Δουλεύω περίπου 7 χρόνια με συμβάσεις μερικής απασχόλησης, που σημαίνει 375 ευρώ καθαρά το μήνα για το 4ωρο και 440 ευρώ στο 5ωρο»: η Π.Κ. (τα στοιχεία της είναι στη διάθεση της «Εποχής»),«ενοικιαζόμενη» εργαζόμενη σε τηλεφωνικό κέντρο μεγάλης τράπεζας, είναι μία από τις εκατοντάδες χιλιάδες που δουλεύουν… «μισή δουλειά», όπως έλεγε ένα σύνθημα.
«Σκεφτείτε ότι υπάρχουν συνάδελφοι με συμβάσεις δύο μηνών, ακόμα και ενός και για πολλά χρόνια ζουν στην επισφάλεια», τονίζει η εργαζόμενη στην «Εποχή». «Νέα μόδα για τους εργοδότες είναι η λεγόμενη συμπλήρωση ωραρίου, αντί της μετατροπής κάποιου «4ωρου» σε εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης», προσθέτει. Δηλαδή, «μας βάζουν αρκετές ώρες υπερωρία το μήνα, γιατί έτσι πληρωνόμαστε με 3 ευρώ την (παραπάνω) ώρα, ενώ αν ήμασταν 8ωροι, θα «κοστίζαμε» περισσότερο», εξηγεί.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του «ΕΡΓΑΝΗ» για το 2018, περίπου 3 στους 10 εργαζόμενους απασχολούνται με μορφή μερικής απασχόλησης, την ώρα που το ποσοστό της πλήρους απασχόλησης (πάνω από 35 ώρες εβδομαδιαία) για το 2018 ανέρχεται στο 68,6%, ελαφρώς αυξημένο σε σχέση με το 2017 (68,44%).
Σκεφτείτε: εργαζόμενοι με οικογένειες και υψηλό κόστος ζωής, όπως και η Π.Κ., επί χρόνια πληρώνονται με τα μισά του (χαμηλού) βασικού μισθού. «Μισή ζωή», δηλαδή, για να συνεχίσουμε με το προαναφερθέν σύνθημα. Τουλάχιστον δεν είναι άνεργοι, σαν να ακούμε το αντεπιχείρημα όσων έχουν ενστερνιστεί το νεοφιλελεύθερο μύθο ότι οι ευέλικτες μορφές συμβάλλουν στη μείωση της ανεργίας (θα επανέλθουμε προσεχώς).
Όπως και να έχει, η μερική απασχόληση και οι συνέπειές της αποτελούν ένα από τα μεγάλα «αγκάθια» στην προσπάθεια επανάκτησης των εργασιακών δικαιωμάτων.
«Αγκάθι» σε άμεση συνάφεια με την υποδηλωμένη εργασία («4ωρους», που όμως δουλεύουν πολύ περισσότερες ώρες για ψίχουλα), που αποτελεί μάστιγα, σύμφωνα με τα στοιχεία των ελέγχων του ΣΕΠΕ.
«Αποκλειστικότητα» στην ευελιξία
Μάλιστα, πολύ συχνά, όπως μεταφέρει στην «Εποχή» ο Β. Τραϊανόπουλος, προϊστάμενος ειδικός επιθεωρητής του ΣΕΠΕ, εργοδότες απαγορεύουν (παράνομα) στον εργαζόμενο να απασχολείται αλλού, προκειμένου να συμπληρώσει το εισόδημά του.
Έτσι, σημειώνει, «δεσμεύουν τους εργαζόμενους , χρησιμοποιώντας τους αν και όποτε αυτοί χρειαστούν, επεκτείνοντας απεριόριστα την ευελιξία στον χρόνο της απασχόλησής τους».
Σε κάθε περίπτωση, τονίζει, η πολλαπλή απασχόληση μισθωτού με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση σε περισσότερους του ενός εργοδότες είναι επιτρεπτή. Άλλωστε, ο σκοπός της θέσπισης της μειωμένης απασχόλησης, είναι, υποτίθεται, η ευελιξία τόσο για τις ανάγκες των επιχειρήσεων, αλλά και για τις δυνατότητες αύξησης των ευκαιριών απασχόλησης των εργαζομένων (Οδηγία 97/81 του Συμβουλίου της ΕΕ).
