Αντίθετος με την αύξηση κατώτατου μισθού και την κατάργηση υποκατώτατου ο Ντάισελμπλουμ
Ο πρώην πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, εξέφρασε την ανησυχία του για την πρόθεση της κυβέρνησης να καταργήσει τον υποκατώτατο μισθό και να αυξήσει τον κατώτατο, τονίζοντας πως οι κατώτατοι μισθοί της Ελλάδας συνεχίζουν να είναι πολύ υψηλότεροι σε σχέση με αυτούς όλων των γειτονικών χωρών. Επισημαίνει πως η κίνηση αυτή αποτελεί πραγματικό ρίσκο για την εργασία των νέων, καθώς μπορεί να δώσει στο εξωτερικό το κλίμα ότι δεν θα υφίσταται η ανταγωνιστικότητα και δεν θα επενδύσουν τα χρήματα τους στην Ελλάδα. Υπογράμμισε ότι από εδώ και πέρα χρειάζεται «πραγματικά σκληρή δουλειά» προκειμένου να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν επιβάλει στη χώρα οι δανειστές.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο Γ. Ντάισελμπλουμ ρωτήθηκε για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου και δήλωσε αισιόδοξος, αν και τόνισε πως χρειάζεται πραγματικά σκληρή δουλειά για να εφαρμοστούν οι μνημονιακές μεταρρυθμίσεις που έχουν επιβληθεί. Εκτίμησε ότι ο «εκσυγχρονισμός» της χώρας δεν θα προχωρήσει το 2019, λόγω της διεξαγωγής των εκλογών.
«Ναι, είμαι αισιόδοξος, γιατί πιστεύω ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες, αλλά χρειάζεται πραγματικά σκληρή δουλειά. Δεν θα γίνει κάτι από μόνο του. Και είμαι λίγο ανήσυχος καθώς αυτή η χρονιά είναι μια εκλογική χρονιά, και θα είναι μια χαμένη χρονιά και τίποτα θετικό δεν θα γίνει όσον αφορά τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό στον τρόπο διακυβέρνησης, στον διοικητικό τομέα και σε βελτιώσεις στο εκπαιδευτικό και το φορολογικό σύστημα. Οπότε εκφράζω την ανησυχία μου καθώς το 2019, από αυτήν την άποψη, θα είναι μια χαμένη χρονιά. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, τα πράγματα θα παραμείνουν θετικά και σταθερά και η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχιστεί».
«Άντε πάλι τα ίδια»
Ο Ντάισελμπλουμ ξεκαθάρισε ότι είναι αντίθετος στην κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και την αύξηση του κατώτατου, καθώς παρά τις μεγάλες μειώσεις στα χρόνια των μνημονίων και την εργασιακή ζούγκλα που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα, ο κατώτατος μισθός συνεχίζει να είναι πολύ υψηλότερος σε σχέση με τις γειτονικές χώρες. Υποστήριξε ότι η απόφαση αυτή μπορεί να κάνει τους υποψήφιους ιδιώτες επενδυτές να πουν «άντε πάλι τα ίδια» και να προτιμήσουν να επενδύσουν στις γειτονικές χώρες.
«Υπάρχουν ζητήματα που πραγματικά με ανησυχούν, όπως το ζήτημα του κατώτατου μισθού καθώς πραγματικά καταλαβαίνω ότι οι πολίτες περιμένουν μια αύξηση στον μισθό τους και ότι οι κατώτατοι μισθοί είναι χαμηλοί, αλλά ταυτόχρονα οι κατώτατοι μισθοί της Ελλάδας συνεχίζουν να είναι πολύ υψηλότεροι σε σχέση με αυτούς όλων των γειτονικών χωρών. Οπότε υπάρχει ένα καίριο ζήτημα όσον αφορά στον ανταγωνισμό της αγοράς εργασίας. Και εάν εξαλείψουμε τους ειδικούς κατώτατους μισθούς των νέων και συγχρόνως αυξήσουμε τον γενικό κατώτατο μισθό κατά 11%, αυτό θα είναι πραγματικά ένα ρίσκο για την ανεργία των νέων. Εάν κοιτάξετε γύρω σας στην Ευρώπη, στις χώρες όπου υπάρχει ειδικός κατώτατος μισθός για τους νέους, η νεανική ανεργία είναι στην πραγματικότητα χαμηλότερη σε σύγκριση με τις χώρες όπου δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ των κατώτατων μισθών των νέων και των πιο ηλικιωμένων.
