- Τα προγράμματα τύπου Kurzarbeit, οι επιδιώξεις του ΣΕΒ και οι κυβερνητικές σκέψεις παγίωση των μέτρων που πάρθηκαν με πρόσχημα την πανδημία
«Αύρα ευελιξίας», «αναγκαιότητα παγιοποίησης κάποιων αλλαγών στις αντιλήψεις και τις κανονιστικές επιλογές στο πεδίο του εργατικού δικαίου, που έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε εδώ και καιρό να έχουν γίνει στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων», «συνδικαλιστικές και πολιτικές ιδεοληψίες που υπονομεύουν την ανάπτυξη της τηλεργασίας»: δεν είναι φράσεις και αποσπάσματα από κάποιο δελτίο του ΣΕΒ (αν και θα μπορούσαν να είναι), αλλά από πρόσφατο άρθρο του Ιωάννη Ληξουριώτη, ομότιμου καθηγητής Εργατικού Δικαίου στο Πάντειο.
Το άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο «”Ενέσεις ευκαμψίας” σώζουν θέσεις εργασίας» δημοσιεύτηκε (πού αλλού;) στον «Φιλελεύθερο» και στην ιστοσελίδα liberal.gr (27/4/20) και περιλαμβάνει όλη την επιχειρηματολογία για την «ανάγκη» παγίωσης των παρεμβάσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με κυριότερη τη διευκόλυνση της χρήσης της εκ περιτροπής εργασίας, αλλά και για τη χρήση ειδικών μορφών προσωρινής αναστολής των συμβάσεων εργασίας.
Το εν λόγω άρθρο εντάσσεται στο γενικότερο κλίμα το οποίο διαμορφώνουν τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ ενόψει των επίσημων ανακοινώσεων για αυτές τις «ενέσεις ευκαμψίας» το σχέδιο δηλαδή για καθιέρωση της πλήρους ευελιξίας στην αγορά εργασίας και τις μειώσεις μισθών που αυτή θα επιφέρει.
Βήμα πρώτο: Τηλεργασία
Η εξιδανίκευση της τηλεργασίας από τον κ. Ληξουριώτη είναι το ένα σκέλος για την επόμενη ημέρα στις εργασιακές σχέσεις. Άλλωστε και ο Κωνσταντίνος Μπίτσιος, αντιπρόεδρος του ΣΕΒ, σε πρόσφατο άρθρο του για «τα πλεονεκτήματα της τηλεργασίας» (Καθημερινή, 25/3/20), τονίζει ότι η τηλεργασία «μπορεί να αυξήσει την παραγωγικότητα έως και 50%, να συμβάλει στην προσέλκυση και διατήρηση προσωπικού νεότερων ηλικιών και να μειώσει τα λειτουργικά έξοδα». Αυτό που δεν αναφέρουν οι υπέρμαχοι της τηλεργασίας είναι η αξιοποίηση της για το ξεχείλωμα των ωραρίων (ενώ είναι πρακτικά αδύνατοι οι έλεγχοι του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας καθώς και για την αποξένωση τω εργαζόμενων από τη συνδικαλιστική δράση (διαβάστε αναλυτικά).
Η τηλεργασία μπήκε ήδη στη ζωή μας λόγω κορωνοϊού και μπορεί επίσης να αξιοποιηθεί από την εργοδοσία για την εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας.
Σε αρκετές περιπτώσεις συνδυάζεται με τη μερική απασχόληση, την αμοιβή με το κομμάτι ή αποτελεί μέθοδο για τη μετατροπή της μισθωτής απασχόλησης σε αυτοαπασχόληση, με συνέπεια την ένταση της ανασφάλειας του (τηλ)εργαζόμενου (αναλυτικά: Εργαζόμενοι και συνδικάτα απέναντι στην τηλεργασία, τα ρομπότ και την αυτοματοποίηση, Left.gr, 16/12/19).
