Η αγωνία 16.000 συνταξιούχων της Εθνικής Τράπεζας µεγαλώνει όσο πλησιάζουν οι ηµεροµηνίες που ο Άρειος Πάγος και το Συµβούλιο της Επικρατείας θα λάβουν αποφάσεις για την επικουρική σύνταξή τους. Από το 1949 µέχρι το 2017 οι συνταξιούχοι της Εθνικής εισέπρατταν µηνιαία παροχή µέσω του λογαριασµού επικούρησης προσωπικού ΕΤΕ (ΛΕΠΕΤΕ), τον οποίον τροφοδοτούσαν υψηλές κρατήσεις στις αποδοχές του προσωπικού και αντίστοιχη εισφορά της ΕΤΕ. Από το 2005 οι νέοι υπάλληλοι της ΕΤΕ δεν εντάσσονται στον ΛΕΠΕΤΕ, αλλά στο σύστηµα επικουρικής ασφάλισης των λοιπών µισθωτών (τότε ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, νυν ΕΤΕΑΕΠ).
Εκτοτε, ενώ οι υποχρεώσεις του ΛΕΠΕΤΕ αυξάνονται µε τις συνεχείς εθελουσίες-συνταξιοδοτήσεις, οι εν ενεργεία υπάλληλοι που εξακολουθούν να καταβάλλουν εισφορές στον ΛΕΠΕΤΕ µειώνονται και το έλλειµµα του λογαριασµού µεγαλώνει.
Τον Νοέµβριο του 2017 η ΕΤΕ έπαψε να καλύπτει το έλλειµµα µε µονοµερή απόφασή της και οι συνταξιούχοι βρέθηκαν από τη µια µέρα στην άλλη µε εισόδηµα µειωµένο κατά 40% επιπρόσθετα στις µνηµονιακές µειώσεις που υπέστησαν οι λοιποί συνταξιούχοι.
Αντίθετα προς την ιστορική παράδοση δεκαετιών, η Εθνική Τράπεζα τήρησε απολύτως αρνητική στάση απέναντι στις αγωνιώδεις επικλήσεις των συνταξιούχων της, εκτός από ασαφείς -και πάντοτε προφορικές- αναφορές στην πιθανότητα να καλύψει ένα µικρό µέρος του ελλείµµατος.
Οι συνταξιούχοι προσέφυγαν κατά χιλιάδες στη ∆ικαιοσύνη. Επακολούθησαν πρωτόδικες αποφάσεις, άλλες θετικές και άλλες αρνητικές. Εν συνεχεία οι συνταξιούχοι προσέφυγαν στον Αρειο Πάγο επιδιώκοντας να δοθεί τελεσίδικη λύση. Η συνεδρίαση του ΑΠ ορίστηκε στις 17 ∆εκεµβρίου 2019.
Eν όψει του αδιεξόδου, ο τότε υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος επιχείρησε να νοµοθετήσει µια συµβιβαστική λύση εντάσσοντας τους συνταξιούχους της ΕΤΕ στο ΕΤΕΑΠ και υποχρεώνοντας την ΕΤΕ να καλύψει το σχετικό κόστος, αλλά συνάντησε την αντίδραση της πλειοψηφίας της διοίκησης του συλλόγου των συνταξιούχων (ΣΣΕΤΕ), η οποία αντέτεινε ότι η ένταξη στο ΕΤΕΑΠ θα αδυνάτιζε τη δικαστική διεκδίκηση του ΛΕΠΕΤΕ.
Αντίθετα, άλλες δυνάµεις του ΣΣΕΤΕ σχηµάτισαν την «Πρωτοβουλία για τη Λύση της Επικούρησης», συγκέντρωσαν υπογραφές και ζήτησαν από τον κ. Πετρόπουλο να επιµείνει στη νοµοθέτηση, κάτι που ο απελθών υφυπουργός πράγµατι έκανε. Περιέλαβε στον νόµο 4618 το άρθρο 24, σύµφωνα µε το οποίο η ΕΤΕ υποχρεούται να αποδίδει τις προβλεπόµενες εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης και επιπλέον συµπληρωµατική ασφαλιστική εισφορά 40 εκατ. ευρώ ετησίως έως το 2023, ώστε οι συνταξιούχοι της να εισπράττουν µέσω του ΕΤΕΑΕΠ επικουρική σύνταξη ανάλογη προς τις υψηλές εισφορές που είχαν καταβάλει.
Όπως σηµειώνει ανακοίνωση της παράταξης «Συνδικαλιστική Πρωτοβουλία» (η οποία επεδίωξε τη νοµοθέτηση µαζί µε µέλη της «Ανανεωτικής» και άλλες δυνάµεις), o νόµος Πετρόπουλου:
1. Αναγνωρίζει την υποχρέωση του κράτους να καταβάλλει επικουρική σύνταξη, µε βάση το Σύνταγµα (άρθρο 22 παρ. 5).
2. Καθορίζει το ύψος της παροχής λαµβάνοντας υπόψη τις υψηλές εισφορές που έχουν καταβληθεί.