Οπότε τώρα που η Ελλάδα θα καταργήσει τον κατώτατο μισθό των νέων, αυτό θα επηρεάσει αρνητικά την ανεργία των νέων. Επίσης, στον ευρύτερο κόσμο, εάν κάποιος αυξήσει τον κατώτατο μισθό κατά 11% με τη μία, ο έξω κόσμος θα σκεφτεί «άντε πάλι τα ίδια», καθώς πάλι οι μισθοί θα είναι εκτός ελέγχου, η ανταγωνιστικότητα δεν θα υφίσταται, ενώ οι διεθνείς εταιρείες θα πρέπει να λάβουν αποφάσεις εάν θα εγκαταστήσουν το εργοστάσιό τους στην Ελλάδα ή στην Βουλγαρία ή στη Σερβία. Αυτά τα σημάδια επί της ουσίας τις ωθούν να εγκαταστήσουν τα εργοστάσιά τους στη Βουλγαρία. Μπορεί αυτά να είναι καλά νέα για τη Βουλγαρία αλλά όχι για την Ελλάδα. Οπότε είμαι σκεπτικός όσον αφορά αυτές τις πτυχές. Αλλά εκτός από αυτά, τα νέα συνεχίζουν να είναι θετικά, να πηγαίνουν προς στη σωστή κατεύθυνση και θα πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή τη συγκυρία για να ωθήσουμε τα πράγματα προς τα εμπρός».
«Απεριόριστο πεδίο για ιδιωτικές επενδύσεις»
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο μείωσης του ύψους των δυσθεώρητων πρωτογενών πλεονασμάτων, ο Ντάισελμπλουμ εξέφρασε τις ενστάσεις του, λέγοντας πως «εάν μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά θα προκύψει ένα μεγαλύτερο ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους». Ωστόσο, δήλωσε ότι αν αυτό συμβεί, δεν υπάρχει λόγος να επενδυθούν χρήματα στον δημόσιο τομέα καθώς το πεδίο για ιδιωτικές επενδύσεις είναι απεριόριστο.
«Εάν μειώσεις τα πρωτογενή πλεονάσματα, έχεις περισσότερα χρήματα να δαπανήσεις. Εκτός βέβαια εάν τα δαπανήσεις για να μειώσεις τα χρέη σου. Αυτή είναι η ιδέα; Αυτή είναι η υπόσχεση; Δεν γνωρίζω. Οπότε έχεις περισσότερα χρήματα να δαπανήσεις, αλλά εξαρτάται πού θα τα δαπανήσεις. Αλλά πιστεύω ότι όσον αφορά την ελληνική ανάπτυξη, η απάντηση δεν είναι να δαπανηθεί περισσότερο δημόσιο χρήμα, αλλά να εισέλθει περισσότερο ιδιωτικό χρήμα στη χώρα. Όπως ξέρετε αυτό ισχύει για κάθε ευρωπαϊκή χώρα. Η ιδιωτική οικονομία είναι πάντοτε μεγαλύτερη και ισχυρότερη σε σχέση με την δημόσια οικονομία. Και στην παρούσα κατάσταση, το πεδίο για την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων είναι περιορισμένο, ενώ το πεδίο για την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων είναι απεριόριστο. Εάν κάνεις τις σωστές κινήσεις, εάν βελτιωθεί το επενδυτικό κλίμα, εάν προσελκυστούν διεθνείς εταιρείες να έρθουν στην Ελλάδα και να αναπτύξουν επιχειρηματικές δραστηριότητες, τότε το πεδίο για διεθνείς επενδύσεις είναι στην ουσία απεριόριστο»
πηγή : thepressproject.gr