Βασικά συμπεράσματα
Παρά τη θετική εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ το α ́ εξάμηνο του 2019, διαπιστώνεται απουσία ενδογενών μηχανισμών που θα δημιουργήσουν διατηρήσιμες ροές εισοδήματος τέτοιες, ώστε να θέσουν την οικονομία σε βιώσιμη αναπτυξιακή τροχιά.
Το αναπτυξιακό κενό της ελληνικής οικονομίας και το έλλειμμα ευημερίας συγκριτικά με την προ κρίσης περίοδο αλλά και με την Ευρωζώνη διατηρείται υψηλό. Το πραγματικό ΑΕΠ υπολείπεται κατά 23% από αυτό του 2008, όταν η πλειονότητα των κρατών-μελών της Ευρωζώνης έχει ήδη ανακάμψει. Αντίστοιχα, μεταξύ 2008 και 2018 το κατά κεφαλήν πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 4.770 ευρώ, ενώ η κατά κεφαλήν πραγματική κατανάλωση μειώθηκε κατά 3.300 ευρώ.
Η εσωτερική ζήτηση παρουσιάζει στασιμότητα, τόσο από την πλευρά της κατανάλωσης όσο και της επένδυσης. Η εξωτερική ζήτηση έχει εξίσου περιορισμένη επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς το θετικό αποτέλεσμα των εξαγωγών αντισταθμίζεται πλήρως από το αρνητικό αποτέλεσμα των εισαγωγών. Η εδραίωση βιώσιμων όσο και ισχυρών αναπτυξιακών προοπτικών για την ελληνική οικονομία απαιτεί έναν κρίσιμο όγκο νέων επενδύσεων στοχευμένων στην αναβάθμιση και στον εκσυγχρονισμό της εγχώριας παραγωγικής δομής.
Οι επενδύσεις των μη-χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων κυμαίνονται γύρω στο 5% του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας σημαντική απόκλιση από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και από τα κράτη-μέλη της νότιας περιφέρειάς της. Η υστέρηση αυτή αποτελεί βασική αιτία εμπλοκής των μεσοπρόθεσμων προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.
Το στοιχείο αυτό γίνεται ακόμα πιο εμφανές συνυπολογίζοντας ότι το φυσικό κεφάλαιο της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να μειώνεται. Οι καθαρές επενδύσεις των μη-χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων αντιστοιχούσαν στο -0,6% του ΑΕΠ το α ́ τρίμηνο του 2019 και στο -0,2% του ΑΕΠ το β ́ τρίμηνο του 2019. Πρέπει να τονιστεί ότι η χρηματοδότηση νέων επενδύσεων θα μπορούσε να γίνει μέσω της χρήσης ιδίων κεφαλαίων, αφού τα αδιανέμητα κέρδη ήταν ίσα με 1,6% του ΑΕΠ το β ́ τρίμηνο του 2019. Επομένως, με δεδομένα τα ευρήματα αυτά, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η αύξηση των επενδύσεων δεν φαίνεται να περιορίζεται τόσο από έλλειμμα χρηματοδότησης όσο από έλλειμμα πρόθεσης των εγχώριων επιχειρηματιών να επενδύσουν.
Το β ́ τρίμηνο του 2019 το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ξεπέρασε την κατανάλωσή τους, έπειτα από μια μακρά περίοδο αρνητικών αποταμιεύσεων. Η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος οφείλεται μερικώς στην αύξηση του κατώτατου μισθού και του γενικού επιπέδου των μισθών αλλά και στην αύξηση των κοινωνικών παροχών το β ́ τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, παραμένει ασαφές αν η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος θα στηρίξει μια υψηλότερη καταναλωτική δαπάνη, καθώς επίσης και εάν η θετική ροή αποταμιεύσεων είναι διατηρήσιμη.