“Η κυβέρνηση έχει στο DNA της την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας επιδιώκοντας την ‘ανάπτυξη’ με την ενίσχυση των πολλαπλών ταχυτήτων στις αμοιβές και τα εργασιακά δικαιώματα, που θα αυξήσουν τα φαινόμενα φτωχοποίησης των εργαζομένων”, σημειώνει σε συνέντευξή του στην “Αυγή” της Κυριακής, ο καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων και κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου Γιάννης Κουζής
Συνέντευξη στον Ανδρέα Πετρόπουλο
* Κύριε Κουζή, με το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης προβλέπεται μεταξύ άλλων η δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου συνδικαλιστικών οργανώσεων, αλλά και ηλεκτρονική ψηφοφορία για τη λήψη απόφασης για απεργία. Ειδικότερα οι αντιδράσεις εστιάζονται στο άρθρο 50 και τη δυνατότητα (όπως ερμηνεύεται) των εργοδοτών να έχουν λόγο μέχρι και στο καταστατικό της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Τι πραγματικά ισχύει;
Καταρχάς η καθιέρωση του ηλεκτρονικού συνδικαλιστικού μητρώου δεν είναι αρνητική, διότι δημιουργεί τη βάση για την πραγματική απεικόνιση του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, που αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα με ευθύνη των ίδιων των συνδικάτων.
Αυτό, προφανώς, προϋποθέτει και τη μη εμπλοκή οιουδήποτε τρίτου στην αυτόνομη λειτουργία της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Το ίδιο ισχύει και για το μητρώο των εργοδοτικών οργανώσεων με την ιδιαίτερη χρησιμότητα που αυτό έχει για τον υπολογισμό του 50+% σχετικά με την (θεωρητική, με τα νέα μέτρα) επέκταση των συλλογικών συμβάσεων.
Θα τονίσω, ωστόσο, ως ιδιαίτερα αρνητικό μέτρο την ηλεκτρονική ψηφοφορία στη λήψη των αποφάσεων των συνδικαλιστικών συνδικάτων. Αυτό απαξιώνει και αναιρεί τον χαρακτήρα των συλλογικών διαδικασιών των συνδικαλιστικών οργάνων, που αποτελούν το οξυγόνο της εσωτερικής τους λειτουργίας.
Με αυτό τον τρόπο θα ψηφίζονται απεργίες μέσω της ατομικής χρήσης του υπολογιστή εκφυλίζοντας τον χαρακτήρα των συλλογικών διαδικασιών και της συλλογικής δράσης και μετατρέποντάς τις σε εξατομικευμένη διαδικασία απομόνωσης, ψηφοφορία από τον καναπέ του σπιτιού, μακριά από την ζωντάνια των αντιπαραθετικών επιχειρημάτων και την αναζήτηση συγκλίσεων για τη λήψη των αποφάσεων, συμβολίζοντας με χαρακτηριστικό τρόπο τη γενικότερη τάση εξατομίκευσης των εργασιακών σχέσεων.
* Έχει ασκηθεί έντονη κριτική από τα συνδικάτα σχετικά με τις περίφημες εξαιρέσεις από τις κλαδικές συμβάσεις. Τι αλλάζει με το πολυνομοσχέδιο στη δομή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και κυρίως των κλαδικών;
Δυστυχώς, οι περιορισμοί στην εφαρμογή των αρχών της επεκτασιμότητας και της εύνοιας στις συλλογικές συμβάσεις, μετά από τη ρητά προσωρινή αναστολή τους για την περίοδο των Μνημονίων, ήταν μετεκλογικά αναμενόμενες ύστερα από τις πιέσεις εργοδοτών και δανειστών, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών.
Σήμερα άλλωστε αυτές οι αρχές δεν λειτουργούν ανόθευτες στον ευρωπαϊκό χώρο και επομένως δεν θα μπορούσε η Ελλάδα να αποτελέσει εξαίρεση κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο και σε συνθήκες αυξημένης επιτροπείας για τη διατήρηση του κλίματος της οικονομικής προσαρμογής.
* Ναι, αλλά εδώ έχουμε μια σαφή στόχευση στους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα.
Βεβαίως οι περιορισμοί αυτοί επιβάλλονται σε μεγάλη δοσολογία από μια κυβέρνηση που έχει στο DNA της την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας επιδιώκοντας την “ανάπτυξη” με την ενίσχυση των πολλαπλών ταχυτήτων στις αμοιβές και τα εργασιακά δικαιώματα, που θα αυξήσουν τα φαινόμενα φτωχοποίησης των εργαζομένων.
* Καταργείται η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης;
Το νομοσχέδιο προβλέπει τη ρητή εξαίρεση, από τις κλαδικές συμβάσεις, των επιχειρήσεων μιας ευρείας κατηγορίας οικονομικών ιδιαιτεροτήτων, και εισάγει αρνητικές εξαιρέσεις μέσα από τοπικές συλλογικές συμβάσεις εκτός από τη συμφωνημένη ρήτρα εξαίρεσης μεταξύ των μερών. Πρόκειται για ουσιαστική κατάργηση της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τον εργαζόμενο, αφού πλέον ζητούμενο θα είναι για ποιους αυτή τελικά θα ισχύει!
