Δημοσιεύει χθές το ενημερωτικό site alfavita.gr συνέντευξη του Τάσου Αβραντίνη πρόεδρου του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών Μελετών μέλους του Δ.Σ. του ΚΕΦΙΜ και υποψήφιου βουλευτή της ΝΔ .
Η ανάγνωση του άρθρου μας άφησε πραγματικά άφωνους. Ούτε λίγο ούτε πολύ μας περιέγραψε τα σχέδια της κυβέρνησης να θωρακίσει, με κρατική επιδότηση της φοίτησης των ποιο εύπορων μαθητών, τα ιδιωτικά σχολεία από την οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει την υγειονομική κρίση. Γιατί όπως λέει «η οικονομική ύφεση που θα ακολουθήσει θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των εισοδημάτων των μεσαίων στρωμάτων στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό θα πλήξει πολλές υγιείς ιδιωτικές επιχειρήσεις στη βασική και στη μέση εκπαίδευση, οι οποίες παρά τις αντιξοότητες άντεξαν την προηγούμενη δεκαετή περίοδο της οικονομικής ύφεσης «.
Και να η λύση «Προτείνω λοιπόν το ποσό (3400) αυτό να δοθεί από την κυβέρνηση με τη μορφή επιταγής εκπαίδευσης σε όσους γονείς επιθυμούν από το Σεπτέμβριο να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο.» Να δηλαδή η πάντα επίκαιρη νεοφιλελεύθερη λύση να κρατικοποίηση της ζημιάς των επιχειρήσεων αλλά ποτέ των κερδών.
Σε ερώτηση αν η υλοποίηση της πρότασης αυτής θα οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες απάντησε » ..η υπόθεση ότι η ύπαρξη κουπονιών θα οξύνει τις αντιθέσεις μάλλον δεν αποδεικνύεται, αφού οι αντιθέσεις ούτως ή άλλως είναι ήδη υπαρκτές και πολύ οξυμένες.» για να προσθέσει ότι «θα βοηθούσαν και το δημόσιο σχολείο, το οποίο θα πιεζόταν από τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών να παράξει καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα.»
Πρόκειται για μια ακόμη διαρροή των προθέσεων του Υπουργείου Παιδείας ώστε από την μια πλευρά να προλειάνει το έδαφος και από την άλλη να «ψαρέψει» αντιδράσεις;
Εδώ ακολουθεί αναδημοσίευση από το σαιτ της alfavita της συνέντευξης η οποία είναι εξοργιστικά ενδιαφέρουσα.Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης που παραχώρησε ο Τάσος Αβραντίνης, πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών Μελετών και μέλος του Δ.Σ. του ΚΕΦΙΜ στον Λεωνίδα Βουρλιώτη
Διαβάστε εδώ το 1ο μέρος
Eρώτηση: Αποδώσατε την αποτυχία του προγράμματος τηλεκατάρτισης των επιστημόνων στις λανθασμένες επιλογές του κράτους. Πάμε όμως τώρα σε ένα άλλο θέμα. Διάβασα το άρθρο σας στον Φιλελεύθερο που ζητάτε vouchers για τους γονείς που θέλουν να στείλουν τα παιδιά τους στο ιδιωτικό σχολείο. Μπορείτε να μας αναπτύξετε τη θέση σας;
Aπάντηση: Μετά χαράς. Γράφω ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου η οικονομική ύφεση που θα ακολουθήσει θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των εισοδημάτων των μεσαίων στρωμάτων στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό θα πλήξει πολλές υγιείς ιδιωτικές επιχειρήσεις στη βασική και στη μέση εκπαίδευση, οι οποίες παρά τις αντιξοότητες άντεξαν την προηγούμενη δεκαετή περίοδο της οικονομικής ύφεσης.
Πριν από δύο χρόνια είχαμε στα πλαίσια του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών υπολογίσει πόσο κοστίζει στο κράτος ο μαθητής ανά βαθμίδα εκπαίδευσης. Το μέσο κόστος σύμφωνα με τους υπολογισμούς λαμβανομένων υπόψη και των αποσβέσεων ανέρχεται σε 3.400 € περίπου. Προτείνω λοιπόν το ποσό αυτό να δοθεί από την κυβέρνηση με τη μορφή επιταγής εκπαίδευσης σε όσους γονείς επιθυμούν από το Σεπτέμβριο να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο.
