Ως Σύλλογος Υπαλλήλων Βιβλίου – Χάρτου – Ψηφιακών Μέσων Αττικής την Τρίτη 2 Απρίλη 2019 στις 7μμ προχωράμε σε νέα παρέμβαση διαμαρτυρίας έξω από το Public Συντάγματος για τις οφειλόμενες αποδοχές για υπερωρίες 300 ωρών σε συνάδελφο.
Σημειώνουμε ότι η εργοδοσία κρατάει αδιάλλακτη στάση αρνούμενη να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή της έναντι του συναδέλφου.
Πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύσαμε και ξεκινήσαμε να μοιράζουμε στους χώρους δουλειάς μας (αρχίζοντας από το public Συντάγματος την Πέμπτη 28/3) και μια νέα σχετική ανακοίνωση με τίτλο Απλήρωτες υπερωρίες και τσιγγούνικα “φιλοδωρήματα” στα Public, στην οποία γίνεται αναλυτική παρουσίαση της όλης εξέλιξης της υπόθεσης.
Καλούμε σε στήριξη μιας ακόμα μάχης μας απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία στα Public. Να δώσουμε όλοι και όλες μαζί ένα τέλος στο αίσχος της μη καταβολής των δεδουλευμένων μας.
Απλήρωτες υπερωρίες και τσιγγούνικα “φιλοδωρήματα” στα Public
Στις 31 Γενάρη ο Σύλλογός μας οργάνωσε κινητοποίηση έξω από το Public Συντάγματος για την υποστήριξη συναδέλφου στον οποίο η εταιρεία αρνείτο να καταβάλει τις δεδουλευμένες υπερωρίες που του χρωστούσε.
Η υπόθεση έκτοτε, όχι μόνο δεν έχει επιλυθεί, αλλά η εταιρεία έχει προβεί σε μια σειρά από απαράδεκτες μεθοδεύσεις και πιέσεις εναντίον του συναδέλφου, προκειμένου να τον αναγκάσει να παραιτηθεί από τις δίκαιες διεκδικήσεις του.
Όπως είχε αναφερθεί σε προηγούμενη ανακοίνωση του ΣΥΒΧΨΑ:
“Στο Public του Συντάγματος ένας συνάδελφος μετά από σχεδόν 4 χρόνια δουλειάς, εξοντωμένος από τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, την εντατικοποίηση, την παραβίαση ωραρίου παραιτείται και ζητά τα δεδουλευμένα του. Μεταξύ αυτών και 300 ώρες υπερωρίες. Του υπόσχονται να τις πληρώσουν σε χρήματα –όπως υποχρεούνται– ή σε… διατακτικές! Για όσους δεν κατάλαβαν, σε κουπόνια σουπερμάρκετ! Ο συνάδελφος φυσικά απαίτησε να πληρωθεί κανονικά τις υπερωρίες του. Το Public έκτοτε τηρεί σιγήν ιχθύος!
Ο συνάδελφος αναγκάστηκε να προχωρήσει σε καταγγελία στο Σύλλογο μας και στην επιθεώρηση εργασίας. Ο Σύλλογος, σε μια προσπάθεια να λυθεί το ζήτημα, επικοινώνησε με τον υπεύθυνο προσωπικού, ο οποίος –φυσικά– δεν γνώριζε τίποτα ούτε για τα οφειλόμενα στον εργαζόμενο ούτε και για τα κουπόνια και δεσμεύτηκε να δει το θέμα. Έκτοτε καμιά απάντηση από την πλευρά της εργοδοσίας. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες από την πλευρά του Συλλόγου, κανείς από την εταιρεία δεν εμφανίστηκε, κανείς δεν δεσμεύτηκε ότι θα πληρωθούν οι υπερωρίες του εργαζομένου! Ώσπου ήρθε η στιγμή της τριμερούς συνάντησης στην Επιθεώρηση Εργασίας, όπου η εργοδοσία έφτασε στο σημείο να μην αποδέχεται καν τις οφειλόμενες υπερωρίες.”
