*του Χρήστου Γιαμπουράνη και Γιώργου Γώγου
Το συνέδριο της ΓΣΕΕ που επιχειρείται να πραγματοποιηθεί είναι προϊόν βαθιάς κρίσης και γι’ αυτό δεν μπορεί να παραγάγει θετικά αποτελέσματα για τους εργαζόμενους. Παρ’ όλ’ αυτά, το να μείνει ακέφαλη η ΓΣΕΕ σε περίοδο νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης είναι πολιτικά λάθος. Για να βγει από την κρίση το σ.κ., απαιτείται η υιοθέτηση ενός οδικού χάρτη, που θα προβλέπει τη διενέργεια εκλογικού και οργανωτικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ σε έναν χρόνο.
Για τους εργαζόμενους, η έναρξη των μνημονίων σήμανε τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων και των αμοιβών τους και αυτές οι συνθήκες παρέμειναν μέχρι τη λήξη των μνημονίων, τον Αύγουστο 2018. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας όχι μόνο ξήλωσε όλα τα μέτρα με φιλεργατικό πρόσημο που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά φτάνει στο σημείο να προτείνει βαθιές αλλαγές στον πυρήνα των συνδικαλιστικών ελευθεριών. Αν αθροίσουμε την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών, τον περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών, την καταστολή σε βάρος της νεολαίας, τη ρατσιστική αντιμετώπιση των προσφύγων και όλων των αδύναμων ομάδων, ολοκληρώνεται το παζλ που συγκροτεί η σύνθεση νεοφιλελευθερισμού και Ακροδεξιάς που εκφράζει αυτή η κυβέρνηση.
Οι ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος (σ.κ.) δυστυχώς παραμένουν αμέτοχες και αδρανείς απέναντι σε αυτή την κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά, αντιστάσεις αναπτύχθηκαν από τα συνδικάτα τους τελευταίους μήνες, χωρίς όμως να συνδέσουν το επιμέρους συνδικαλιστικό με το γενικότερο πολιτικό και χωρίς την εμπλοκή της ηγεσίας του σ.κ. Προέκυψαν, όμως, επειδή εκφράζουν την κινητικότητα που υπάρχει στη βάση των συνδικάτων. Τέτοιοι αγώνες αναπτύχθηκαν σε ΟΤΕ, ΕΛΤΑ, Τράπεζα Πειραιώς, ΛΑΡΚΟ, Ταχυμεταφορές, Λιπάσματα Καβάλας κτλ.
Η ανασυγκρότηση του σ.κ. μπορεί να πραγματοποιηθεί συνθέτοντας τα διαφορετικά επίπεδα των εργαζομένων απέναντι σε λογικές κοινωνικού αυτοματισμού, με κατεύθυνση τη στήριξη των ήδη υπαρκτών σωματείων που κινούνται σε κλάδους όπως οι ταχυμεταφορές, ο επισιτισμός, οι εργολαβικοί σε τράπεζες, σε ενέργεια, ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών κ.ά. Αλλά και με το χτίσιμο νέων σωματείων σε κλάδους που δεν υπάρχει συνδικαλιστική εκπροσώπηση και όπου κυριαρχεί ο φόβος και η ανασφάλεια, σε ένα πλαίσιο δράσης που θα απαντάει στις απολύσεις, στην αύξηση των ελαστικών σχέσεων και στην κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων.
Για να ξεπεράσουμε αυτά τα προβλήματα και να έχει αποτέλεσμα αυτή η προσπάθεια ανασυγκρότησης, πρέπει να κατανοήσουμε την κατάσταση στην κορυφή της ΓΣΕΕ ως μια σύγκρουση για τον έλεγχο των μηχανισμών (ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ & ΠΑΜΕ) μέχρις εσχάτων. Είναι άγονο δίπολο που επιχειρεί να δραπετεύσει από τα πραγματικά επίδικα που βιώνει η εργατική τάξη. Προς το παρόν, μοναδικό αποτέλεσμα είναι η διάλυση των συνεδρίων της ΓΣΕΕ και ο διορισμός προσωρινών διοικήσεων σε μια σειρά Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών.
Απ’ τη μια μεριά, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ υπερθεματίζουν ως εκπρόσωποι του «ακομμάτιστου» πλέον συνδικαλισμού, κρατώντας αποστάσεις από τα κόμματα προέλευσής τους, αλλά κινούνται με τον παραδοσιακό τρόπο για ρουσφέτια. Από την άλλη μεριά, ο κομματικός στρατός του ΠΑΜΕ, εγκλωβισμένος σε δράσεις κομματικά ελεγχόμενες, υλοποιεί ένα σχέδιο που δεν καταλήγει ποτέ σε απτές νίκες για τους εργαζόμενους, με έναν διαρκή μαξιμαλισμό που αποφεύγει να αναδείξει άμεσα και μεταβατικά αιτήματα.
