Η αποκάλυψη των βασικών αξόνων του πορίσματος της «επιτροπής σοφών» για την επικουρική ασφάλιση πριν από μερικές μέρες δημιουργεί νέα δεδομένα και εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για όλους τους ασφαλισμένους που καταβάλλουν εισφορές υπέρ της επικουρικής ασφάλισης, αν βέβαια προωθηθεί το εν λόγω σχέδιο.
Το ζήτημα έχει σημαντικές νομικές παραμέτρους και συνδέεται με τις τελευταίες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ, Ολ.1889/2019).
Το ΣτΕ αποδέχτηκε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 4387/2016, το κράτος έχει εγγυητική ευθύνη και σε σχέση με την επικουρική ασφάλιση, υπό την έννοια ότι, εάν δεν καταστεί δυνατόν να καλυφθούν ελλείμματα που ενδεχομένως θα δημιουργηθούν στο μέλλον στον κλάδο επικουρικής ασφαλίσεως του ΕΤΕΑΕΠ, με την ενεργοποίηση του αυτόματου μηχανισμού εξισορροπήσεως και την εξάντληση των παρεχομένων από αυτό δυνατοτήτων, το κράτος πρέπει να τα καλύψει, εφόσον, και στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού συστήματος που θεσπίζει ο ανωτέρω νόμος, η επικουρική ασφάλιση καθιερώνεται, όπως και η κύρια ασφάλιση, ως υποχρεωτική και όχι ως προαιρετική.
Εξάλλου, όπως παραδέχεται το ΣτΕ σε παλιότερες αποφάσεις του, «…η κρατική μέριμνα για την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια και επικουρική) δεν εξαντλείται στην ίδρυση από το κράτος των οικείων δημοσίων φορέων, στον ορισμό των διοικούντων οργάνων τους, στην άσκηση εποπτείας της δραστηριότητάς τους και της διαχειρίσεως της περιουσίας τους και στη θέσπιση των σχετικών κανόνων, αλλά περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την προστασία του ασφαλιστικού τους κεφαλαίου, δηλαδή για τη βιωσιμότητά τους, χάριν και των μελλουσών γενεών, μέριμνα η οποία εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία και την αξιοποίηση της περιουσίας τους και την επωφελή διαχείριση των αποθεματικών τους, με τον καθορισμό εκάστοτε των οικείων συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων, με την πρόβλεψη κοινωνικών πόρων, και, κυρίως, με την απ’ ευθείας συμμετοχή του κράτους στη χρηματοδότηση των εν λόγω φορέων μέσω του κρατικού προϋπολογισμού. Και τούτο, διότι, εφόσον καθιερώνεται υποχρέωση των εργαζομένων και των εργοδοτών τους να καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές, το κράτος, ως εγγυητής, οφείλει να διασφαλίζει την επάρκεια των παροχών και τη βιωσιμότητα των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών, φέρει δε την κύρια ευθύνη για την κάλυψη των ελλειμμάτων τους (βλ. γνωμοδότηση Ολομέλειας Ελεγκτικού Συνεδρίου 24.6.2010).».
Σύμφωνα με το πόρισμα της «επιτροπής σοφών», οι ασφαλισμένοι θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν διαχειριστή επενδύσεων, δηλαδή μια ιδιωτική εταιρεία που θα διαχειρίζεται τις αποταμιεύσεις τους και θα συμβάλλεται με το ΕΤΕΑΕΠ.
Αυτό που δεν διευκρινίζεται είναι ποια θα είναι η ευθύνη του διαχειριστή και τι θα συμβεί αν ο διαχειριστής πάψει τη λειτουργία του ή πτωχεύσει ή αν ακόμα προβεί σε καταστρατήγηση των επενδυτικών κανόνων, με αποτέλεσμα να εξαϋλωθούν οι εισφορές των ασφαλισμένων (συνεγγυητικό κεφάλαιο κ.λπ.).
