Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δημιουργεί έναν παράλληλο μηχανισμό επιθεώρησης της αγοράς εργασίας με ευρείες αρμοδιότητες εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχου, συνεχίζοντας την αποδυνάμωση και απαξίωση του ρόλου του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας
Ένα ακόμα βήμα προς την πλήρη απαξίωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με φόντο τη βίαιη αλλαγή των εργασιακών σχέσεων, δίνοντας νέο «σήμα» στους εργοδότες ότι μπορούν να παραβιάζουν ανεξέλεγκτα την εργατική νομοθεσία.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Επιθεωρητών Εργασίας (Π.Ο.Σ.ΕΠ.Ε.) αναδεικνύει με ανακοίνωσή της (29/5/20) τη σύσταση μιας παράλληλης δομής, στο πλαίσιο λειτουργίας της νεοσύστατης Ενιαίας Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), με αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές της Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων.
Αξίζει παρενθετικά να αναφέρουμε ότι, όπως αναλύει σε πρόσφατο ρεπορτάζ η «Εφημερίδα των Συντακτών», επικεφαλής της ΕΑΔ (η οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ είναι ανεξέλεγκτη και με ασαφείς αρμοδιότητες) είναι ο στενός φίλος και κουμπάρος του Κυριάκου Μητσοτάκη, Άγγελος Μπίνης, που διορίστηκε με τη θετική ψήφο μόνο της Ν.Δ.
Άρα, δημιουργούνται έυλογα ερωτήματα για τη (επικείμενη) μεταφορά κρίσιμων αρμοδιοτήτων σε αυτή την «ελεγχόμενη» από το Μέγαρο Μαξίμου υπηρεσία.
Η Ομοσπονδία των Επιθεωρητών Εργασίας κάνει συγκεκριμένα λόγο για τη δημιουργία ενός «παραΣΕΠΕ» δίπλα στον ήδη απαξιωμένο μηχανισμό του Σ.ΕΠ.Ε. και, για του λόγου το αληθές, παραθέτει το υπ΄ αριθμόν 1991/Β/2020, ΦΕΚ το οποίο αφορά στη δημιουργία του Οργανισμού της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας:
Η γραμματική ερμηνεία του εν λόγω κειμένου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση δημιουργεί έναν παράλληλο μηχανισμό επιθεώρησης της αγοράς εργασίας με ευρείες αρμοδιότητες εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχου, τη στιγμή που το ΣΕΠΕ έχει αποδεδειγμένα ανταποκριθεί και στα δύο ελεγκτικά πεδία.
Η Π.Ο.Σ.ΕΠ.Ε. προαναγγέλλει ότι θα προσφύγει στον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO) διότι οι παραπάνω ρυθμίσεις αγνοούν το έργο και τον ρόλο του ΣΕΠΕ.
Θέτει, μάλιστα, τρία καίρια ερωτήματα προς την πολιτική ηγεσία:
1. Ρωτήθηκε από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας το υπουργείο Εργασίας, αν συμφωνεί με την εισαχθείσα διάταξη ή εάν η διάταξη αυτή παραβιάζει διεθνείς συμβάσεις;
2. Συμφωνεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας με την παραπάνω διάταξη;
3. Ποιες ανάγκες εξυπηρετεί η δημιουργία ενός δεύτερου μηχανισμού παράλληλου με το ΣΕΠΕ και σε ποια ανεπτυγμένη χώρα του κόσμου ακολουθείται αυτό το μοντέλο;
Η αλλαγή μοντέλου αφήνει αχαλίνωτη την εργοδοτική ασυδοσία
Πρόσφατα γράφαμε ότι η αποδυνάμωση του ΣΕΠΕ («Μειωμένοι μισθοί, «ελεύθερες» απολύσεις, έλεγχοι για το θεαθήναι»), που το περασμένο καλοκαίρι όταν από Ειδική Γραμματεία μετατράπηκε απλά σε (μη αυτόνομη) Γενική διεύθυνση, κορυφώθηκε με πρόσχημα τον κορωνοϊό.
Πλέον, έχουν ανασταλεί οι βασικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων για την εκ των προτέρων αναγγελία στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ κάθε αλλαγής της οργάνωσης του χρόνου εργασίας της υπερεργασίας, των υπερωριών, του απασχολούμενου προσωπικού στα οικοδομοτεχνικά έργα, ακόμη και για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν τεράστια άνοδο τζίρων κατά την υγειονομική κρίση και απασχολούν υπερεντατικά το προσωπικό τους.
Μην ξεχνάμε παράλληλα ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του ΣΕΠΕ έχει μείνει κενό γράμμα καθώς ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα και δεν έχει εφαρμοστεί η διαλειτουργικότητα των συστημάτων.
Επίσης, πρωτοβουλίες όπως η μείωση των προστίμων κατά 70% στέλνουν ξεκάθαρο μήνυμα στις επιχειρήσεις ότι υπάρχει ανοχή στην παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας, δεδομένου ότι το ΣΕΠΕ μετατρέπεται σε έναν απλό διεκπαιρεωτικό μηχανισμό χωρίς στρατηγική και σχέδιο για την πάταξη της παραβατικότητα στην αγορά εργασίας.
Κάτι που, σύμφωνα με την Π.Ο.Σ.ΕΠ.Ε., αρχίζει να αποτυπώνεται σε όλους του ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες.
Αναδημοσίευση από left.gr – ρεπορτάζ Τάσος Γιαννόπουλος