3. Επιβάλλει στην Τράπεζα να υλοποιεί την υποχρέωση που έχει έναντι των συνταξιούχων της, καταβάλλοντας ποσά όπως αυτά προσδιορίστηκαν από µελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, καθώς από το 1949 αυτή παρακρατούσε και διαχειριζόταν τις αυξηµένες εισφορές της επικουρικής ασφάλισης των υπαλλήλων της σύµφωνα µε τον κανονισµό του ΛΕΠΕΤΕ.
4. Εξασφαλίζει από νοµικής πλευράς, την καταβολή της µηνιαίας επικουρικής σύνταξης, ανεξάρτητα από το αν η Τράπεζα καταβάλλει ή όχι στο ΕΤΕΑΕΠ το ποσό που υποχρεούται.
5. Δεν καταργεί τον ΛΕΠΕΤΕ, δίνοντας τη δυνατότητα στους συνταξιούχους να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις δικαστικές διεκδικήσεις τους έναντι της Τράπεζας.
6. Δεν επηρεάζεται η δικαστική εξέλιξη διεκδίκησης του ΛΕΠΕΤΕ, γιατί η ιδιότητα της παροχής ΛΕΠΕΤΕ είναι διττή: είναι µετεργασιακός µισθός και παράλληλα επικουρική σύνταξη.
7. Η μόνη περίπτωση που ο νόµος δεν θα έχει λόγο ύπαρξης είναι η αµετάκλητη απόφαση των αρµόδιων δικαστηρίων, η οποία θα υποχρεώσει την Τράπεζα να συνεχίσει να καταβάλλει στον ΛΕΠΕΤΕ τα απαιτούµενα ποσά.
8. Έχει ως προηγούµενο τον Ν. 3371/2005 (νόµος Αλογοσκούφη), όταν δηλαδή σχεδόν όλα τα επικουρικά ταµεία εντάχθηκαν στο ΙΚΑ-ΕΤΕΑΜ. Υπάρχουν πέντε (5) αποφάσεις της Ολοµέλειας του ΣτΕ για τη συνταγµατικότητα αυτής της ενίσχυσης.
Άρνηση της ΕΤΕ για συμβιβαστική λύση
Η ΕΤΕ δεν αποδέχθηκε τη συµβιβαστική λύση του νόµου Πετρόπουλου και προσέφυγε στο ΣτΕ για την έκδοση προσωρινής διαταγής αναστολής εκτέλεσης, ενώ στη συνέχεια κατέθεσε αίτηση αναστολής (ασφαλιστικά). Οταν η προσφυγή της απορρίφθηκε, κατέβαλε το ποσό των 40 εκατοµµυρίων.
Από τον Ιούλιο οι συνταξιούχοι πληρώνονται -µέσω ΕΤΕΑΕΠ- την επικούρηση που προέβλεπε ο νόµος, και µάλιστα αναδροµικά από 1ης Ιανουαρίου. Εκκρεµεί όµως η τακτική δικάσιµος στο Συµβούλιο της Επικρατείας που είχε οριστεί για τις 2 ∆εκεµβρίου, αλλά αναβλήθηκε για τις 7 Φεβρουαρίου 2020, οπότε θα κριθεί η συνταγµατικότητα του νόµου, την οποία αµφισβητεί η Τράπεζα.
Ο νόµος Πετρόπουλου επέβαλε στην ΕΤΕ να καταβάλει και αναδροµικές επικουρικές συντάξεις για το έτος 2018. Η ΕΤΕ δεν κατέβαλε την πρώτη δόση, για την οποία είχε προθεσµία τον προηγούµενο Αύγουστο, χωρίς επίσηµη δικαιολογία. Ετσι προβλέπεται νέος κύκλος αγωγών.
Τον ∆εκέµβριο θα κριθεί στον Αρειο Πάγο αν η Τράπεζα έχει υποχρεώσεις έναντι του ΛΕΠΕΤΕ και τον Φεβρουάριο στο ΣτΕ αν ο νόµος Πετρόπουλου είναι συνταγµατικός. ∆εν υπάρχει άµεση νοµική σχέση µεταξύ των αποφάσεων του ΣτΕ και του Αρείου Πάγου.
Ωστόσο, αν η Εθνική Τράπεζα κερδίσει στον Αρειο Πάγο και χάσει στο Συµβούλιο της Επικρατείας, θα καταβάλει όσα ορίζει ο παραπάνω νόµος.
Αν γίνει το αντίθετο, θα καταβάλει όσα ορίσει ο Αρειος Πάγος. Αν κερδίσει σε αµφότερα τα δικαστήρια, οι συνταξιούχοι της ΕΤΕ, περίπου 16.000, θα καταδικαστούν στη φτώχεια.
ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΛΕΠΕΤΕ: Αντίστροφη μέτρηση στο δικαστικό θρίλερ για 16.000 συνταξιούχους
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΛΕΠΕΤΕ: Αντίστροφη μέτρηση στο δικαστικό θρίλερ για 16.000 συνταξιούχους