Στην τριμερή συνάντηση η εταιρεία ακολούθησε τη συνηθισμένη εργοδοτική τακτική «Εμείς τα κάναμε όλα νόμιμα. Το λένε και τα χαρτιά μας» και κατέθεσε βιβλίο υπερωριών, για να αποδείξει ότι δεν χρωστούσε στον συνάδελφο ούτε ένα ευρώ. Διαπιστώθηκε όμως ότι οι υπογραφές στο βιβλίο αυτό δεν ήταν του συναδέλφου. Και επειδή αυτό είναι αυτεπάγγελτο ποινικό αδίκημα, αρμόδιος για τα παραπέρα είναι ο Εισαγγελέας.
Παρ’ όλ’ αυτά η Επιθεώρηση Εργασίας επέμεινε ότι θα μπορούσε να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, που να ικανοποιεί τον συνάδελφο, θέση την οποία υποστήριξε και ο Σύλλογός μας (ΣΥΒΧΨΑ).
Για την εργοδοσία, όμως, τα ζητούμενα ήταν δύο: πρώτον, να μην ανοίξει τον ασκό του Αιόλου κι αρχίσουν κι άλλοι συνάδελφοι να διεκδικούν απλήρωτες υπερωρίες και δεύτερον να αποφύγει τα χειρότερα με όσα διαπιστώθηκαν στο βιβλίο της. Έτσι, επιχείρησε να εκβιάσει τον συνάδελφο να αποδεχτεί μια συμφωνία με την οποία θα παραιτείτο επί της ουσίας από τις διεκδικήσεις του και θα απέσυρε την καταγγελία του στην Επιθεώρηση Εργασίας, με αντάλλαγμα …700 ευρώ. Μάλιστα, τα λεφτά αυτά -που δεν αντιστοιχούν ούτε στο ελάχιστο στα χρωστούμενα- δεν θα του τα έδινε σε εξόφληση των υπερωριών, αλλά, ούτε λίγο ούτε πολύ, επειδή ήταν… “καλό παιδί”.
Συγκεκριμένα, στο συμφωνητικό που η εταιρεία του έστειλε να υπογράψει, αναφέρεται επί λέξει: “παρά το γεγονός ότι δεν πραγματοποιήθηκαν οι φερόμενες υπερωρίες, η Εταιρεία επιθυμεί να καταβάλει εξ’ ελευθεριότητας στον Πρώην Εργαζόμενο και προς τερματισμό οποιασδήποτε ατέρμονης διένεξης μαζί του το ποσό των Επτακοσίων Ευρώ (700€) […] η Εταιρεία δεν αποδέχεται τον ισχυρισμό του πρώην Εργαζομένου σχετικά με την οφειλή δήθεν υπερωριών […] λαμβάνοντας υπόψη, την εν γένει συνολική συμπεριφορά του πρώην Εργαζομένου κατά τη διάρκεια της εργασιακής του απασχόλησής στην Εταιρεία, αναλαμβάνει να του καταβάλει καλή τη πίστη και εξ’ ελευθεριότητας το ποσό των Επτακοσίων Ευρώ (700€) ως αναγνώριση της εν γένει προσφοράς του. […] υπό την αναβλητική αίρεση ότι ο πρώην Εργαζόμενος θα παραιτηθεί από και θα αποσύρει, ευθύς αμέσως μετά την υπογραφή του παρόντος (ήτοι εντός μίας εργάσιμης ημέρας), την προαναφερθείσα υπ’ αριθμ. 749/2018 καταγγελία που έχει υποβάλει ενώπιον του Σ.Ε.Π.Ε.”
Όμως γιατί άραγε η εταιρεία, ενώ από τη μία διαβεβαιώνει ότι οι διεκδικήσεις του εργαζόμενου δεν είναι δίκαιες, δηλώνει ταυτόχρονα διατεθειμένη να του… χαρίσει 700 ευρώ (τα οποία υποστηρίζει ότι δεν δικαιούται);
Ο λόγος που η εταιρία επιχειρεί να κλείσει τη διαφορά με καταβολή του (ασήμαντου γι’ αυτήν) ποσού των 700 ευρώ ως δήθεν αναγνώριση της προσφοράς του συναδέλφου και όχι έναντι των υπερωριών του, είναι επειδή φοβάται να μην βγει στην επιφάνεια η πάγια τακτική -ιδιαίτερα στις αποθήκες- της μη καταγραφής των υπερωριών και της μη πληρωμής τους, πράγμα το οποίο γίνεται με πρακτικές γενικευμένης καταστρατήγησης της εργασιακής νομοθεσίας. Γι’ αυτές τις πρακτικές μπορεί η άμεση ευθύνη να αποδίδεται από την εταιρεία στον εκάστοτε διευθυντή καταστήματος, όμως κανένας από τους διευθυντές δεν θα μπορούσε να ενεργεί με αυτόν τον τρόπο, εάν τα ανώτερα στελέχη της εταιρείας δεν είχαν δώσει κεντρική κατεύθυνση – οδηγία για “να βγαίνει η δουλειά”.