Ερώτηση: Μήπως όμως η πρότασή σας είναι ένα αρκετά παρακινδυνευμένο μέτρο που θα οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες αντί να ωφελήσει τους φτωχότερους;
Απάντηση: Ακούστε, το θέμα των κοινωνικών ανισοτήτων είναι μεγάλο και η διερεύνηση των παραγόντων που το οξύνουν ή το αμβλύνουν καλά κρατεί στη βιβλιογραφία. Αυτό που σήμερα ξέρουμε είναι ότι ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει τις ανισότητες είναι το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο της οικογένειας (ιδιαίτερα η σχετιζόμενη με αυτό παράμετρος του μορφωτικού κεφαλαίου της οικογένειας) και ελάχιστα το σχολείο. Μάλιστα ο διάσημος μαρξιστής κοινωνιολόγος της εκπαίδευσης Basil Bernstein αυτή την πραγματικότητα τη συνόψισε στην περίφημη φράση του «Schools cannot compensate for society». Άρα η υπόθεση ότι η ύπαρξη κουπονιών θα οξύνει τις αντιθέσεις μάλλον δεν αποδεικνύεται, αφού οι αντιθέσεις ούτως ή άλλως είναι ήδη υπαρκτές και πολύ οξυμένες. Αυτό δείχνουν και οι μελέτες του ΟΟΣΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ειδικά μάλιστα στην Ελλάδα όπου έχουμε το σύστημα της φοίτησης ανά περιοχή κατοικίας (catchment area system) και που οι οικιστικές ζώνες είναι έντονα ταξικά διαχωρισμένες (έχουμε πληθώρα μελετών που μας το δείχνουν αυτό) η μη δυνατότητα επιλογής σχολείου φαίνεται να λειτουργεί σε βάρος των ασθενέστερων αφού αυτοί: α) είναι υποχρεωμένοι να πηγαίνουν τα παιδιά τους σε σχολεία της περιοχής τους, στα οποία φοιτούν παιδιά από επίσης ασθενέστερες οικογένειες και άρα μικρότερου συνολικά μορφωτικού κεφαλαίου με αποτέλεσμα τη συνολικά υποβαθμισμένη εικόνα του σχολείου και β) οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν τις πολιτικές διασυνδέσεις και τα μέσα, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους από τα μεσαία και ανώτερα στρώματα ώστε να διαλέξουν το σχολείο του παιδιού τους πέρα και έξω από τη ζώνη κατοικίας τους, με πλαστά χαρτιά, το σύστημα δηλαδή της άτυπης επιλογής σχολείου που είναι πολύ διαδεδομένο ήδη στη δημόσια εκπαίδευση της χώρας μας αλλά μόνο από τους πιο ισχυρούς. Τα κουπόνια θα είχαν βεβαίως ωφελημένους. Ωφελημένοι από το μέτρο δεν θα ήταν όμως οι πλούσιοι και ισχυροί αλλά τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα καθώς και όσα μεσαία νοικοκυριά πλήττονται ή θα πληγούν στο άμεσο μέλλον από την οικονομική κρίση της πανδημίας του COVID-19.
Έμμεσα τα κουπόνια εκπαίδευσης θα βοηθούσαν και το δημόσιο σχολείο, το οποίο θα πιεζόταν από τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών να παράξει καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα.
Ερώτηση: Πώς κατά τη γνώμη σας η επιδίωξη του κέρδους από τον ιδιώτη επιχειρηματία μπορεί να συμβαδίζει με την κοινωνική αποστολή της εκπαίδευσης;
Απάντηση: Η άποψη ότι το κέρδος και η εκπαίδευση είναι έννοιες σε μεγάλο βαθμό αντίθετες είναι μια αναπόδεικτη και εσφαλμένη βεβαιότητα που καλιεργήθηκε εδώ και δεκαετίες, όχι μόνο στη χώρα μας, από πολλούς.