Παράλληλα, τίθενται και ασφυκτικοί περιορισμοί στην επέκταση των κλαδικών συμβάσεων, που επίσης δεν θα εφαρμόζεται στις ίδιες προβληματικού χαρακτήρα επιχειρήσεις. Για δε την εφαρμογή της, εκτός από το 50+%, θα απαιτείται και τεκμηριωμένη έκθεση για την αναγκαιότητα και τις μη αρνητικές της συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση, που θα αξιολογεί το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Επομένως, πρόκειται για την ουσιαστική κατάργηση και της αρχής της επέκτασης…
* Επομένως έχουμε οπισθοδρόμηση και υλοποίηση, αυτή τη φορά μέτρων που ζητούσε ο ΣΕΒ από τα μέσα της δεκαετίας του ’90…
Τα μέτρα αυτά είναι προφανές ότι θα οδηγήσουν σε μισθολογικές μειώσεις μεγάλο αριθμό εργαζομένων. Όσο για τις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, είναι γεγονός ότι οι τοπικές συλλογικές συμβάσεις θυμίζουν εν μέρει τον θεσμό των τοπικών συμφώνων απασχόλησης της δεκαετίας του ’90. Και τα μέτρα αυτά, όπως όλα εκείνα που επιβλήθηκαν κατά την περίοδο των Μνημονίων, έχουν τη βάση τους σε διεκδικήσεις οικονομικών κύκλων από παλαιότερες δεκαετίες, αναμένοντας το κατάλληλο κλίμα για την εφαρμογή τους.
Αντισυνταγματικές οι προβλέψεις για τη Διαιτησία
* Έχει επισημανθεί ότι ακρογωνιαίος λίθος στο πολυνομοσχέδιο και κυρίως για τον δραστικό περιορισμό ισχύος των κλαδικών συμβάσεων είναι τα όσα προβλέπονται για τη Διαιτησία. Τι αλλάζει και τι περαιτέρω προβλήματα δημιουργούν οι αλλαγές αυτές;
Οι περιορισμοί στη μονομερή προσφυγή στη Διαιτησία αποβλέπουν στην τυπική διατήρησή της με σωρεία περιορισμών, ώστε η πλευρά της εργασίας να επαφίεται στη διάθεση των εργοδοτών για την απο κοινού προσφυγή τους προκειμένου να επιλύονται οι συλλογικές διαφορές. Και αυτό γιατί η μονομερής προσφυγή απαιτεί την τεκμηριωμένη αναγκαιότητά της για την οικονομία και την ανταγωνιστικότητα, ενώ περιορίζεται ρητά και επιλεκτικά στις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ για τη διευκόλυνση του κράτους / εργοδότη απέναντι στις διεκδικήσεις των εργαζομένων.
Θεωρώ, ωστόσο, ότι ο ουσιαστικός αποκλεισμός του ιδιωτικού τομέα εγείρει θέμα συνταγματικότητας.Είναι ένα ακόμη μέτρο στο βωμό μιας κακώς εννοούμενης ανάπτυξης, που, εκτός από την αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα του επιδιωκόμενου στενά οικονομικού στόχου, υποβαθμίζει τον τρόπο κατανομής του παραγόμενου προϊόντος, τοποθετώντας τους εργαζόμενους /παραγωγούς του πλούτου στη θέση του απλού θεατή μιας παράστασης με το φθηνότερο εισιτήριο.
* Η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός εμφανίζονται ως υπέρμαχοι στην ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης. Μια ματιά όμως στο πολυνομοσχέδιο οδηγεί στο αντίθετο συμπέρασμα. Είναι έτσι;
Οι ελαστικές σχέσεις εργασίας ενισχύονται περαιτέρω, με κύριο μοχλό τις μορφές μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρόνος υπολογισμού των συμβάσεων αυτών θα γίνεται πλέον σε ετήσια βάση, από την αντίστοιχη μηνιαία που ίσχυε… Έτσι λοιπόν, θα προσλαμβάνονται εργαζόμενοι για εργασία όχι μόνο μειωμένων ημερών εντός εβδομάδας ή μήνα αλλά και για λίγους μήνες εντός του δωδεκαμήνου, χωρίς η πρόσληψη να αφορά σε εποχικές επιχειρήσεις. Και αυτό με την παράλληλη διατήρηση της δυνατότητας μετατροπής της πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής εργασία για εννέα μήνες τον χρόνο μονομερώς από τον εργοδότη.
Επιπλέον εισάγεται η “ευχέρεια” του εργαζόμενου να ζητήσει την προσωρινή μετατροπή της πλήρους σε μερική απασχόληση χωρίς τη δέσμευση του εργοδότη να τον επαναφέρει στο προηγούμενο καθεστώς όταν κρίνει ότι οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Ας σημειωθεί ότι ήδη η μερική απασχόληση και η εκ περιτροπής εργασία έχουν εκτοξευθεί από το 5% στο 27% από το 2009 έως σήμερα… Και έπεται συνέχεια..