Με συγκεχυμένες πληροφορίες και διαρροές σε δόσεις αποκαλύπτεται σταδιακά το σχέδιο της κυβέρνησης για «μίνι νομοσχέδιο-σκούπα στα εργασιακά», που κατατίθεται τις επόμενες μέρες στη Βουλή στο πλαίσιο του σχεδίου-νόμου για την ανάπτυξη, με πλήθος άλλων αμφιλεγόμενων διατάξεων, όπως οι περιβαλλοντοκτόνες ρυθμίσεις για τον αιγιαλό.
Μέσα στο καλοκαίρι, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης στις προγραμματικές δηλώσεις του προανήγγειλε ως βασικούς πυλώνες των αλλαγών στα εργασιακά την καθιέρωση ηλεκτρονικού μητρώου συνδικάτων και της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για απεργία.
Μετά βαΐων και κλάδων υποδέχτηκαν μερίδα του φιλοκυβερνητικού Τύπου και δεξιές συνδικαλιστικές παρατάξεις τις κυβερνητικές εξαγγελίες, συνδέοντάς τες με την καταπολέμηση φαινομένων συνδικαλιστικής νοθείας και κατακερματισμού, όπως αυτά που καταγγέλθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο της ΓΣΕΕ και οδήγησαν στη ματαίωσή του.
«Ο ηλεκτρονικός συνδικαλισμός συνδέεται με την 4η βιομηχανική επανάσταση, τη ρομποτική και τις ραγδαίες αλλαγές στην αγορά εργασίας, εδώ και καιρό οι συνδικαλιστές προβληματίζονταν πώς θα αποκτήσουν πρόσβαση στους e-εργαζομένους, τους λεγόμενους και ψηφιακούς νομάδες», έγραφε χαρακτηριστικά δημοσίευμα του «Πρώτου Θέματος», ενώ ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας υποστήριξε ότι «προωθείται ο υγιής και ακηδεμόνευτος συνδικαλισμός».
Στη νέα διατύπωση της ρύθμισης, όπως δημοσιεύτηκε πρόσφατα στα «Νέα», δεν έλειψαν οι αστερίσκοι ότι «πρέπει να βρεθεί τρόπος ώστε να προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα των μελών των οργανώσεων», κάτι που επισημαίνουν και οι ίδιοι οι συνδικαλιστές και οι εργοδότες.
«Πρώτος στόχος είναι να αλλάξει ριζικά ο χαρακτήρας των σωματείων και ο δεύτερος να καταστήσουν το συνδικαλιστικό κίνημα ουρά των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων» λέει στην «Εφ.Συν.» ο Νίκος Παπαγεωργίου, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας του ΠΑΜΕ και της Διοίκησης της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό, υποστηρίζοντας ότι «ένα ψηφιοποιημένο μητρώο με στοιχεία εργαζομένων θα είναι πολύ πιο εύκολο να ανιχνευθεί και έτσι οι εργοδότες να γνωρίζουν αν ένας εργαζόμενος ή υποψήφιος εργαζόμενος συνδικαλίζεται, με ό,τι συνεπάγεται αυτό».
Ο Ν. Παπαγεωργίου χαρακτηρίζει «απόλυτα σαθρό» το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι το ψηφιακό μητρώο θα βάλει τέλος στον «συνδικαλισμό-μαϊμού», τις διπλοψηφίες και τους νόθους αντιπροσώπους.
«Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μητρώο της ΓΣΕΕ, όπου βρήκαμε δεκάδες διευθυντικά στελέχη. Αλλωστε τα μητρώα αρκετών σωματείων είναι ήδη σε ηλεκτρονική μορφή. Τώρα επιχειρούν η διαχείρισή τους να περάσει στο κράτος και στην εργοδοσία. Το θέμα δεν είναι αν τα μητρώα των συνδικάτων θα είναι σε ψηφιακή μορφή ή σε ένα φύλλο χαρτί, αλλά ποιος θα τα διαχειρίζεται και για ποιον σκοπό».