Βήμα δεύτερο: Ενοικιαζόμενοι παντού
Στο ίδιο άρθρο διαβάζουμε και θετικά σχόλια για την ήδη κατατεθειμένη από τον ΣΕΒ πρόταση περί παγίωσης του καθεστώτος δανεισμού εργαζομένων και επέκτασης των υπεργολαβιών. Στόχος των εργοδοτών και όσων απηχούν τις απόψεις τους είναι να γενικευτεί το εκτεταμένο φαινόμενο μεσιτείας στην αγορά εργασίας που αξιοποιείται ούτως ή άλλως εδώ και δεκαετίες για την παραβίαση στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων και τη μείωση του εργασιακού κόστους (διαβάστε αναλυτικά).
Σύμφωνα με τον κ. Ληξουριώτη η μεταφορά (δανεισμός) εργαζομένων μεταξύ συνεργαζόμενων επιχειρήσεων, είναι χρήσιμη «ώστε αντί ο εργαζόμενος της πληττόμενης από τον κορονοϊό επιχείρησης να μη βρεθεί χωρίς αντικείμενο εργασίας και να μη κινδυνεύσει με απόλυση» – «δίνεται σ’ αυτόν η ευκαιρία να συνεχίσει την απασχόλησή του σε μία άλλη συνεργαζόμενη επιχείρηση, διασωζόμενος από την ανεργία». Τόσο καλά!
Βήμα τρίτο: Ευέλικτη εργασία με… κρατική επιδότηση
Το βασικότερο, όμως, εργαλείο για την περαιτέρω απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, με πρόφαση την κρίση του κορωνοϊού, αναμένεται να είναι η παγίωση της εκ περιτροπής και της μερικής απασχόλησης μέσω της επιδότησης των εργαζομένων που καλούνται να δουλέψουν και μετά την πανδημία με ευέλικτα και μειωμένα ωράρια.
Το σχέδιο αυτό αναλύθηκε πρόσφατα σε ρεπορτάζ του «Έθνους της Κυριακής», σύμφωνα με το οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη δρομολογεί τη θεσμοθέτηση ενός μηχανισμού, βάσει του οποίου το κράτος θα συμπληρώνει το μισθό των εργαζομένων που θα μπαίνουν σε ευέλικτα σχήματα απασχόλησης – όπως σε μερική ή εκ περιτροπής εργασία – «ώστε να περιορίζεται η απώλεια των μισθολογικών τους απολαβών».
Οι πρώτες εκτιμήσεις, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, αναφέρουν πως η κρατική επιδότηση θα μπορούσε να καλύπτει το 40% – 60% των απωλειών από την μείωση του μισθού λόγω της αντίστοιχης μείωσης του ωραρίου απασχόλησης. Το μέτρο δεν αποκλείεται να «πατήσει» πάνω σε αντίστοιχα μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Γερμανία (μοντέλο Kurzarbeit), καθώς προβλέπεται να ενταχθεί στο κοινοτικό Ταμείο – ομπρέλα για την απασχόληση «SURE» και στον συλλογικό κουμπαρά των 100 δις. ευρώ.
Το μοντέλο kurzarbeit (δηλαδή εργασία βραχείας διαρκείας) αναλύει σε άρθρο του στην «Αυγή» (28/4/20) ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας διαπιστώνοντας ότι αυτό το μοντέλο εξηγεί και τη βιασύνη Βρούση να καταφύγει στην λύση της εκ περιτροπής εργασίας με την από 20.3.2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία προβλέπει μονομερές δικαίωμα του εργοδότη να εισάγει διευθέτηση του χρόνου εργασίας κατά 2 εβδομάδες το μήνα, με καταβολή του 50% των αποδοχών και παράλληλη απαγόρευση των απολύσεων.