Οι επικείμενες ρυθμίσεις
Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης γίνονται έτσι το όχημα για την απόκρυψη των πραγματικών ωρών εργασίας, με αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και την παραβίαση, όπως είδαμε, βασικών δικαιωμάτων.
Το υπουργείο Εργασίας, στην προσπάθεια καταπολέμησης της υποδηλωμένης και ψευδώς δηλωμένης μερικής απασχόλησης, αναμένεται να «περάσει» δύο σημαντικές ρυθμίσεις στο νομοσχέδιο που θα κατατεθεί άμεσα (βλέπε σχετικά το προηγούμενο φύλλο της Εποχής).
Σύμφωνα με την πρώτη ρύθμιση, στα κριτήρια για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων του ΣΕΠΕ προστίθεται ακόμα ένα, που έχει να κάνει με το καθεστώς απασχόλησης του εργαζόμενου: με το αν ο εργαζόμενος έχει δηλωθεί και απασχολείται με πλήρη απασχόληση ή αν έχει δηλωθεί με ευέλικτες μορφές απασχόλησης (μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση).
Όταν εντοπίζεται εργαζόμενος με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση εκτός δηλωμένου ωραρίου, το ποσό του προστίμου θα είναι υψηλότερο σε σχέση με την παράβαση που αφορά εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης. Στόχος, να αποτρέπονται οι εργοδότες από το να χρησιμοποιούν την πρακτική αυτή, εξηγούν στην «Εποχή» πηγές του υπουργείου Εργασίας.
Άλλη σημαντική ρύθμιση στο υπό κατάθεση νομοσχέδιο προβλέπει ότι εγγράφως και εντός 8 ημερών θα πρέπει να γνωστοποιείται η σύναψη ή η μετατροπή μιας σύμβασης σε καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού.
Με τον τρόπο αυτό, διορθώνονται οι ατέλειες του νομοθετικού πλαισίου που ισχύει από τον Μάιο του 2010, το οποίο δεν παρείχε ουσιαστική προστασία στους εργαζόμενους, καθώς υπήρχε μία αναφορά μόνο για μια διαδικαστικού τύπου υποχρέωση γνωστοποίησης των συμβάσεων μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης στην Επιθεώρηση Εργασίας, που ελάχιστα προστάτευε τους εργαζόμενους στην πράξη και δεν είχε καμία επίπτωση στον εργοδότη.
Μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου θα ορίζεται ρητά πως τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του εργαζομένου αν παραβιαστούν οι προϋποθέσεις: α) αν δηλαδή δεν υπάρχει έγγραφη σύμβαση στην οποία περιλαμβάνονται οι όροι τους οποίους προβλέπει η κείμενη νομοθεσία και β) αν δεν γίνει γνωστοποίηση της αλλαγής σε μερική και εκ περιτροπής εργασίας εντός 8 ημερών.
Τέλος, στα θετικά της περιόδου προσθέτουμε το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις πηγές του αρμόδιου υπουργείου, δεν καταγράφεται μέχρι στιγμής η μαζική μετατροπή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής, ώστε να αποφευχθεί η ουσιαστική συμμόρφωση με την αύξηση του κατώτατου μισθού από τους εργοδότες. Συμμόρφωση η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, εμφανίζεται απόλυτη, σε πείσμα των καταστροφολόγων που προανήγγειλαν «αναταράξεις» λόγω της αύξησης αυτής.
Ωστόσο, μένουν πολλά ακόμα να γίνουν για να μιλήσουμε για «ρύθμιση» της αγοράς εργασίας. Οι επισφαλώς εργαζόμενοι το ξέρουν καλύτερα από τον καθένα.
Αναδημοσίευση από την «Εποχή» της 5ης Μαΐου