Η αποδοχή ότι ακολουθούνται τέτοιες πρακτικές σε οποιαδήποτε κατάστημα θα αφαιρούσε το “φύλλο συκής” της “σύγχρονης λειτουργικής ελληνικής επιχείρησης”, με το οποίο η εταιρεία προσπαθεί να καλύψει την πραγματική συμπεριφορά της απέναντι στους εργαζόμενούς της (χαμηλοί μισθοί, εξαντλητική εργασία, απαράδεκτες συμβάσεις…).
Ένας άλλος όμως πολύ βασικός λόγος που εξηγεί αυτή τη στάση της εταιρείας απέναντι στον συνάδελφο, έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο συνάδελφός μας είχε το θάρρος να διεκδικήσει το δίκιο του απέναντι σε μια πολυεθνική εταιρεία, απευθυνόμενος στον Σύλλογο του. Κι αυτό είναι κάτι που φοβάται περισσότερο η εταιρεία: η συλλογική δράση των εργαζομένων, η αλληλεγγύη μεταξύ τους και ένας Σύλλογος που δεν διστάζει να σταθεί στο πλευρό όλων των συναδέλφων που θα αντιμετωπίσουν τις πιέσεις της εταιρείας. Η εταιρεία καταλαβαίνει ότι οι διεκδικήσεις του συγεκριμένου συναδέλφου, εάν ικανοποιηθούν, ανοίγουν τον δρόμο για πολλούς άλλους εργαζόμενους με το ίδιο πρόβλημα, να διεκδικήσουν κι αυτοί το δίκιο τους. Όπως ακριβώς είχε συμβεί με τη δικαίωση των συναδέλφων στα Multirama/Public σε Καλαμάτα/Πάτρα.
Ο Σύλλογος, που βρίσκεται στο πλευρό όλων συναδέλφων που υφίστανται την αδικία και την αυθαιρεσία της εργοδοσίας, βρέθηκε, όπως ήταν φυσικό, και στο πλευρό του συναδέλφου του Public Συντάγματος. Τα αιτήματά του είναι δίκαια και αφορούν όλους τους συναδέλφους. Γι’ αυτό ούτε ο συνάδελφος, ούτε και ο Σύλλογος πρόκειται να δεχτούν καμιά αναξιοπρεπή συμφωνία, με την οποία ο εργαζόμενος, έναντι πενιχρού “φιλοδωρήματος”, θα υπογράψει ότι σταματά να διεκδικεί να πληρωθεί για τον ιδρώτα και τον κόπο του.
Έστω και μια ώρα απλήρωτης υπερωρίας έχει για τον Σύλλογό μας την ίδια βαρύτητα με όλες τις άλλες διεκδικήσεις, από την Κυριακάτικη Αργία, μέχρι την υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που θα σταματήσει τον εργασιακό μεσαίωνα που επιβάλλει η εργοδοσία.
Και επειδή η πίεση που δέχτηκε και συνεχίζει να δέχεται ο εργαζόμενος είναι αφόρητη, καθώς η εταιρεία χρησιμοποιεί ολόκληρο το οπλοστάσιο που διαθέτει για τέτοιες περιπτώσεις (δικηγόρους, χρήμα, δυνατότητα να πληρώνει δικαστικά έξοδα κτλ), πρέπει όλοι να σταθούμε στο πλευρό του.
Απαιτούμε την άμεση καταβολή του συνόλου των δεδουλευμένων του συναδέλφου.
Σύλλογος Υπαλλήλων Βιβλίου – Χάρτου – Ψηφιακών Μέσων Αττικής