«Παρόλο που ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ορκιζόταν, ότι το νέο μέτρο θα ίσχυε για ένα ή δύο μήνες το πολύ, η αλήθεια φαίνεται ότι θα είναι πολύ διαφορετική. Η νέα εκ περιτροπής εργασία θα είναι το βασικό εργαλείο ευελιξίας ώστε οι εργαζόμενοι να λαμβάνουν τον μισό μισθό τους, ενώ το υπόλοιπο κομμάτι του μισθού, θα καταβάλλεται σε ένα ποσοστό από το κράτος», εξηγεί ο Δ. Τεμπονέρας.
Πρόκειται για το περίφημο «Recovery Plan», στο οποίο είχε αναφερθεί διεξοδικά η «Αυγή» της Κυριακής στις 19 Απριλίου, το οποίο, σύμφωνα με την εφημερίδα, θα τεθεί σε εφαρμογή τις αμέσως επόμενες ημέρες παράλληλα με την παράταση του το μέτρου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας (με βάση το οποίο, όσοι εργαζόμενοι δεν επιστρέψουν στην εργασία τους θα εξακολουθούν και τον ερχόμενο μήνα να λαμβάνουν το επίδομα των 534 ευρώ).
Σύμφωνα με την «Αυγή», στο 50% του μισθού των εργαζομένων θα προστίθεται και το 50% του κρατικού βοηθήματος των 534 ευρώ. Έτσι, με το πρόσχημα της «αιφνίδιας επιβάρυνσης» των επιχειρήσεων με υψηλό εργατικό κόστος σε μια ήδη κατεστραμμένη αγορά, οι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να αμείβονται με έναν άτυπο νέο μισθό, ο οποίος στα κατώτερα κλιμάκια θα αντιστοιχεί σε «υποκατώτατο» μισθό:
(πηγή πίνακα: ΑΥΓΗ)
Ουδέν μονιμότερον της εργοδοτικής ασυδοσίας
Το συμπέρασμα, προκύπτει αβίαστα ακόμα και σε ΜΜΕ που δεν μπορεί κανείς να τα κατηγορήσει για ακραίο φιλεργατισμό και «μεμψιμοιρία» (όπως κατηγορεί ο κ. Λυξουριώτης τα συνδικάτα στο άρθρο που αναφέραμε παραπάνω):
«Βέβαια, κι ενώ στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρόγραμμα SURE έχει προγραμματιστεί να συνδεθεί με τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης του κορωνοϊού στην αγορά εργασίας και έχει προγραμματιστεί να είναι προσωρινής φύσης, ο στόχος και το σκεπτικό του είναι στην πραγματικότητα παρόμοια με ένα μόνιμο ευρωπαϊκό σύστημα αντασφάλισης ανεργίας στο οποίο έχει ήδη εργαστεί η Κομισιόν, πριν από την τρέχουσα κρίση και που πιθανότατα θα παραμείνει στο τραπέζι στη συνέχεια», αναφέρει ρεπορτάζ του euro2day.gr (27/4).
«Όπως, σύμφωνα με τους φόβους των εκπροσώπων των εργαζομένων, θα παραμείνουν στο προσκήνιο της ελληνικής αγοράς εργασίας και οι ευέλικτες και προσωρινές μορφές απασχόλησης, με εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς», προσθέτει.
«Οι ειδικοί μάλιστα σπεύδουν να επισημάνουν πως αν και πρόκειται για ένα μέσο ενεργητικής πολιτικής απέναντι στην ανεργία, επιτρέπει και, σε πολλές περιπτώσεις, ενδέχεται να επιβάλει την ευελιξία στην αγορά εργασίας», καταλήγει το ρεπορτάζ της οικονομικής ιστοσελίδας.
Με άλλα λόγια, αν εργαζόμενοι και συνδικάτα δεν αντιδράσουν από… χθες, η επόμενη ημέρα θα σημάνει την επιστροφή στα πιο σκληρά μνημονιακά χρόνια για τον κόσμο της Εργασίας. Aν μη τι άλλο, το μήνυμα της Εργατικής Πρωτομαγιάς παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ.
Πηγή : www.left.gr – Τάσος Γιαννόπουλος