ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΤΕΜΠΟΝΕΡΑ*
Η «παλαιά» εκ περιτροπής εργασία (συμβατική ή επιβαλλομένη μονομερώς) αποτελεί ειδικότερη μορφή μερικής απασχόλησης, κατά την οποία ο μισθωτός απασχολείται στην επιχείρηση ή σε ορισμένο τμήμα αυτής λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή λιγότερες εβδομάδες τον μήνα ή λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.
Βασικό εννοιολογικό γνώρισμα της εκ περιτροπής εργασίας είναι η εναλλαγή χρονικών διαστημάτων εργασίας και αργίας (μη εργασίας), μολονότι η λειτουργία της επιχείρησης ή τμήματος αυτής παραμένει συνεχής. Συνάγεται ότι η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να λάβει δύο ειδικότερες μορφές και συγκεκριμένα:
1. Της «συμφωνημένης» (συμβατικής) εκ περιτροπής εργασίας, η οποία επιτρέπεται να συμφωνηθεί ελεύθερα με διάφορους συνδυασμούς που επιλέγουν τα μέρη, με μόνο περιορισμό αυτόν της παροχής της ημερήσιας εργασίας κατά πλήρες ωράριο.
2. Αυτής που εφαρμόζεται με μονομερή εργοδοτική απόφαση. Ειδικότερα στη δεύτερη περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα στον εργοδότη και στο πλαίσιο του διευθυντικού του δικαιώματος σε ευρεία έννοια (ΑΠ 771/2017, ΑΠ 468/2012), σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητας της επιχείρησής του, να επιβάλλει στην επιχείρησή του “σύστημα εκ περιτροπής εργασίας”, μέχρι εννέα μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος.
Έτσι ο νόμος ήδη προβλέπει ότι, αν περιοριστούν οι δραστηριότητές του, ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και «τυπική» διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 260/2006 και του Ν. 1767/1988.
Από τα ανωτέρω προκύπτει η απάντηση στο γιατί οι εργοδότες ήδη σπεύδουν να εφαρμόσουν το παλαιό σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας που διατηρείται σε ισχύ, πριν από τις 15.6, αφού με τον τρόπο αυτόν απαλλάσσονται από την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών (του εργαζομένου), ενώ φτάνουν σε σημείο να απασχολούν τους εργαζόμενους ακόμα και μια φορά την εβδομάδα μειώνοντας το μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος στο ελάχιστο!
Με την πρακτική αυτή, όμως, οι εργαζόμενοι θα αποκλειστούν από την κρατική επιδότηση, ενώ δημιουργούνται διαφορετικές «ταχύτητες εργαζομένων»!
Το παράδοξο είναι ότι, ενώ η κυβέρνηση ρητά κατήργησε το «προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας» του άρθρου 9 της από 20.3.2020 ΠΝΠ, δεν έκανε το ίδιο και για το παλαιότερο καθεστώς του Ν. 3846/2010.
Σε κάθε περίπτωση, αν δεν το πράξει έστω και με τη σχετική Υπουργική Απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 31 (αν και είναι αδόκιμο νομικά να καταργείται νόμος με μια Υ.Α.), πρόκειται για συνειδητό έγκλημα εις βάρος των εργαζομένων. Οι εργοδότες έχουν πολλούς λόγους (ασφαλιστικές εισφορές, μικρότερο μισθό κ.λπ.) να σπεύσουν να κάνουν χρήση του υφιστάμενου πλαισίου, το οποίο σε συνθήκες οικονομικής κρίσης αναμένεται να οδηγήσει σε «μισθούς πείνας» χιλιάδες εργαζομένους.
* Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι δικηγόρος – εργατολόγος