Το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργούν οι ασφαλιστικές εταιρείες προβλέπει μηχανισμό εγγύησης ποσού έως 30.000 ευρώ και ο ασφαλισμένος αποζημιώνεται από το επικουρικό κεφάλαιο βάσει του οποίου έχει αδειοδοτηθεί η εταιρεία. Ομως, αυτό το σχήμα είναι αδύνατο να λειτουργήσει όταν μιλάμε για χιλιάδες ασφαλισμένους με εισφορές που ανάγονται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ στο πλαίσιο κοινωνικής και όχι ιδιωτικής ασφάλισης.
Με βάση λοιπόν την ανωτέρω απόφαση του ΣτΕ, το κράτος πλέον οφείλει να καλύψει τα ελλείμματα που θα δημιουργηθούν και στην επικουρική ασφάλιση, αφού αποτελεί τον εγγυητή κατά τρόπο καθολικό για κύρια και επικουρική σύνταξη και μάλιστα ασχέτως ποσού.
Μέχρι σήμερα με βάση τη νομολογία η κρατική εγγύηση υφίστατο κατά την κρατούσα άποψη μόνο για ένα προκαθορισμένο σχετικά ποσό συνολικά (περίπου 564 ευρώ) που συνδέεται με το επίπεδο της φτώχειας, με βάση και τις διεθνείς συμβάσεις (ΔΟΕ). Αρα η ευθύνη ήταν περιορισμένη, το ποσό αυτό κατά κανόνα καλύπτεται από την εθνική (384 ευρώ) και την ανταποδοτική σύνταξη και ο νομοθέτης μπορούσε να αναπροσαρμόζει τις παροχές ανάλογα με τη βιωσιμότητα του συστήματος, έχοντας ένα κατώτερο όριο που ουσιαστικά αποτελούσε τον πυρήνα του δικαιώματος.
Η νέα απόφαση του ΣτΕ αναμένεται να οδηγήσει ευθέως πλέον στην υποχρέωση το κράτος να καλύπτει ελλείμματα που ανάγονται στο επιχειρηματικό ρίσκο που αναλαμβάνουν οι διαχειριστές επενδύσεων-ιδιώτες (που σκοπό θα έχουν το κέρδος), με κίνδυνο οι φορολογούμενοι και ο κρατικός προϋπολογισμός να κληθούν να επωμιστούν τα βάρη «ασυνείδητων» επενδυτών.
Και αν αυτό συνέβαινε στις περιπτώσεις που η εγγυητική ευθύνη υπήρχε σε ΝΠΔΔ που επένδυαν ελάχιστα χρήματα με βέβαιες αποδόσεις, τώρα ελλοχεύει ο κίνδυνος να κληθούν οι φορολογούμενοι(!) να πληρώσουν τρομακτικά ποσά, για να «καλύψουν» έναν επενδυτή ο ο οποίος -για να συστήσει μια μίνι ασφαλιστική διαχειριστική εταιρεία- δεν έχει άλλη υποχρέωση από το να καταθέσει απλώς μια εγγυητική επιστολή μερικών χιλιάδων ευρώ, έστω κι αν διαχειρίζεται εισφορές πολλών εκατομμυρίων! Την ιστορία την ξέρουν καλά άλλωστε οι διοικήσεις των Ταμείων που κάθισαν στο σκαμνί για την υπόθεση των «ομολόγων» λίγα χρόνια πριν…
Και επειδή και άλλα πρόσφατα περιστατικά στη χώρα μας (βλ. υπόθεση «ΑΣΠΙΣ») είναι εξαιρετικά επώδυνα για τους πολίτες, η κυβέρνηση ας το σκεφτεί καλύτερα πριν παραδώσει τους κόπους των εργαζομένων στον τζόγο της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Η επικουρική ασφάλιση θα πρέπει να επανασχεδιαστεί σύμφωνα με τις αρχές της αλληλεγγύης, της ισότητας και της αναλογικότητας. Αυτές εμπεριέχονται μόνο σε ένα δημόσιο, καθολικό, αναδιανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων παροχών με κρατική εγγύηση.
*Δικηγόρος-εργατολόγος, υποψήφιος δρ Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Αθηνών