηκε περίτρανα ότι µόνο υπό δηµόσια σκέπη µπορεί να προστατευθούν επαρκώς.
Η επιχείρηση ιδιωτικοποίησης δεν είναι κάτι καινούριο, ανέκαθεν έχουν ασκηθεί πιέσεις σε όλες τις κυβερνήσεις, πλην όµως ουδείς «τόλµησε» να κάνει κάτι τέτοιο.
Η ΕΥ∆ΑΠ διαχειρίζεται και συντηρεί όλο το Εξωτερικό Υδροδοτικό Σύστηµα (ΕΥΣ) της Αττικής, που περιλαµβάνει τα φράγµατα και τους ταµιευτήρες Ευήνου, Μόρνου, Μαραθώνα, τη λίµνη Υλίκη, τις γεωτρήσεις Πάρνηθας και Βοιωτικού κάµπου, τα υδραγωγεία, τα δίκτυα µεταφοράς µήκους 400 χιλιοµέτρων και τα αντλιοστάσια, που αποτελούν την κύρια υποδοµή για την υδροδότηση του λεκανοπεδίου της Αθήνας. Το 1999 µε την µετοχοποίησή της χωρίστηκε σε ΕΥ∆ΑΠ Παγίων (που ελέγχεται καθ’ ολοκληρία από το υπουργείο Υποδοµών & µεταφορών) και ΕΥ∆ΑΠ ΑΕ, µε την πρώτη να ελέγχει να διαθέτει το δίκτυο στην ΕΥ∆ΑΠ ΑΕ που το συντηρεί και το διαχειρίζεται ως σήµερα, δηλαδή συνάφθηκε 20ετής σύµβαση µεταξύ της ΕΥ∆ΑΠ ΑΕ και της ΕΥ∆ΑΠ Παγίων για τη ∆ιαχείριση – Λειτουργία και Συντήρηση του ΕΥΣ, η οποία έληξε πριν από λίγους µήνες στο τέλος του 2019.
Επί της ουσίας λοιπόν η ιδιωτικοποίηση του εξωτερικού υδραγωγείου της Αθήνας επηρεάζει και τη διαχείριση του νερού της ύδρευσης, καθώς οι σχετικές αποφάσεις της λειτουργίας του δικτύου και της διαχείρισης των υδατικών αποθεµάτων δεν θα πρέπει να λαµβάνονται στο εξής µε ιδιωτικο – οικονοµικά κριτήρια. Άρα η πιθανή ιδιωτικοποίηση των υποδοµών του εξωτερικού δικτύου ύδρευσης της Αθήνας ισοδυναµεί µε την έµµεση κατάργηση του δηµόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα του πόσιµου νερού.
Η ΕΥ∆ΑΠ, ως εταιρεία ύδρευσης που διαχειρίζεται την περιουσία του ∆ηµοσίου, τα υδατικά δηλαδή αποθέµατα και τα δηµόσια έργα ύδρευσης της Αθήνας είναι µια κερδοφόρος επιχείρηση. Που σηµαίνει ότι δεν επιβαρύνει κατ’ ουδένα τρόπο το ∆ηµόσιο, αλλά αντίθετα φέρνει κέρδη. ∆εν υπάρχει συνεπώς στην ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης µέρους της περιουσίας της ούτε το άλλοθι της προστασίας του δηµόσιου συµφέροντος, το οποίο θα ενδεχοµένως υπήρχε αν η επιχείρηση ήταν ζηµιογόνος.
Η πραγµατικότητα αυτή ενισχύεται από τον µονοπωλιακό χαρακτήρα τόσο του δικτύου, όσο και του δηµόσιου αγαθού. Το δίκτυο της ύδρευσης της Αθήνας είναι µοναδικό και συνεπώς δεν υπάρχει µε κανέναν τρόπο στην πιθανή ιδιωτικοποίησή του, το άλλοθι της ενίσχυσης του ελεύθερου ανταγωνισµού που θα µπορούσε να συµβάλει στη βελτίωση της διαχείρισης του πόσιµου νερού προς όφελος των πολιτών ή στη µείωση της τιµής.
Αντίθετα η διεθνής πρακτική καταδεικνύει ότι η είσοδος ιδιωτών στο νερό θα µετακυλήσει τεράστια κόστη στους λογαριασµούς (συντήρηση, επισκευή, λειτουργία κτλ.) όπως και το περιθώριο κέρδους του ιδιώτη και ότι όπου µπήκαν οι ιδιώτες στον κύκλο του νερού, είχαµε αύξηση της τιµής και µείωση της ποιότητας. Σηµειωτέο δε ότι για δεκαετίες τώρα η ΕΥ∆ΑΠ προσφέρει ένα από τα καλύτερης ποιότητας νερά σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, µε βάση διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Τέλος γεννώνται και ζητήµατα εθνικής ασφαλείας και στρατηγικών αποθεµάτων, καθόσον αφενός σε οποιαδήποτε σύρραξη ή σε µια εκτεταµένη µόλυνση, ο σχεδιασµός στο πλαίσιο της Πολιτικής Προστασίας θα περάσει σε έναν ιδιώτη.»