«Δεύτερο τσουνάμι»
Κατηγορηματικά αντίθετος σε κάθε σκέψη για ηλεκτρονική ψηφοφορία είναι ο εκπρόσωπος του ΠΑΜΕ, σχολιάζοντας ότι «είναι το δεύτερο τσουνάμι στα εργασιακά, μετά την παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ για την ψήφιση απεργίας μόνο με την παρουσία του 50% συν ένα».
Οπως υποστηρίζει, «είναι καραμπινάτη κοροϊδία να λένε ότι έτσι ενισχύεται η δημοκρατία στον χώρο δουλειάς. Είναι δυνατόν να αποφασίζει κάποιος από τον καναπέ του σπιτιού του για απεργία; Επιδιώκουν να μην υπάρχει ζωντανή συμμετοχή και συζήτηση των εργαζομένων στις γενικές συνελεύσεις. Είναι χτύπημα στη συλλογική σκέψη και δράση των εργαζομένων και εξυπηρετεί μόνο τον εργοδοτικό συνδικαλισμό».
Ως «αντιδραστικό μέτρο που θα χτυπήσει την ίδια την ουσία των συνδικάτων» χαρακτηρίζει την ηλεκτρονική ψηφοφορία ο Χρήστος Γιαμπουράνης, αναπληρωτής οργανωτικός γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Αθήνας και πρόεδρος του κλαδικού σωματείου ΣΕΤΤΕΑ, των εργαζομένων στις ταχυμεταφορικές και ταχυδρομικές εταιρείες Αττικής. «Πώς θα μπορεί κάποιος εργαζόμενος να ψηφίζει υπέρ ή κατά της απεργίας, ενδεχομένως από τον υπολογιστή της δουλειάς, με τον εργοδότη πάνω από το κεφάλι του, και αυτό να θεωρείται αξιόπιστο;».
Παραδέχεται φυσικά ότι η συγκρότηση ηλεκτρονικού μητρώου μελών είναι μια απόφαση που έχουν πάρει διαχρονικά τα συνδικάτα σε μια σειρά συνεδρίων. «Ο έλεγχός του μητρώου όμως πρέπει να βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια των σωματείων και όχι της εκάστοτε κυβέρνησης. Δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη ότι δεν θα φτάσει και στα χέρια της εργοδοσίας. Ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, θα τραυματίσει βαρύτατα την αξιοπιστία των σωματείων αν διαρρέει ποιους έχουν μέλη και ποιοι συμμετέχουν σε διαδικασίες» μας λέει.
Ο Χρ. Γιαμπουράνης καταλήγει ότι η εξυγίανση του συνδικαλιστικού κινήματος είναι υπόθεση των ίδιων των σωματείων. «Δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε την εξυγίανση σε αυτούς που στους δύο μήνες που κυβερνούν επιχειρούν να τιμωρήσουν τους εργαζόμενους και ικανοποιούν τα πιο σκληρά αιτήματα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών. Αναφέρω ενδεικτικά την υποβάθμιση του ΣΕΠΕ, την τροπολογία για την αναίρεση του βάσιμου λόγου απόλυσης και της συνευθύνης των μητρικών εταιρειών, καθώς και το χτύπημα των κλαδικών συμβάσεων».
Casus belli για τις αριστερές δυνάμεις και τα πρωτοβάθμια σωματεία του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα θεωρεί το νέο μίνι νομοσχέδιο-σκούπα για τα εργασιακά ο Πάνος Χουντής, καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συνδικαλιστής της ΕΛΜΕ Πειραιά.
«Αν έβαζε κανείς τίτλο σε αυτό που κάνει η κυβέρνηση, είναι η απόπειρα συντριβής οποιασδήποτε προσπάθειας των εργαζομένων και της εργατικής τάξης να οργανώνεται και να αντιστέκεται. Είναι πολύ χοντροκομμένο αυτό που επιδιώκουν και έχει δύο βασικές πλευρές: Η μία είναι η άμεση απεργιοκτονία, η απαγόρευση κάθε προσπάθειας να γίνει απεργία. Η δεύτερη, που είναι ίσως πιο σημαντική, είναι να συνεχιστεί μια διαδικασία πλήρους ελέγχου του κράτους στα σωματεία», λέει στην «Εφ.Συν.».