Πρέπει να ξέρουμε, ότι η επιδίωξη του κέρδους στην εκπαίδευση είναι τόσο σημαντική όσο και σε οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα. Για να μην σας πω, ότι στην εκπαίδευση είναι μάλιστα περισσότερο απαραίτητη. Να εξηγήσω τη θέση μου:
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η γνώση στις μέρες μας αποτελεί έναν από τους πιο καθοριστικούς συντελεστές παραγωγής πόρων. Η εκπαίδευση από την άλλη είναι ο κυριότερος παραγωγός γνωστικού κεφαλαίου. Το κίνητρο του κέρδους με τη σειρά του είναι το μόνο, όπως αποδεικνύει η οικονομική επιστήμη, που κινητοποιεί τα άτομα να επιτελούν λειτουργίες, ενισχύει τον ανταγωνισμό και την καινοτομία, διαδίδει τη γνώση και κατευθύνει τους πόρους στις πλέον παραγωγικές χρήσεις.
Ερώτηση: Με συγχωρείτε αλλά το κέρδος για το οποίο μιλάτε στην εκπαίδευση δεν το απολαμβάνουν όλοι αλλά οι λίγοι. Οι περισσότεροι είναι μάλλον οι χαμένοι.
Απάντηση: Νόμιζα, ότι με την απάντησή μου στο θέμα των επιταγών εκπαίδευσης είχα απαντήσει σ΄αυτή την επιφύλαξη αλλά δεν πειράζει, μου δίνετε την ευκαιρία να αναλύσω περισσότερο τη σκέψη μου. Αυτή η μηδενικού αθροίσματος αντίληψη είναι εσφαλμένη. Ο επιχειρηματίας υπηρεσιών εκπαίδευσης θα πρέπει σε περιβάλλον ανταγωνισμού να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερους καταναλωτές. Πρέπει συνεπώς να τους προσφέρει καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες από τους ανταγωνιστές του. Στην οικονομία της αγοράς όμως, όποιος δεν ενδιαφέρεται για τους πελάτες του εξαφανίζεται. Η επιδίωξη του κέρδους και όχι ο νεφελώδης αλτρουισμός είναι, όπως γνωρίζουμε από την εποχή του Μάντεβιλ και του Άνταμ Σμιθ, αυτό που κάνει τον επιχειρηματία να ενδιαφερθεί για το συμφέρον του πελάτη του.
Αντιτείνεται λοιπόν, όχι μόνο από εσάς αλλά πολλούς ακόμη, ότι η επιδίωξη του κέρδους στην εκπαίδευση μπορεί να δημιουργεί θετικά αποτελέσματα αλλά ταυτοχρόνως δημιουργεί και κοινωνικές ανισότητες. Τίποτε ανακριβέστερο. Σας προτείνω μεταξύ πολλών ακόμη μελετών να διαβάσετε το εξαιρετικό συλλογικό βιβλίο «Το κίνητρο του κέρδους στην εκπαίδευση», έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά στις εκδόσεις Παπαδόπουλου, από το οποίο αποδεικνύεται ότι οι περισσότερο κερδισμένοι από την επιδίωξη του κέρδους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι οι μαθητές και οι φοιτητές με χαμηλότερο οικονομικό και κοινωνικό υπόβαθρο. Μάλιστα από μια ακαδημαϊκή μελέτη που θα δημοσιευθεί σε λίγο καιρό είμαι σε θέση να γνωρίζω, ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Κύπρο εκτός του ότι προσέθεσαν στο ΑΕΠ της χώρας περίπου 5%, άμβλυναν τις κοινωνικές αντιθέσεις, επέτρεψαν στους οικονομικά αδύναμους να έχουν πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και βελτίωσαν σημαντικά το επίπεδο σπουδών όχι μόνο των ιδιωτικών αλλά και των κρατικών πανεπιστημίων. Ο μεγάλος οικονομολόγος Γκάρυ Μπέκερ, ο οικονομολόγος που πρώτος ανέπτυξε τη θεωρία «του ανθρωπίνου κεφαλαίου» (βραβείο Νόμπελ στα οικονομικά), αναφερόμενος στο σύστημα των κουπονιών εκπαίδευσης υποστήριζε ότι «τα παιδιά που μειονεκτούν κοινωνικά, είναι εκείνα ακριβώς που θα ωφεληθούν περισσότερο από τη φοίτησή τους σε ένα ιδιωτικό σχολείο».