Και οι δύο εκφραστές αυτού του άγονου δίπολου στις ηγεσίες των συνδικάτων επί της ουσίας αδιαφορούν αν θα υπογραφούν συλλογικές συμβάσεις. Το πραγματικό δίπολο που υπάρχει αυτή τη στιγμή στα συνδικάτα, είναι από τη μια όλοι όσοι, αν και από διαφορετικές αφετηρίες, θέλουμε τη βελτίωση των όρων εργασίας των εργαζομένων άμεσα, και από την άλλη όσοι δεν το θέλουν αυτό, εξαιτίας είτε του εργοδοτισμού – κυβερνητισμού τους, είτε επειδή το αναβάλουν για την εποχή… του σοσιαλισμού.
Το συνέδριο της ΓΣΕΕ που επιχειρείται να πραγματοποιηθεί είναι προϊόν βαθιάς κρίσης και γι’ αυτό δεν μπορεί να παραγάγει θετικά αποτελέσματα για τους εργαζόμενους. Παρ’ όλα αυτά, το να μείνει ακέφαλη η ΓΣΕΕ σε περίοδο νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης είναι πολιτικά λάθος. Για να βγει από την κρίση το σ.κ., απαιτείται η υιοθέτηση ενός οδικού χάρτη, που θα προβλέπει τη διενέργεια εκλογικού και οργανωτικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ σε έναν χρόνο.
Είναι αναγκαία η πολιτική απόφαση των παρατάξεων για διενέργεια συνεδρίων σε όλα τα εργατικά κέντρα και ομοσπονδίες, ανεξάρτητα από τον χρόνο διεξαγωγής για εκλογές σύμφωνα με τον ν. 1264/82, χωρίς τη συμμετοχή νόθων, τραμπούκων και αστυνομίας, έτσι ώστε να αποτυπωθούν οι πραγματικοί συσχετισμοί και να δοθεί σαφές μήνυμα επανεκκίνησης του συνδικαλιστικού κινήματος. Τέλος, απαιτείται πολιτική συμφωνία και σχέδιο δράσης σε τρία επίδικα: την υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την υπεράσπιση των θέσεων εργασίας, την αντιμετώπιση των ελαστικών μορφών εργασίας και της αδήλωτης εργασίας.
Στόχοι μας για την ανάκτηση της αξιοπιστίας του κινήματος είναι:
● Επαναπροσανατολισμός του συνδικαλιστικού κινήματος με όρους ταξικούς. Να γίνει ξεκάθαρο ότι τα συνδικάτα παλεύουν ΜΕ τους εργαζόμενους, ΓΙΑ τους εργαζόμενους. Κυβέρνηση και εργοδότες πρέπει να καταλάβουν ότι δεν έχουν απέναντί τους έναν δεκτικό συνομιλητή, αλλά ένα κίνημα που μπορεί να αγωνιστεί και να επιβάλει.
● Επαναθεμελίωση του αξιακού πλαισίου, με κυρίαρχες τις έννοιες της ενότητας στη δράση, της ισότητας, της αλληλεγγύης στους κοινωνικά αποκλεισμένους και της αγωνιστικής αλληλεγγύης σε εργαζόμενους που κινητοποιούνται.
● Μαζικοποίηση των συνδικάτων και αντιπροσώπευση όλης της εργατικής τάξης. Απαιτείται άμεσα σχέδιο για την ένταξη στους συνδικαλιστικούς θεσμούς της τεράστιας πλειοψηφίας του εργατικού δυναμικού, που σήμερα βρίσκεται εκτός. Γυναίκες, εργαζόμενοι σε επισφάλεια, μετανάστες, να αποτελέσουν το βασικό κορμό της διεύρυνσης των συνδικάτων.
● Οργάνωση των ανέργων. Η αγωνία επιβίωσης, το αίσθημα απογοήτευσης και η απαξίωση από τη χρόνια ανεργία πρέπει να αντικατασταθούν από έναν κοινό αγώνα εργαζομένων και ανέργων για το δικαίωμα στη δουλειά.
● Εμφαση στην αλληλεγγύη των γενεών. Βασική προτεραιότητα για τα συνδικάτα πρέπει να γίνει η ορμητική ένταξη των νέων σε αυτά, ώστε οι ίδιοι να πρωταγωνιστήσουν στη μάχη ενάντια στις διακρίσεις που υφίστανται.
● Ενίσχυση της εσωτερικής δημοκρατίας με θεσμούς βάσης. Απαιτείται η θεμελίωση εκ νέου της δημοκρατικής λειτουργίας στο εσωτερικό των συνδικάτων. Με διαδικασίες που θα βασίζονται στη συμμετοχή των εργαζομένων, με διαφάνεια στη διαχείριση και τις αποφάσεις, με ενημέρωση σε όλα τα επίπεδα και για όλα τα ζητήματα.
* Μέλος Δ.Σ. Εργατικού Κέντρου Αθήνας
** Οργανωτικός γραμματέας Εργατικού Κέντρου Πειραιά