«Αντίληψη συμβιβασμού»
Ο ίδιος τονίζει ότι αυτό έρχεται σε συνέχεια προηγούμενων αντεργατικών μέτρων: «Δικαστικές αποφάσεις που βγάζουν παράνομες τις απεργίες, η επιστράτευση των απεργών εκπαιδευτικών το 2013, ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ για το 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών ως απαραίτητη προϋπόθεση για απεργία, οι έφοδοι της εφορίας σε σωματεία, όπως έγινε και στην ΕΛΜΕ Πειραιά, και η απαίτηση να έχουν τα σωματεία ΑΦΜ είναι ορισμένες μόνο από τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν και που στόχο είχαν την κάμψη της οργάνωσης και της αντίστασης των εργαζομένων».
Για τη σημερινή κατάσταση επιρρίπτει ευθύνες και στην Αριστερά, η οποία έχει «μια αντίληψη συμβιβασμού» και θεωρεί ότι «τα συνδικάτα είναι θεσμοί, δίπλα στο κράτος και τις κυβερνήσεις».
«Αντίθετα, τα συνδικάτα θα έπρεπε να είναι χώροι όπου οι εργαζόμενοι ζυμώνονται, συζητούν και οργανώνουν αγώνες για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους. Αυτό γίνεται μόνο απέναντι και όχι σε συνεργασία με την εργοδοσία και το κράτος – γιατί δεν υπάρχει συνεργασία, υπάρχει μόνο υποταγή», λέει χαρακτηριστικά.
Εκτιμά επίσης ότι με την καθιέρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας η κυβέρνηση στοχοποιεί πρωτίστως τη λειτουργία των πρωτοβάθμιων σωματείων, εκεί που εν δυνάμει μπορούν να δημιουργηθούν αντιστάσεις, «μιας και τα δευτεροβάθμια τα ελέγχουν ήδη σε έναν βαθμό» όπως λέει. «Θέλουν οι εργαζόμενοι να μην κάνουν συνέλευση, να κάνουν “like” και να έχουν σωματεία-γλάστρες. Ξεχνούν όμως ότι η επίθεση στην απεργία αντιμετωπίζεται μόνο με απεργία» καταλήγει.
Στα αναγγελθέντα «10 μέτρα του μίνι εργασιακού» περιλαμβάνονται και ρυθμίσεις που παρουσιάζονται ως φιλεργατικές, όπως η δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για όσους εργαζόμενους είναι απλήρωτοι πάνω από δύο μήνες και η αλλαγή της νομοθεσίας για την επιπλέον εργασία όσων απασχολούνται με ευέλικτες μορφές, «προκειμένου να καθίσταται ασύμφορη για τους εργοδότες που συστηματικά παρανομούν και επιλέγουν να ασφαλίζουν μερικώς τους εργαζομένους τους».
Ωστόσο, έγκριτοι εργατολόγοι προειδοποιούν ότι το συγκεκριμένο μέτρο δεν θα απεγκλωβίσει εργαζόμενους, αλλά αντιθέτως θα λύσει τα χέρια μπαταχτσήδων εργοδοτών.
«Η επιχειρούμενη νομοθετική αλλαγή σύμφωνα με την οποία η καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών πέραν των δύο μηνών θα θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή και θα συνεπάγεται αυτόματα τη λύση της εργασιακής σχέσης αποσκοπεί στην απελευθέρωση των απολύσεων και όχι στην απελευθέρωση της ομηρίας των εργαζομένων, όπως εντελώς προσχηματικά διατείνεται ο υπουργός Εργασίας» σχολιάζει στην «Εφ.Συν.» ο Δημήτρης Περπατάρης, δικηγόρος στον Αρειο Πάγο και εργατολόγος.
Υπενθυμίζει ότι «με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, όπως αυτό διαμορφώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 56 ν. 4487/2017, προβλέπεται ειδικά για την περίπτωση της αξιόλογης καθυστέρησης μισθού από τον εργοδότη ότι αυτή θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης».
Επιπλέον τονίζει ότι «δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος δημιουργίας ενός ιδιότυπου τεκμηρίου νομιμότητας των απολύσεων σε αυτή την περίπτωση, δεδομένου ότι ο εργοδότης θα μπορεί σε περίπτωση που επιθυμεί να προσφύγει σε μια εκδικητική απόλυση να προτιμήσει τη μη καταβολή του μισθού για δύο τουλάχιστον μήνες, δημιουργώντας παράλληλα ψευδείς εντυπώσεις σε περίπτωση που ο εργαζόμενος προσφύγει κατά του κύρους της απόλυσης.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια ανεπίτρεπτη επέμβαση του νομοθέτη στον πυρήνα της ατομικής εργασιακής σχέσης, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που, σύμφωνα με τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, το «αξιόλογο» της καθυστέρησης τυγχάνει μια αόριστη νομική έννοια, κρίσιμη για τη διαπίστωση της οποίας είναι η συνολική εκτίμηση των περιστάσεων» μας λέει ο Δ. Περπατάρης.
Ανθρακες ο θησαυρός
Ο πρώην ειδικός γραμματέας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) Πάνος Κορφιάτης σχολιάζει ότι ο σχεδιασμός και οι ενέργειες της κυβέρνησης στα εργασιακά κινούνται περισσότερο στην κατεύθυνση του εντυπωσιασμού παρά στις ουσιαστικές παρεμβάσεις. «Με τα φιλοκυβερνητικά μέσα να αβαντάρουν όλες τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, έχουμε καταλήξει να ακούμε βαρυσήμαντους όρους άνευ περιεχομένου, όπως το «Εθνικό Μητρώο Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας» ή η… κατάργηση του πίνακα συνδικαλιστικών ανακοινώσεων, με άλλοθι την ψηφιοποίηση».
Ανθρακες αποδεικνύεται και ο θησαυρός για τη δήθεν καταπολέμηση της ελαστικής απασχόλησης. «Η πρόθεση του υπουργείου Εργασίας να νομοθετήσει υπερωρία 10% στη μερική απασχόληση δεν μπορεί να αφορά την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας, για τον απλό λόγο ότι στους εργοδότες που δηλώνουν λιγότερες ώρες εργασίας μάλλον δεν θα λειτουργήσει αποτρεπτικά η προσαύξηση. Το πολύ περιορισμένο εύρος τόσο του ύψους της προσαύξησης όσο και του πεδίου εφαρμογής του μέτρου βάζουν επίσης σημαντικά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητά του ως προς τη δημιουργία αντικινήτρων.
»Εξάλλου, το συγκεκριμένο μέτρο μπορεί σχετικά εύκολα να παρακαμφθεί μέσα από τη διαρκή αλλαγή των ατομικών συμβάσεων. Μια αποτελεσματική στρατηγική για την ανάσχεση της μερικής απασχόλησης θα την έκανε πιο ακριβή συνολικά, θεσπίζοντας ποσοστιαία αύξηση των αποδοχών του εργαζομένου, συνδυάζοντάς την με την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας.
Φυσικά, αν η προτεραιότητα της κυβέρνησης ήταν σε αυτήν την κατεύθυνση, δεν θα είχαμε τη συνειδητή υποβάθμιση του ΣΕΠΕ με το καλημέρα» δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ο Π. Κορφιάτης, επισημαίνοντας ακόμα ένα προβληματικό σημείο: «Η επαναφορά του αποκλεισμού υποβολής Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης από τους εργοδότες είναι ένα βήμα πίσω, που στην ουσία τιμωρεί τους εργαζομένους για τα χρέη που δημιουργούν οι εργοδότες, οδηγώντας στην ανασφάλιστη εργασία με την έγκριση του κράτους».
πηγή : efsyn.gr